Skip to main content

Το λυκόφως των «χαρισματικών ηγετών» – Η ώρα της δημοκρατίας

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ / EUROKINISSI

Ε, ναι λοιπόν «δεν υπάρχει κράτος». Και δεν πρόκειται για κουβέντα του καφενείου ή της ταβέρνας, αλλά για διαπίστωση του ίδιου του πρωθυπουργού. Εν πρώτοις. Κατά δεύτερον και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, από άλλη θέση ωστόσο και με άλλες προβολές. Ακολούθως αποτελεί διαπίστωση των ηγετών και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης. Επίσημο λοιπόν το πόρισμα και διακομματικά αδιαμφισβήτητο. Έστω ενώπιον της κάλπης.

Τον βαρύτερο απολογισμό κάνει-όχι μόνο ως εκ της θέσεώς του, αλλά κυρίως λόγω των γεγονότων-ο απερχόμενος πρωθυπουργός. Για την ακρίβεια, το κάνει από τριετίας-διετίας:

Την εποχή των μεγάλων πυρκαγιών στην Αττική, την Εύβοια, την Πελοπόννησο κλπ διαπίστωνε ότι τα μέσα και η διοίκηση δασοπυρόσβεσης ήταν για κλάματα. Μολονότι η ηγεσία του σώματος ήταν δική του επιλογή. Κανείς ωστόσο δεν είδε στα χρόνια που ακολούθησαν να αλλάξει κάτι θεαματικά. Αλλά έτσι είναι τα πράγματα. Όπως είχε πει και ο Κ. Σημίτης, «αυτή είναι η Ελλάδα», για να αποδεχτεί αργότερα (και καθόλου εκσυγχρονιστικά) ότι για να ωριμάσει ένα έργο στη χώρα μας, πρέπει να περάσει τουλάχιστον μια δεκαετία.

Ακολούθησε η αντιμετώπιση της πανδημίας. Όταν έκλεισε τον κόσμο στο σπίτι του, τα πράγματα κουτσά-στραβά πήγαν υποφερτά. Σαν όμως ξέσπασε το δεύτερο και απειλητικότερο κύμα και ήρθε η ώρα να λειτουργήσει το δημόσιο σύστημα υγείας, ανέβηκαν στην επιφάνεια όλες οι αμαρτωλές επιλογές της κυβέρνησής του και η Ελλάδα έπιασε πανευρωπαϊκή κορυφή σε κρούσματα και θανάτους. Τίποτε δεν άλλαξε και σ’ αυτή την περίπτωση των δικών του επιλογών ο Κυρ. Μητσοτάκης.

Ήρθε κρίση στην Τέχνη. Και πάλι αναδύθηκαν ανακολουθίες, επιχειρήσεις υποβάθμισης του πολιτισμού (στη… μητέρα του πολιτισμού) και προσπάθειες διευθέτησης του προβλήματος με διοικητικές ευρεσιτεχνίες. Στην Παιδεία το ίδιο μέχρι να φτάσουμε στην πρωτοφανή ακρίβεια που βιώνει η ελληνική οικογένεια με πρόφαση το ενεργειακό πρόβλημα και τα θερμά ανοιχτά μέτωπα στην Ουκρανία. Κορωνίδα ματωμένη προστέθηκε το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, το οποίο απέδειξε ότι ο ελληνικός σιδηρόδρομος ήταν ασφαλέστερος με τον «Μουτζούρη» του Τρικούπη παρά με το «Λευκό Βέλος» της «Hellenic Train».

Η κοινωνική οργή που ξεχύθηκε μέσα από τα συντρίμμια των δυο αμαξοστοιχιών έχει να κάνει με όλα μαζί αθροιστικά, ων ουκ έστιν αριθμός, κι όχι μόνο με ένα θλιβερό μεν αλλά μεμονωμένο πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα. Το φωνάζουν οι νέοι στους δρόμους, το φωνάζει και η παραμελημένη ελληνική οικογένεια στους διαδρόμους των άθλιων νοσοκομείων και των πανάκριβων σούπερ μάρκετ.

Ο Αλέξης Τσίπρας έχει τις δικές του ευθύνες στη διαμόρφωση της κοινωνικής δυσπιστίας, όχι όμως στην αποδιοργάνωση του κράτους. Έχουν να κάνουν-κάτι το οποίο έχει αναγνωρίσει και ο ίδιος-με τη διαχείριση της κρίσης κατά την περίοδο των μνημονίων, όπως και στην αντιμετώπιση των ταπεινωτικών αξιώσεων της Τρόικας. Το κράτος έστω και με όρους χρεωκοπίας λειτουργούσε. Δεν κατάργησε το σύστημα τηλεδιοίκησης των τρένων, όσο παλιό κι αν ήταν. Δεν αποστελέχωσε τα νοσοκομεία. Στο θέμα της ανικανότητας αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών αναζήτησε τις ευθύνες των επιτελών και τους απομάκρυνε. Τους επανέφερε και τους αναβάθμισε η κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη.

Αυτές είναι μερικές μόνο από τις παρατηρήσεις που μπορεί να κάνει ένας δημοσιογράφος. Ασφαλώς και υπάρχει κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του. Διαπιστώνεται στην καθημερινότητα του πολίτη, καταγράφεται και στις δημοσκοπήσεις. Μόνο με μια διαφορά. Ακόμα και οι εταιρείες σφυγμομέτρησης (ελεγχόμενες μερικές απ’ αυτές για εμπλοκή τους σε κρατικές ενισχύσεις) αποτελούν μέρος της ίδιας κρίσης. Αποδείχθηκε και σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις χωρίς καν εκείνες να έχουν τον χαρακτήρα τις σημερινής αβεβαιότητας.

Ναι λοιπόν, το κράτος χρειάζεται ανασυγκρότηση και η κοινωνία απαιτείται να μπει στις ράγες του αυτοσεβασμού. «Συχνά ακούγεται στις μέρες μας η ευχή να εμφανιζόταν κάποιος “σωτήρας” σαν τον Βενιζέλο», παρατηρεί ο ιστορικός και ακαδημαϊκός Γιώργος Μαυρογορδάτος στο βιβλίο του «1915, ο Εθνικός Διχασμός» και επισημαίνει: «Αλλά η χαρισματική ηγεσία δεν εμφανίζεται κατά παραγγελία. Επιπλέον, αξιώνει απόλυτη πίστη και υπακοή».

Είναι οι καιροί τέτοιοι, που να ευνοούν «απόλυτη πίστη και υπακοή»; Δεν φαίνεται. Σε κάθε περίπτωση όμως οι ηγέτες δεν επιβάλλονται. Ούτε δια του εκλογικού συστήματος ούτε δι’ άλλων μέσων. Αναδεικνύονται από τον λαϊκό παράγοντα. Ο οποίος ορισμένες φορές επιφυλάσσει εκπλήξεις σε όσους θέλουν να τον εγκλωβίσουν σε δικές τους επιλογές ή φιλοδοξίες.