Αφού τελείωσε και το τυπικό – πλην ουσιαστικό – τελετουργικό της επίσκεψης του πρωθυπουργού στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, καιρός είναι να κάτσει κι ο κουρνιαχτός, να χαμηλώσουν οι φωνές και να μαζευτούν οι διαβεβαιώσεις για το καλύτερο αύριο που έρχεται γενικώς και αορίστως. Να ξεκινήσει η κουβέντα για τα σοβαρά. Και το σοβαρότερο, που είναι η οικονομία.
«Από τα ταξίματα κανείς δεν έπαθε τίποτα», έλεγε με μπόλικη διάθεση σαρκασμού κάθε τέτοια εποχή ο παλιός συνάδελφος Βίκτωρας Νέτας στην αλησμόνητη «Ελευθεροτυπία». Και εννοούσε τους υποψηφίους που με τη μέθοδο αυτή εξασφάλιζαν την εκλογή τους. Εκείνοι που πάθαιναν ήταν οι εκλογείς και κυρίως οι «κοψοχέρηδες» την επομένη της κάλπης.
Ο λογαριασμός θα εμφανιστεί, όπως πάντα, αργότερα. Με το πέρας της προεκλογικής και εκλογικής διαδικασίας. Όταν θα έχουν ανακοινωθεί τα αποτελέσματα, τότε που τα επιτελεία των κομμάτων θα εμφανιστούν με τον φάκελο των οικονομικών πεπραγμένων στο ένα χέρι και με τις σημειώσεις τους για το δέον γενέσθαι στο άλλο. Τότε θα έρθουν στην επιφάνεια όλες οι δυσκολίες, οι αναποδιές και ο δυσμενής διεθνής παράγοντας. Διότι… στις εικοσιδυό (για να παραφράσουμε σύνθημα από τα παλιά ξέγνοιαστα χρόνια) δεν έχει σοσιαλισμό. Αυτός τελείωσε. Έχει σκληρή δουλειά μ’ έναν καπιταλισμό, που κάποτε έδειχνε να αργοπεθαίνει, όμως αποδείχτηκε ακλόνητος, ακμαίος και σκληρότερος από ποτέ όχι μόνο για το ορατό αλλά και για το απροσδιόριστο μέλλον.
Το 2023, όπως έχει προειδοποιήσει η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, θα είναι δυσκολότερο του 2022, καθώς οι βασικότερες κινητήριες δυνάμεις της διεθνούς οικονομίας (ΗΠΑ, Ευρώπη και Κίνα) χαμηλώνουν ταχύτητες. Παραγωγή και κατανάλωση δεν συμβαδίζουν, η Δύση που πριν μερικά χρόνια ακόμα έπαιζε κερδοσκοπικά με το Πεκίνο, τώρα βλέπει τον «κινεζικό δράκο» να δείχνει τα δόντια του, ενώ η βίαιη αναδιάταξη των ενεργειακών πόρων που συμφέρει τις ΗΠΑ εξακολουθεί να διοχετεύει στην Ευρώπη φόβους, ακρίβεια και ανασφάλεια. Και σ’ αυτό το κλίμα, η τιμή του πετρελαίου θα συνεχίσει να ανεβαίνει, με το ενεργειακό κόστος να γίνεται όλο και πιο ακριβό, αν σκέψεις στον ΟΠΕΚ για περαιτέρω μείωση παραγωγής του «μαύρου χρυσού» πάρουν το χαρακτήρα απόφασης.
Όλες αυτές οι σύγχρονες πληγές του φαραώ πλήττουν και την Ελλάδα. Η ακρίβεια, η οποία χτύπησε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, έφτασε σε ορισμένα προϊόντα στο 45% αλλά δεν φαίνεται να ικανοποιείται και συνεχίζει να τραβάει την ανηφόρα. Τα 273 εκ. ευρώ ή 0,1% που το 2022 άφησε πλεόνασμα για το διάδοχο 2023, δεν φαίνεται να βγήκαν από τις τσέπες των μονίμως ευνοούμενων επιχειρηματιών της εμπορίας τροφίμων και ενέργειας αλλά από τα επίσης μονίμως χαμηλά εισοδήματα μισθωτών, συνταξιούχων, επαγγελματιών, αγροτών κλπ.
Πηγές του ΥΠΟΙΚ ανακοίνωσαν προχτές ότι για το 2023 αναμένονται επενδύσεις άνω των 30 δις ευρώ στην ενέργεια, τα ναυπηγεία τη βαριά και τη μεταποιητική βιομηχανία. Το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι κατά πόσο η πολιτεία θα λάβει μέριμνα για το δημοσιονομικό και κοινωνικό όφελος αυτών των επενδύσεων. Και τι ρόλο θα διαδραματίσει το μοντέλο των απευθείας αναθέσεων-αν επαναλειτουργήσει από τις 22 Μαΐου-στη νέα αναπτυξιακή πραγματικότητα; Τι θα γίνει με τις υποδομές τύπου «ελληνικών σιδηροδρόμων»;
Οι προεκλογικοί χαριεντισμοί δεν καλύπτουν τη σκληρή πραγματικότητα. Ίσως, για όσους επιμείνουν σ’ αυτούς, αποδειχτούν αυτεπίστροφοι. Ας ξεκινήσει λοιπόν ο διάλογος επ’ αυτής και ας παραμερίσει για τα δευτερεύοντα. Εξάλλου το ενδεχόμενο να στηθούν δεύτερες κάλπες τον Ιούλιο μπορεί να αποδειχτεί ότι δεν προσφέρεται στην παρούσα δύσκολη συγκυρία, αφού δεν προέχουν τα πολιτικά πείσματα αλλά η οικονομία. Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν, ότι η ώρα της δεύτερης και καθοριστικής κρίσης δεν θα είναι μια μέρα του Ιουλίου. Θα είναι η ημέρα που την άνοιξη του 2024 ανοίξουν πάλι τα εκλογικά τμήματα για τις ευρωπαϊκές εκλογές. Τότε ίσως με τον έναν ή άλλο τρόπο να έχουμε διπλές. Άγνωστοι αι βουλαί των θεών…