ΜΟΙΑΖΕΙ με χρονικό προαναγγελθέντος θανάτου. Τραπεζικά συστήματα με πλημμελή συστήματα ελέγχου την ώρα που η ανάληψη κινδύνου είχε γίνει το μεγάλο «στοίχημα» στο όνομα του κέρδους. Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα βουτηγμένα σε σκάνδαλα και διαφθορά που κρατούσαν χρόνια και συνοψίζονταν στο όνομα του ελβετικού «δισκοπότηρου» της τραπεζικής. Με φόντο την ολοένα και πιο σφιχτή νομισματική πολιτική των κορυφαίων κεντρικών τραπεζών για να αποκαταστήσουν τη σταθερότητα των τιμών, για την οποία όμως δεν μερίμνησαν όταν ο πληθωρισμός ερχόταν ορμητικός και η διάχυσή του σε ολόκληρη την οικονομία ήταν απλά θέμα χρόνου.
«ΣΗΜΑΙΑ» των κεντρικών τραπεζών να μην επαναλάβουν τα λάθη του 2008 και του 2011 όταν αιφνίδια γεγονότα, που εν τέλει δεν ήταν και τόσο αιφνίδια, τις ανάγκασαν να αλλάξουν άρδην πολιτική και να επιταχύνουν αυτό που αναπόφευκτα ερχόταν.
«ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ» μέσα στο σημερινό αβέβαιο περιβάλλον οι διαβεβαιώσεις κορυφαίων διαμορφωτών πολιτικής ότι έχουν πάρει το μάθημά τους από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Πόσο πειστικοί ακούγονται, είναι άλλο θέμα. Το μεγάλο ζητούμενο, πώς μπορεί να σταματήσει το ρήγμα εμπιστοσύνης που χάσκει πλέον βαθύ και ανατροφοδοτεί το sell off των μετοχών με τη βοήθεια βεβαίως της κερδοσκοπίας. Διότι η φυγή των καταθετών και γενικότερα των
επενδυτών στην ασφάλεια προκαλεί μεταστάσεις με συνέπεια μία πιστωτική κρίση που θα έχει αντίκτυπο στην οικονομία. Διότι πολλοί από τους κύκλους ύφεσης ή μεγάλης επιβράδυνσης του παρελθόντος προήλθαν από τραπεζικές κρίσεις.
ΩΣΤΟΣΟ, αυτό που προβληματίζει τις κοινωνίες είναι γιατί οι τράπεζες αφήνονται να φθάσουν στο σημείο που δεν έχει επιστροφή. Ποιος μπορεί να πεισθεί ότι οι εκάστοτε ρυθμιστικές αρχές δεν γνώριζαν τα προβλήματα όταν χρόνια διαμορφωνόταν το αυστηρό εποπτικό πλαίσιο της Βασιλείας και όχι μόνο;
ΟΙ ΚΕΝΤΡΙΚΟΙ τραπεζίτες ήθελαν κάτι να «σπάσει» το οποίο θα μπορούσε να συντομεύσει το έργο τους και εάν αναλογιστεί κάποιος όλες οι συνθήκες ήταν αρκετά ώριμες για να συμβεί αυτό. Το ελεγχόμενο βέβαια απαιτεί αριστοτεχνικές ισορροπίες που μπορούν μεν να επιτευχθούν στην οικονομία, αλλά όχι στην πραγματική ζωή.