Σε στιγμές τραγωδίας, το καλύτερο αντίδοτο για την Κοινωνία, πρέπει να είναι η σιωπή. Η σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη, βύθισε στο πένθος ολόκληρη τη χώρα. Οι στιγμές είναι δύσκολες, πρέπει όλοι να σταθούμε στο πλευρό των οικογενειών, που τόσο άδικα, έχασαν τα αγαπημένα τους παιδιά, τους δικούς τους ανθρώπους…
Τα αντανακλαστικά που επέδειξε η Κοινωνία, λίγες ώρες μετά το τραγικό συμβάν, δείχνουν ότι διαθέτει ακόμα σφυγμό. Μέσα από τη σιωπή και τον θρήνο, εκατοντάδες συμπολίτες μας, βρέθηκαν στα νοσοκομεία όλης της χώρας, για να δώσουν αίμα. Οι τραυματίες είναι πολλοί, κάθε φιάλη αίμα που προσφέρουμε είναι πολύτιμη. Ειδικά τα νέα παιδιά, που κάποια από αυτά έχασαν τους φίλους τους, έδειξαν την ανθρωπιά τους. Ας παραδειγματιστούμε όλοι από αυτά. Είναι το μέλλον της Κοινωνίας, έχουν χτυπηθεί τόσο πολύ τα όνειρά τους και οι επιθυμίες τους, όλα αυτά τα δύσκολα μνημονιακά χρόνια, που τους αξίζουν διπλά μπράβο για το θάρρος τους. Για την αυταπάρνηση και για την καθαρότητα της ψυχής τους. Μια καθαρότητα ζηλευτή, που αρκετοί από εμάς, που μεγαλώσαμε πια, αναζητούμε μάταια για να βρούμε.
Η Κοινωνία όμως δεν είναι ξεκομμένη από εμάς, που ασκούμε το επάγγελμα (λειτούργημα για ορισμένους αιθεροβάμονες, όπως ο υπογράφων) της δημοσιογραφίας. Είμαστε κομμάτι της, συμμετέχουμε ενεργά στα δρώμενα, πολλές φορές καθορίζουμε τις εξελίξεις. Ο ρόλος μας είναι κρίσιμος και εν πολλοίς ο τρόπος που κάνουμε τη δουλειά μας, έχει αντίκτυπο στην ίδια την ποιότητα της Δημοκρατίας. Μέσα από τέτοιες τραγωδίες, η αυτοκριτική πρέπει να είναι κάτι παραπάνω από υποχρέωση. Είναι αναγκαία συνθήκη.
Οι σιδηρόδρομοι της χώρας βρίσκονται εκεί. Μαζί και τα προβλήματά τους, εδώ και χρόνια. Μέσα σε λίγες ώρες μετά την τραγική σύγκρουση των δύο τρένων, κατάφερε η ελληνική δημοσιογραφία να ενημερώσει τους πολίτες για τα προβλήματα αυτά. Μάθαμε για τις φωτοσημάνσεις που δεν υπήρχαν, για τα συστήματα τηλεδιοίκησης που αποτελούν ακόμα «κενό γράμμα». Θυμηθήκαμε ακόμα και εκείνους τους συνδικαλιστές, που επίμονα με ανακοινώσεις τους, σχεδόν προφητικά είχαν προαναγγείλει την τραγωδία των Τεμπών.
Αλήθεια, πού ήταν η ελληνική δημοσιογραφία όλο το προηγούμενο διάστημα; Οι ευθύνες είναι βαρύτατες και, αν δεν κάνουμε την αυτοκριτική μας, μόλις σβήσουν τα φώτα, τότε θα είμαστε άξιοι της (αξιοθρήνητης) μοίρας μας. Ναι, υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις. Δεν πρέπει να είμαστε ισοπεδωτικοί. Υπήρξαν και υπάρχουν συνάδελφοι που κάνουν εξαιρετική δουλειά. Πρέπει όμως να παραδεχτούμε με παρρησία, απευθυνόμενοι προς τους πολίτες, ότι το πρόσημο για την αποτελεσματικότητά μας, συνολικά ως κλάδος, είναι αρνητικό. Για την ποιότητα της ενημέρωσης, για την μη άσκηση της ενδεδειγμένης κριτικής προς την εκάστοτε εξουσία, που έχει ως αποτέλεσμα να μην ασκείται η ανάλογη πίεση προς τους κυβερνώντες. Έτσι, ορισμένοι εξ αυτών επαναπαύονται στις επίπλαστες (ενίοτε και… δημοσκοπικές) δάφνες που έχουν δημιουργήσει τριγύρω τους οι πάσης φύσεως κηφήνες και παρατρεχάμενοι και έτσι αδυνατούν να δουν το προφανές για να το διορθώσουν.
Η δημοσιογραφία πρέπει να είναι το «αγκάθι» στην Κοινωνία, για να την ξυπνά, να την αφυπνίζει, να την ενεργοποιεί. Όχι να την κρατάει σε βαθύ ύπνο, όπως συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό στη χώρα. Έτσι, φτάσαμε στο σημείο να θρηνούμε δεκάδες αδικοχαμένα νέα παιδιά.
Έστω και τώρα, ας αναλογιστούμε και εμείς την ευθύνη που έχουμε, απέναντι στην Κοινωνία. Ας κάνουμε (επιτέλους) τη δουλειά μας. Ο καθένας από το μετερίζι του. Όχι άλλα (τηλεοπτικά και όχι μόνο) κροκοδείλια δάκρυα. Το χρωστάμε σε αυτά τα αδικοχαμένα παιδιά. Σε αυτές τις οικογένειες που θρηνούν. Το χρωστάμε στον ίδιο μας τον εαυτό.