Μια παλιά κινέζικη παροιμία λέει ότι, όταν τα χρηματιστήρια ρίχνουν βουτιές σε άνυδρες πισίνες, σπάει τα κεφάλια του και ματώνει ο απλός κοσμάκης.
Δεν έχει σημασία, αν οι μελετητές του κινεζικού πολιτισμού αμφιβάλλουν για την εγκυρότητά της. Σημασία έχει ότι οι σημερινοί διεθνολόγοι καταγράφουν κοσμοϊστορικές αλλαγές στην «αντιπαθή» για τη Δύση Ανατολή, η οποία βγαίνει αλώβητη από τις πολεμικές και οικονομικές εμπνεύσεις Ουάσιγκτον-Βρυξελλών στην Ουκρανία, αποκτά πρωτοβουλία κινήσεων στη διεθνή οικονομία και δείχνει να διασκεδάζει με τις βουτιές απελπισίας της Wall Street, της ΕΚΤ ή της Bundesbank.
Πούτιν και Σι Ζιπίνγκ στην πρόσφατη συνάντησή τους στη Μόσχα χάραξαν την πορεία μιας μακράς συνεργασίας, η οποία:
Δεν οδηγεί μόνο τις δυο πρωτεύουσες στην ανάπτυξη τεράστιας σημασίας επωφελών σχέσεων στον τομέα της ενέργειας, της τεχνολογίας και της νομισματικής συνεργασίας
αλλά και έλκει προς τον σινορωσικό άξονα μια σειρά από χώρες από την Ασία, την Αφρική μέχρι και τη Νότια Αμερική, αυτές που αναζητούν οικονομικές και αναπτυξιακές ανάσες μακριά από το ανώφελο δολάριο.
Το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ και η ακόλουθός της ΕΕ να αντιδράσουν με νέα μέτρα κυρώσεων, τα οποία υποτίθεται θα πλήξουν τη Μόσχα ή το Πεκίνο (με την οποιαδήποτε αφορμή), δεν το αποκλείει κανείς λογικός παρατηρητής. Ωστόσο όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι, οι οποίοι επισημαίνουν το αδιέξοδο των δυτικών πρωτοβουλιών και τον αυτεπίστροφο χαρακτήρα των οικονομικών και άλλων όπλων που χρησιμοποιούν τα δυτικά κέντρα αποφάσεων στη σημερινή κρίση.
Προς το παρόν, τα ισχύοντα που υποτίθεται ότι αποβλέπουν στην εξυγίανση της οικονομίας και την αντιμετώπιση του «ανθυγιεινού» πληθωρισμού αρκούν, για να ρίξουν στην απελπισία όλο και περισσότερους ανθρώπους και επιχειρήσεις. Όλα ξεκίνησαν μερικούς μήνες πριν ξεσπάσει η πολεμική σύγκρουση στην Ουκρανία με τις απογειώσεις των τιμών στην ενέργεια. Μετά οι συνέπειες φορτώθηκαν στη Ρωσία, στην οποία ωστόσο η Δύση ήταν αυτή που της επέβαλε εμπάργκο και μια σειρά οικονομικές κυρώσεις καθώς και σε όσους συνεργάζονται μαζί της. Ακολούθησε η άνοδος των επιτοκίων της FED και της ΕΚΤ μαζί με ένα περίεργο ράλι στα χρηματιστήρια, για να έρθει στη συνέχεια η κατάρρευση της SV Bank στις ΗΠΑ και Credit Swisse στην Ευρώπη. Και ενώ τα μακροβούτια των διεθνών χρηματιστηρίων βάφονται στο αίμα, τώρα τελευταία μαθαίνουμε ότι δεν αισθάνεται καλά ούτε η Deutsche Bank.
Ωστόσο η αυστηρή Κριστίν Λαγκάρντ επιμένει στην ίδια «στιβαρή», όπως την χαρακτηρίζει, πολιτική συγχρονίζοντας το βήμα της με τον επικεφαλής της Deutsche Bank Γιόακιμ Νάγκελ, ο οποίος σε συνέντευξή του στους Financial Times υπερασπίστηκε τη στρατηγική της αύξησης των επιτοκίων. Ότι υπάρχουν σοβαρές πια ανησυχίες στην Ευρώπη, όπως αυτές που εξέφρασε ο διοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας Ινιάσιο Βίσκο για κίνδυνο να ξεφύγει η κατάσταση στην Ευρώπη (εννοώντας κυρίως την πατρίδα του) δεν φαίνεται να συγκινεί τους ιέρακες του χρήματος.
Ότι η Ελλάδα ήδη έχει αρχίσει να πληρώνει βαρύ φόρο αίματος στη νέα αυτή κρίση, επισήμως δεν αντιμετωπίζεται προς το παρόν παρά μόνο με διαβεβαιώσεις του τύπου «η ελληνική οικονομία είναι αρκούντως θωρακισμένη απέναντι σε τέτοιες απειλές». Τη βασιμότητα του ισχυρισμού αυτού γνωρίζουν ήδη πολλές επιχειρήσεις εκτεθειμένες σε δάνεια, όπως επίσης και χιλιάδες νοικοκυριά.
Ίσως το μόνο όφελος είναι να αποφευχθεί πανικός ενόψει των εκλογών του Μαΐου. Λογικό, αλλά πόσο μπορεί να αντέξει; Ακόμα λογικότερο ίσως αποδειχτεί αυτό που ακούγεται στα κέντρα λήψης των πολιτικών αποφάσεων στην Αθήνα, ότι η προσεχής κυβέρνηση πρέπει να είναι πολιτική και όχι τεχνοκρατική υπό τη διεύθυνση τρίτου προσώπου, που είναι πιο εύκολο να διοχετεύσει ακόμα πιο βαθιά την κρίση στην κοινωνία.