Tη δεκαετία του 1970 στην Αμερική, οι τραπεζίτες «φημίζονταν» ότι έκαναν την πιο καλοπληρωμένη, αλλά βαρετή δουλειά «3-6-3»: πλήρωναν δηλαδή 3% τόκο στις καταθέσεις των αποταμιευτών, εισέπρατταν 6% επιτόκιο από τα δάνεια που χορηγούσαν και στις 3 το μεσημέρι πήγαιναν για… γκολφ.
Ο τραπεζικός τομέας ήταν ο ασφαλέστερος από όλους τους τομείς: ρυθμισμένος και προστατευμένος. Ως τα τέλη της δεκαετίας του `70 κυριαρχούσε το κεϋνσιανό όραμα – της δημόσιας παρέμβασης στην οικονομία. Όλα αυτά θα άλλαζαν με την νεο-φιλελεύθερη απορρύθμιση και την πλήρη απελευθέρωση του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού τομέα, από τη δεκαετία του 1980.
Έκτοτε, οι τραπεζίτες εξελίχθηκαν μεν σε εκθαμβωτικές φιγούρες, αλλά οι τραπεζικές και χρηματοπιστωτικές κρίσεις θα αυξάνονταν σε συχνότητα και ένταση. Και το χειρότερο για τους τραπεζίτες: Οι κρίσεις πλέον, μεταφέρονταν από την περιφέρεια, στο κέντρο της παγκόσμιας οικονομίας. Οπως συνέβη με τη χρεοκοπία της Lehman στο 2008.
Σήμερα, η χρεοκοπία της Silicon Valley Bank, η διάσωση της Credit Suisse και το «τρενάκι του τρόμου» με τις μετοχές της Deutsche Bank, έφεραν στο φως πολλά «γιατί»: Για ένα παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα που κλονίζεται από ισχυρές δονήσεις.
Κατά βάθος, όλοι ελπίζουν ότι ο «από μηχανής θεός»- το δημόσιο, δηλαδή, θα σώσει την παρτίδα. Όπως ακριβώς έπραξε ο πρόεδρος Μπάιντεν για να σώσει τους καταθέτες της Silicon Valley Bank. Αλλά, και την ημέρα που η Deutsche Bank δέχτηκε κερδοσκοπική επίθεση, η Πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι δεν θα «τσιγκουνευτεί» να δώσει τη ρευστότητα που είχε ζητήσει η μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα.
Το πρόβλημα απέχει όμως πολύ από το να λυθεί. Ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης υπολόγισαν ότι η αύξηση των επιτοκίων άφησε τις αμερικανικές τράπεζες με απραγματοποίητες απώλειες 1,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων – σχεδόν όσο το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων των 2,1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Οι τράπεζες είναι «πλημμυρισμένες από πλασματικό κεφάλαιο», λέει ο Αμερικανός οικονομολόγος Μάικλ Χάντσον. Υποστηρίζει ότι ο σημερινός τραπεζικός σεισμός θα είναι χειρότερος από το 2008.
Γιατί αν η οικονομική κρίση εκείνη την εποχή ήταν πυρκαγιά, ο σημερινός τραπεζικός σεισμός είναι περισσότερο ένα μια υπόγεια φωτιά, που σιγοκαίει, πολύ πιο δύσκολο να σβηστεί.
Το τεράστιο δυναμικό των ζημιών που προκλήθηκαν από την αύξηση των επιτοκίων δεν μπορεί απλώς να αντιμετωπιστεί με ένα ταμείο διάσωσης όπως στην αγορά των στεγαστικών δανείων, που σχεδόν κατέστρεψε τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στο μεγάλο κραχ του 2008. Το ρήγμα σήμερα είναι πολύ μεγάλο και πολύ βαθύ.