Αν οι προηγούμενες εκλογές είχαν διεξαχθεί με την απλή αναλογική και σήμερα είχαμε κυβέρνηση συνεργασίας, χθες στο κοινοβούλιο η τροπολογία για τον αποκλεισμό του «κόμματος Κασιδιάρη» δεν θα είχε περάσει. Δεν θα αρκούσαν οι ψήφοι της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αφού τα δύο κόμματα με τα ποσοστά που είχαν συγκεντρώσει, 39,9% η ΝΔ και 8,1% το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ θα είχαν συνολικά 144 ψήφους (120+24). Δεδομένης της άρνησης όλων των υπολοίπων κομμάτων να συναινέσουν, η τροπολογία θα είχε καταπέσει.
Κάποιος θα ισχυρισθεί πως αν αυτό συνέβαινε σε πραγματικές συνθήκες απλής αναλογικής, τα κόμματα θα διαβουλεύονταν με άλλη λογική. Θα ήταν περισσότερο συνεργάσιμα και θα μπορούσε να προκύψει συμφωνία. Εξαιρετικά αμφίβολο επιχείρημα, καθώς η πραγματικότητα έδειξε πως μια νομοτεχνική προσθήκη στη διατύπωση της τροπολογίας, που δεν μετέβαλε την ουσία της, εξελίχθηκε και ακόμη μια σε ακραία πολιτική αντιπαράθεση και σε ανταλλαγή επιχειρημάτων για το ποιο κόμμα είναι ο καλύτερος χορηγός του «κόμματος Κασιδιάρη».
Το στενάχωρο της υπόθεσης ήταν πως η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίστηκε ουδέτερη, ψηφίζοντας παρών στο δίλημμα «ναι» ή «όχι» στον αποκλεισμό του «κόμματος Κασιδιάρη», μέσω της δικαιοσύνης, ακόμη και αν στα λόγια είχε άλλη άποψη. Υπερασπίστηκε επίσης, ως μη όφειλε τον παραιτημένο αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου («είχε κάθε λόγο να προσβληθεί», είπε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ στην επιτροπή της βουλής).
Άστοχος ήταν και ο ισχυρισμός του Αλέξη Τσίπρα, ότι «από την Χρυσή Αυγή δεν θα μας προστατεύσει η δικαιοσύνη, αλλά ο λαός με την κρίση του». Θυμηθείτε ότι με νωπά τα συναισθήματα από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα το 2014, ο λαός ανέδειξε τρίτο κόμμα τη Χρυσή Αυγή που ψηφίστηκε από εξακόσιες χιλιάδες συμπολίτες μας. Όπως τρίτο κόμμα την ανέδειξε ο λαός και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015, επάνω από ΠΑΣΟΚ, ΑΝΕΛ, ΚΚΕ , Ποτάμι κλπ. Το ίδιο και τώρα που το κόμμα Κασιδιάρη σε όλες οι δημοσκοπήσεις εμφανίζεται να μπαίνει με άνεση στη βουλή, με τους δημοσκόπους μάλιστα να εκφράζουν ανησυχία πως τα πραγματικά ποσοστά είναι ακόμη μεγαλύτερα από αυτά που εμφανίσουν οι δημοσκοπήσεις.
Με τη στάση του ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλησε να ψαρέψει σε θολά νερά, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση. Σε καμία περίπτωση δεν θα επιζητούσε ακόμη και αν υπήρχε η δυνατότητα ακροδεξιές ψήφους. Όποιος ισχυρίζεται κάτι τέτοιο μόνο κακόβουλος μπορεί να χαρακτηριστεί. Η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ενταγμένη στη λογική «όχι σε όλα», στο πλαίσιο ενός ολοκληρωτικού πολέμου ενόψει των εκλογών. Το ερώτημα είναι αν στ’ αλήθεια έχει να κερδίσει από αυτή την τακτική, ή αν κινδυνεύει να βγει χαμένη. Το δεύτερο μοιάζει πιθανότερο.
Ιδιαίτερα μάλιστα όταν στον πυρήνα της πολιτικής της προβάλει τις αξίες της απλής αναλογικής και των προοδευτικών κυβερνήσεων συνεργασίας. Όλο αυτό μοιάζει με ένα βήμα εμπρός και δύο βήματα πίσω!