«Οι κοινωνικές πολιτικές βλάπτουν τη δυναμική της αγοράς και ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να καθίσουν στον καναπέ» υποστήριζε έναν… αιώνα πριν, ο Ουμπέρτο Ρίτσι, ο φιλελεύθερος οικονομικός σύμβουλος του δικτάτορα Μουσολίνι. «Όταν μια κυβέρνηση παρέχει επιδόματα σε ανέργους, μπαίνει ο πειρασμός να μείνεις άνεργος για το επίδομα», διακήρυσσε ο Ρίτσι, συμβουλεύοντας το 1925 τον Μουσολίνι να κάνει περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, να συμπιέσει τους μισθούς και να αυξήσει τη φορολογία. Με λίγα λόγια: λιτότητα σε όλα τα μέτωπα. Όχι μόνο για να βελτιωθούν τα οικονομικά του κράτους.
Πράγματι, στην πρώτη του ομιλία στο Κοινοβούλιο, ο Μπενίτο Μουσολίνι είχε συνοψίσει τις οδηγίες για την εσωτερική πολιτική σε «οικονομία, εργασία, πειθαρχία», υποσχόμενος να βάλει τέλος σε κάθε «κρατική παρέμβαση».
«Η οικονομική ελίτ εξέφρασε την πλήρη υποστήριξή του στις οικονομικές πολιτικές του καθεστώτος Μουσολίνι, ξεκινώντας από την επιθυμία να «να βάλει τέλος στην αύξηση των δημοσίων δαπανών » και να περιορίσει τις μισθολογικές αυξήσεις που επιτεύχθηκαν χάρη στις μαζικές απεργίες του 1919 και του 1920» γράφει η Ιταλίδα οικονομολόγος Κλάρα Ματέι στο εξαιρετικό της βιβλίο: Clara E. Mattei στο Operazione austerità (Επιχείρηση λιτότητα- Πώς οι οικονομολόγοι άνοιξαν το δρόμο για τον φασισμό).
Η Κλάρα Ματέι γράφει για την ιστορία της Ιταλίας και της Ευρώπης, στη δεκαετία του 1920. Στην εποχή του Μεσοπολέμου. «Για να είναι επιτυχής, η λιτότητα χρειαζόταν τον φασισμό: μια αυταρχική κυβέρνηση που με βία και πολιτική ατιμωρησία θα κατάφερνε να επιβάλει την εθνικιστική της βούληση. Ο φασισμός, με τη σειρά του, χρειαζόταν τη λιτότητα για να δυναμώσει», γράφει η Ματέι που διδάσκει Οικονομικά στο New School for Social Research, στη Νέα Υόρκη. «Η λιτότητα χρησιμεύει για να κάνει τους εργαζόμενους πειθήνιους και να υπόκεινται σε κάθε εκβιασμό», υποστηρίζει η Ματέι και προσθέτει: «Ήταν ο σχεδιασμός της λιτότητας που οδήγησε τον διεθνή και εθνικό πολιτικό κόσμο να στηρίξει το καθεστώς Μουσολίνι, ακόμη και μετά τους πολύ φασιστικούς νόμους».
Το καθεστώς Μουσολίνι, για να αποκαταστήσει -όπως έλεγε -τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας, επέβαλε μια δραστική περικοπή των μισθών στη βιομηχανία και τη γεωργία και στα επιδόματα για τους δημόσιους υπαλλήλους.
Λίγο αργότερα ήρθε η αναστολή των κρατικών εισφορών στην ασφάλιση ανεργίας, η περικοπή των επιδομάτων και των συντάξεων για τους βετεράνους, οι απολύσεις δεκάδων χιλιάδων ταχυδρομικών και σιδηροδρομικών και η ιδιωτικοποίηση της τηλεφωνίας.
Η λιτότητα και η νέο-φιλελεύθερη πολιτική δεν είναι λοιπόν κάτι νέο ούτε προϊόν της λεγόμενης νεοφιλελεύθερης εποχής που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Για περισσότερο από έναν αιώνα, οι κυβερνήσεις όταν βρεθούν εν μέσω οικονομικής κρίσης, εφαρμόζουν πολιτικές λιτότητας, δηλαδή περικοπές στο κράτος πρόνοιας, ιδιωτικοποιήσεις, μείωση των μισθών και απορρύθμιση της αγοράς εργασίας.
Σήμερα, έναν αιώνα μετά, η πολιτική της λιτότητας, το «ευαγγέλιο» των νέο-φιλελεύθερων οικονομολόγων, φαίνεται να επιδεινώνει τα προβλήματα αντί να τα λύνει. Τόσο πολύ, που όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι και πολιτικοί λένε ότι η λιτότητα δεν λειτουργεί. Γιατί αυτές οι πολιτικές μπορεί να καθησυχάζουν τους διεθνείς δανειστές, αλλά παράγουν καταστροφικές κοινωνικές επιπτώσεις. Και όχι μόνο. Οι πολιτικές λιτότητας δίνουν τροφή στην λαϊκίστικη άκρα δεξιά που ψαρεύει ψήφους σε θολά νερά…