*Του Νίκου Λυσιγάκη
Ζούμε σε μια περίοδο που η ανθρωπότητα είναι περισσότερο διασυνδεδεμένη από ποτέ. Ο τουρισμός απογειώνεται διεθνώς, δοκιμάζοντας τις αντοχές των τόπων που τον υποδέχονται. Είναι τέτοια η αλματώδης ζήτηση, που πολλές φορές η οικονομική μεγέθυνση καταλήγει εις βάρος αυτών που δυνητικά θα επωφελούνταν.
Τα ενοίκια αυξάνονται, το περιβάλλον διαταράσσεται, ολόκληρες επαγγελματικές ομάδες νιώθουν ότι απειλούνται από την εισβολή μεγάλων παικτών, σε ένα πεδίο με υψηλή εποχικότητα. Και όσο το ρυθμιστικό πλαίσιο σε κλάδους όπως οι μεταφορές, παραμένει γκρίζο, πόσο εύκολα μπορεί να κατηγορήσει κανείς έναν επαγγελματία επειδή φοβάται την ενδεχόμενη καταστροφή του; Πόσο εύκολο είναι να τον πείσεις να έχει εμπιστοσύνη στους θεσμούς και την τεχνολογία, όταν αντιλαμβάνεται πως ορισμένες φορές η ίδια η τεχνολογία χρησιμοποιείται ως άλλοθι για μη θεμιτές πρακτικές;
Δυστυχώς, το πρόσφατο σιδηροδρομικό δυστύχημα έφερε στην επιφάνεια με τραγικό τρόπο την ανάγκη περισσότερης προσοχής που οφείλει να δώσει η Πολιτεία στον κλάδο των μεταφορών. Αφενός, διότι η ορθή λειτουργία τους βελτιώνει την ποιότητα ζωής και αφετέρου, διότι αποτελούν μοχλό ανάπτυξης. Ένα αποτελεσματικό σύστημα δημόσιων μεταφορών μειώνει τις ανισότητες και τον κοινωνικό αποκλεισμό, ενισχύοντας τη συμπερίληψη, καθώς η φθηνή και απρόσκοπτη μετακίνηση αποτελεί παράγοντα κοινωνικής κινητικότητας, μειώνει την ταλαιπωρία, τη ρύπανση και τα ατυχήματα στους δρόμους, σε μια χώρα που θρηνεί ετησίως εκατοντάδες θύματα στην άσφαλτο.
Πέρα από τις υποδομές όμως, υπάρχουν και οι άνθρωποι. Σε αυτούς, οφείλει η Πολιτεία να εξηγήσει το σχέδιο της και να τους δώσει καλούς λόγους να ενταχθούν σε αυτό. Κι αυτή η διαπίστωση αφορά και τους επιβάτες, αλλά και τους επαγγελματίες. Για παράδειγμα, έχει αναρωτηθεί ποτέ κανείς πόσα ταξί είναι προσβάσιμα σε άτομα που κινούνται με αναπηρικό αμαξίδιο; Πιθανότατα κανένα, αν όχι ελάχιστα. Διότι πολύ απλά, δε δόθηκαν ποτέ κίνητρα προς αυτή την κατεύθυνση. Αποτέλεσμα είναι οι συμπολίτες μας με αναπηρία να στερούνται ευκαιριών. Αντίστοιχα, σε έρευνα του ΕΜΠ για τις συνθήκες εργασίας των οδηγών ταξί της Αθήνας, το 67% απάντησε πως εργάζεται για περισσότερες από 12 ώρες την ημέρα. Μάλιστα ένας στους δύο δήλωσε επταήμερη εργασία, προκειμένου να τα βγάλει πέρα, ένα εύρημα που εντοπίζει και η έρευνα της ICAP για το Σωματείο Αυτοκινητιστών Ταξί της Αθήνας. Αντίστοιχα, χιλιάδες επαγγελματικά οχήματα ηλικίας 11-12 ετών διανύουν κατά μ.ο. 220 χμ ημερησίως, εντός αστικού ιστού. Εάν έπρεπε να αντισταθμίσουμε τους ετήσιους ρύπους που παράγουν, θα χρειάζονταν να φυτέψουμε μια έκταση όσο 1,5 φορά η Πάρνηθα.
Όλα τα παραπάνω, είναι αποτελέσματα μιας συζήτησης που δεν έγινε ποτέ. Ακόμα κι όταν επιχειρήθηκε να γίνει, έγινε αποσπασματικά, δίχως ένα ενιαίο σχεδιασμό προς όφελος των επιβατών και των επαγγελματιών του κλάδου. Δίχως συμπληρωματικές επιλογές.
Σ’ ένα παράλληλο σύμπαν, σε 6 μόλις μήνες οι Βρυξέλλες πέτυχαν μείωση της κυκλοφορίας κατά 19%, και αύξηση της χρήσης ποδηλάτου 18%, ενώ η μείωση του ορίου ταχύτητας στα 30χμ σε συγκεκριμένους δρόμους του Λονδίνου έφερε και μείωση των ατυχημάτων κατά 25%. Σήμερα με το πολύ χαμηλό ετήσιο εισιτήριο των Μέσων Μεταφοράς να είναι η δυναμική τάση, το 68% των Ευρωπαίων να ζητεί λιγότερα αυτοκίνητα στις πόλεις. Είμαι βέβαιος, πως εάν το ίδιο ερώτημα τεθεί σωστά και στους Έλληνες, η απάντηση δε θα είναι πολύ διαφορετική.
Αυτό που χρειαζόμαστε λοιπόν, είναι μια επανεκκίνηση. Μια νέα δημόσια συζήτηση για το μέλλον των μεταφορών, τις δυνατότητες χρήσης της τεχνολογίας, αλλά και το θεσμικό πλαίσιο. Θα περίμενε κανείς μια πλατφόρμα σαν τη FREENOW να είναι διαπρύσιος κήρυκας του ανοίγματος της αγοράς, με κάθε κόστος. Όμως η υπερδεκαετής ευρωπαϊκή εμπειρία μας από τον κλάδο και το DNA μας, μας επιβάλλει να συστρατευτούμε με εκείνους που ζητούν κανόνες. Χωρίς κανόνες και έλεγχο, δε μπορεί να υπάρχει ελεύθερη αγορά. Το ελληνικό καλοκαίρι δε μπορεί να είναι άλλοθι για καμία αθέμιτη πρακτική, αλλά μια καλή αφορμή για χτίσουμε στέρεα θεμέλια.
* Ο Ν. Λυσιγάκης είναι Senior Public Affairs Manager της FREENOW