«Κοστολόγηση», η λέξη κλειδί για τη νίκη στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Η προσοχή των ψηφοφόρων μέρες τώρα είναι εστιασμένη κυρίως στην παροχολογία των πολιτικών αρχηγών, με το ενδιαφέρον όλων να επικεντρώνεται στο κόστος των προεκλογικών μέτρων.
Στο μεταξύ, πολύς χρόνος και λόγος καταναλώνονται για το πραγματικό κόστος των υποσχόμενων μέτρων, για το ποιος φορέας, ποια Αρχή -ανεξάρτητη ή μηθα μπορούσε να μετρήσει ακριβοδίκαια τις επιπτώσεις στον κρατικό προϋπολογισμό, εφόσον εφαρμόζονταν οι προεκλογικές δεσμεύσεις.
Προφανώς, όμως, συμφωνία επί της… αρχής για την αρμόδια Αρχή δεν θα υπάρξει. Ποιον θα συνέφερε, εξάλλου, τρίτος να βάλει… χέρι στα προεκλογικά προγράμματα, να ανακατώσει τα νούμερα, να προσθέσει, αφαιρέσει, να πολλαπλασιάσει και να συναγάγει ασφαλή συμπεράσματα;
Μέρες που είναι, τι πιο προσοδοφόρο πολιτικά από το να ανακυκλώνουμε τα ίδια και τα ίδια, για να καταλήξουμε στο αυτονόητο, ότι δηλαδή σε ασφαλή συμπεράσματα θα οδηγηθούμε μόνο για το κόμμα που θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας κατά την περίοδο 2023 2027, και σε βάθος τετραετίας, οπότε θα έχουμε μετρήσιμα μεγέθη.
Στο μεταξύ, ίσως ξεχάσαμε μια μικρή… λεπτομέρεια. Σημαντικότερη της κοστολόγησης των προγραμμάτων είναι η αξιολόγηση των πολιτικών παραγωγής υπεραξίας στην οικονομία, ή αλλιώς των μέτρων που θα εξασφαλίσουν αύξηση του ΑΕΠ, περαιτέρω βελτίωση των επενδύσεων, ενίσχυση των φορολογικών εσόδων και τόνωση της απασχόλησης.
Με απλά λόγια, πρώτα παράγουμε και μετά μοιράζουμε από το επιδιωκόμενο πλεόνασμα. Προεκλογικά ωστόσο… όλα αυτά τα περισπούδαστα πάνε περίπατο.
Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε…