Πολλά ειπώθηκαν σχετικά με την «Παναγία γκέισα» και την «Παναγία Ινδιάνα» που έχουν περιληφθεί στα σχολικά βιβλία. Η σχετική συζήτηση έμεινε στην επικαιρότητα και μετά το debate των πολιτικών αρχηγών, δίχως ωστόσο να επεκταθεί γενικότερα στο περιεχόμενο των βιβλίων που διαβάζουν οι μαθητές, όπως και στον τρόπο με τον οποίο είναι γραμμένα ορισμένα εξ αυτών.
Κρίνοντας από τα θεωρητικά αναγνώσματα του λυκείου και δη της τρίτης λυκείου, εύκολα διαπιστώνει κανείς μελετώντας τα ότι με τη γραφή τους απευθύνονται σε αναγνώστες με περισσότερες γνώσεις από αυτές των μαθητών, όπως και ότι πολλές από τις αναφορές είναι αποσπασματικές, ενώ πολύ συχνά χρησιμοποιούνται λέξεις δυσνόητες και όροι που δεν «ανήκουν» σε βιβλία του λυκείου.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις των σχολικών βιβλίων για τα οποία ακούμε ή διαβάζουμε αρνητικά σχόλια, επί δεκαετίες. Και το χειρότερο; Το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων απαιτεί απόλυτη απομνημόνευση. Η κριτική σκέψη, η διαφορετικότητα της άποψης, η καινοτόμος προσέγγιση, η ανατρεπτική θέση δεν… χωράνε στα διαγωνίσματα των εξετάσεων. Ακόμη και η έκθεση έχει τα «στεγανά» της, την προτεινόμενη επιχειρηματολογία, τα επιβαλλόμενα «γιατί», τα απαντητικά «πρέπει»…
Το εντυπωσιακότερο όλων είναι ότι οι ίδιοι μαθητές, έχοντας πρώτα… στραμπουλίσει τη σκέψη τους και… στριμώξει τη φαντασία τους διαβάζοντας «ευλαβικά» λίγες εκατοντάδες σελίδες βιβλίων του λυκείου, αποστηθίζοντάς τες, κατά την πανεπιστημιακή τους φοίτηση ξεδιπλώνουν με μεγάλη επιτυχία τον αυθορμητισμό τους.
Κάποτε οφείλουμε να αντιληφθούμε ότι περιπτώσεις όπως η «Παναγία Ινδιάνα» αποτελούν μέρος του προβλήματος και όχι το κύριο πρόβλημα των σχολικών βιβλίων…