Υπό το βάρος των συνεχιζόμενων υψηλών πληθωριστικών πιέσεων, η ΕΚΤ αύξησε και πάλι τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες της Βόρειας Ευρώπης θα προτιμούσαν μεγαλύτερη αύξηση, κατά 50 μονάδες, αλλά τελικά επιτεύχθηκε συμβιβασμός.
Σε κάθε περίπτωση, η έβδομη συνεχόμενη από τον περασμένο Ιούλιο, αύξηση, ανεβάζει το βασικό επιτόκιο στις 375 μονάδες βάσης.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιβεβαίωσε ότι είναι πλέον ο σημαιοφόρος της νομισματικής σύσφιξης. Λίγες ώρες αφότου η Αμερικανική Fed υπαινίχθηκε ότι θα μπορούσε να σταματήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων, η Λαγκάρντ επέμεινε ότι η ΕΚΤ δεν έχει διάθεση να σταματήσει. Η Πρόεδρος της ΕΚΤ διατήρησε έναν επιθετικό τόνο κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, για να ευχαριστήσει τόσο τα «γεράκια» όσο και τα «περιστέρια», στο Διοικητικό Συμβούλιο.
Ίσως η πιο σημαντική απόφαση της ΕΚΤ που αφορά τις υπερχρεωμένες χώρες, είναι η ανακοίνωση ότι τελειώνει τον Ιούλιο η επανεπένδυση των κρατικών ομολόγων που έχουν λήξει, στο πλαίσιο του προγράμματος App, το οποίο έχει ήδη μειωθεί κατά 15 δισ. μηνιαίως από τον περασμένο Μάρτιο.
Για να δώσουμε μια τάξη μεγέθους, με βάση το πρόγραμμα αυτό, η ΕΚΤ κατέχει περισσότερα από 442 δισεκατομμύρια σε κρατικά ομόλογα. Η νέα απόφαση, η οποία θα πρέπει να τεθεί σε λειτουργία από τον Ιούλιο, ισοδυναμεί με περίπου 25 δισ. λιγότερες εξαγορές για ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Ευρωπαϊκές πηγές τονίζουν στη «Ναυτεμπορική» ότι «η απόφαση αυτή αναπόφευκτα φανερώνει και τον συμβιβασμό που επιτεύχθηκε στο χθεσινό ΔΣ της ΕΚΤ: μικρότερη αύξηση των επιτοκίων -δηλαδή 25 μονάδες, αντί για 50- με αντάλλαγμα τον μηδενισμό των επανεπενδύσεων ομολόγων.
Από την άλλη πλευρά πάντως, το πρόγραμμα PEPP, το άλλο αντισυμβατικό πρόγραμμα -που αφορά και την Ελλάδα και ενεργοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας- παραμένει αμετάβλητο. Η ΕΚΤ θα συνεχίσει να επαναγοράζει ομόλογα ίσα με τα ποσά που λήγουν, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024.
Η ΕΚΤ κατέχει σχεδόν 290 δισ. ευρώ σε τέτοια κρατικά ομόλογα και τον περασμένο Μάρτιο πραγματοποίησε καθαρές εξαγορές άνω των 2 δισ. Αυτό αποτελεί ένα ευνοϊκό στοιχείο που μετριάζει εν μέρει τον πονοκέφαλο.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η αμερικανική τραπεζική κρίση και το φάσμα των πιθανών επιπτώσεων στην Ευρωζώνη απαιτούν εξαιρετική προσοχή στη διαχείριση της ρευστότητας.
Η αστάθεια κυριαρχεί στα παγκόσμια χρηματιστήρια, με τις ΗΠΑ να βρίσκονται όλο και περισσότερο στο έλεος των δυσμενών γεγονότων όπως η πτώχευση τραπεζών, η αναμενόμενη ύφεση και το αδιέξοδο για την αύξηση του ανώτατου ορίου του χρέους.
Στην επόμενη συνεδρίαση της EKT στις 15 Ιουνίου, οι προσδοκίες είναι για νέα αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης. Παραμένει ανοικτό μόνο το ενδεχόμενο περαιτέρω, ανάλογης αύξησης, στη συνεδρίαση της 27ης Ιουλίου.
Η ΕΚΤ θα μπορούσε να τερματίσει τον ανοδικό κύκλο μετά την Αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα, ενώ στο μεταξύ η Fed θα μπορούσε ήδη να δείξει την πρόθεσή της να χαλαρώσει τα επιτόκια εν όψει τουλάχιστον του 2024.