Ένας από τους γνωστότερους παράγοντες της οργανωμένης λιανικής δήλωσε, χθες, ότι η μειωμένη ζήτηση στα αγαθά καθημερινής ανάγκης πιέζει τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ να συγκρατήσουν τις ανατιμήσεις στο ράφι. Μόλις προ ημερών αναφέραμε από τη στήλη αυτή ότι η δύναμη που συγκεντρώνουν οι καταναλωτές στα χέρια τους είναι πολλές φορές ισχυρότερη της αγοράς. Θα μπορούσαν μάλιστα να επιβάλλουν τους όρους τους εάν και εφόσον επιδείκνυαν τη δέουσα προσοχή πιέζοντας το εμπόριο με τον σωστό τρόπο.
Αν υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι οι καταναλωτές αναζητούσαν με σχολαστικότητα το φθηνότερο προϊόν κάθε κατηγορίας στο ράφι, ή έστω το φθηνότερο σε συνάρτηση με την ποιότητά του και παράλληλα «έπαιζαν» περισσότερο με τις προσφορές και τα δώρα, αξιολογούσαν σε βάθος τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας προκειμένου -ένεκα της ακρίβειας να αυξήσουν τη συμμετοχή τους στο σύνολο των αγορών τους και αγόραζαν ό,τι πραγματικά είχαν ανάγκη, κοινώς περιόριζαν τις αυθόρμητες αγορές τους, τότε ο πληθωρισμός τροφίμων θα ήταν σαφώς χαμηλότερος του σημερινού.
Ο κανόνας της προσφοράς και της ζήτησης παραμένει το ίδιο ισχυρός με τα προ γεωπολιτικής και πανδημικής κρίσης, απλά το ’χουμε σχεδόν «ξεχάσει». Μάλλον είναι πιο εύκολο να γκρινιάζουμε για τις ανατιμήσεις, παρά να τις πολεμούμε με ίδια μέσα.
Εξάλλου, όλες οι έρευνες δείχνουν ότι ο καταναλωτής τιμωρεί τον προμηθευτή που προκαλεί με τη στάση του και επιβραβεύει όποιον επιδεικνύει κοινωνικό πρόσωπο. Η τιμολογιακή αυτοσυγκράτηση σε εποχές υπερπληθωρισμού προφανώς αποτελεί στρατηγική επιλογή κάθε εταιρείας, έχει όμως και την κοινωνική της διάσταση. Είναι άλλο να «συμπαραστέκεσαι» στον πελάτη και άλλο να του τα… παίρνεις με κάθε ευκαιρία.