Του Γιώργου Πλειού,
Καθηγητή στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και αντίθετα προς ότι έκραζαν οι ιέρακες πολλοί πόλεμοι έλαβαν χώρα, ίσως περισσότεροι απ’ ότι σ’ όλοι τη διάρκεια του. Πολλοί πίστεψαν ότι μετά την 9/11 ο κόσμος θα άλλαζε ριζικά. Όσα ακολούθησαν άλλαξαν τον πριν την 9/11 κόσμο τόσο στο πεδίο των διεθνών σχέσεων όσο και στο εσωτερικό πολλών χωρών σε πολλά επίπεδα. Η κοινή συνισταμένη αυτών των αλλαγών ήταν η κλιμάκωση της επιτήρησης των πολιτών εσωτερικά και διεθνώς, η ένταση της ισλαμοφοβίας, αλλά και του ρόλου του χωροφύλακα εκ μέρους των ΗΠΑ στο όνομα της καταπολέμησης της «ισλαμικής τρομοκρατίας», το ξέσπασμα απανωτών οικονομικών κρίσεων κυρίως στο δυτικό βόρειο ημισφαίριο, η σταδιακή περιστολή των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, η ένταση της λογοκρισίας, η αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών στις περισσότερες χώρες του «αμερικανικού κόσμου» και της στρατιωτικοποίησης της δημόσιας ζωής κ.ά. Ωστόσο ο πόλεμος εκείνος που αλλάζει ριζικά τον μεταψυχροπολεμικό κόσμο είναι ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, κι αυτός δεν είναι καθόλου άσχετος με τις αλλαγές που προηγήθηκαν την προηγούμενη δεκαετία ή και εικοσαετία, αλλά αντίθετα σχετίζεται άμεσα με αυτές.
Με καθυστέρηση ενός έτους, ο Jens Stoltenberg ήρθε να πει αυτό που έλεγαν μετ’ επιτάσεως πολλοί επικριτές του ΝΑΤΟ, και οι οποίοι δέχθηκαν τόνους χυδαίων επιθέσεων γι’ αυτό με διάφορες προφάσεις και αφορμές, ότι ο πόλεμος ξεκίνησε από το 2014 με το πραξικόπημα από τα κάτω που άρχισε στις 18 Φεβρουαρίου στο Κίεβο, το οποίο είχα την ευκαιρία να ζήσω από πολύ κοντά. Διάφορες πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν εκείνη την περίοδο αλλά και τις επόμενες, από διαφορετικές και κάποιες φορές διασταυρωμένες πηγές, μαρτυρούσαν ότι η χρηματοδότηση αυτού του πραξικοπήματος ήταν αμερικανική, η υγειονομική υποστήριξη καναδική, η εκπαίδευση κάποιων «διαδηλωτών» προκειμένου να επιτεθούν στα κυβερνητικά κτίρια έγινε από ισραηλινούς ουκρανικής καταγωγής (α προπό διαθέτω δικά μου πρωτότυπα βίντεο από σκηνές παρόμοιας εκπαίδευσης), ενώ τα όπλα ήρθαν από αποθήκες στρατοπέδων στο Λβιβ, που τις διέρρηξαν φανατικοί οπαδοί του Μπαντέρα. Την εικόνα του Μπαντέρα όπως και σημαίες των Waffen SS μπορούσες να τη δεις παντού, ακόμα (επίσης διαθέτω πρωτότυπες τέτοιες φωτογραφίες) και σε κάποιες τουαλέτες ραδιοφωνικών σταθμών του Λβιβ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η έναρξη της «Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης», όπως χαρακτηρίστηκε ευφημιστικά από τη Ρωσία επρόκειτο να ξεκινήσει στις 22 Φεβρουαρίου 2022. Στις 22 Φεβρουαρίου 2014 απέκτησαν τον έλεγχο της εξουσίας οι κάθε λογής ακροδεξιοί στο Κίεβο. Κι έκτοτε ξεκίνησε το δράμα των Ουκρανών.
Ορισμένοι τεχνικής φύσεως λόγοι ανέβαλαν την έναρξη του πολέμου κατά δυο μέρες.
Το πραξικόπημα έφεραν σε πέρας εθνικιστικά, ακροδεξιά και φασιστικά στοιχεία, που κατάφεραν να ηγηθούν της πολύμηνης διαδήλωσης και να μετατρέψουν μια κοινωνική διαμαρτυρία (υπήρχαν και σκηνές με ρωσικές σημαίες στην κατάληψη, επίσης διαθέτω δικές μου πρωτότυπες φωτογραφίες και βίντεο) σε αντι-ρωσική εκστρατεία εντός και εκτός των συνόρων αναβιώνοντας το αφήγημα του μεγάλου λιμού (γκολοντομόρ). Οι συνέπειες του πολέμου που «ξεκίνησε το 2014» είναι πολλές. Μερικές από αυτές, ένα χρόνο μετά την επίσημη έναρξή του και ανεπίσημη κήρυξή του, είναι κατά τη γνώμη μου οι εξής.
1) Το δόγμα «Πριμακόφ», που διαμόρφωσε ο π. ΥΠΕΞ της Ρωσίας στα μέσα της δεκαετίας ’90 σύμφωνα με το οποίο η Ρωσία πρέπει να ανακτήσει την παλιά της αίγλη και δύναμη και να ξαναγίνει. μια παγκόσμια δύναμη, φαίνεται να γίνεται πραγματικότητα. Θεωρώ ότι ο ρόλος της Ρωσίας στην έκβαση των γεγονότων στην Μ. Ανατολή και τη Β. Αφρική δείχνει. ΟΙ ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ διαβλέποντας αυτή την επιστροφή της Ρωσίας στην παγκόσμια σκακιέρα, ξεκίνησαν την εκστρατεία της περικύκλωσής της. Το πιο χρήσιμο εργαλείο στάθηκε ο ακραίος Ουκρανικός εθνικισμός για πολλούς λόγους και σε μεγάλο βαθμό λόγω της γειτνίασης που μπορούσε να απειλήσει οικονομικά και στρατιωτικά τη Ρωσία.
Η εξέλιξη του Ρωσο-ουκρανικού πολέμου δείχνει ότι η Ρωσία πετυχαίνει ένα βασικό στόχο της όπως τον έχει διακηρύξει, να παύσει ο κόσμος να είναι μονο-πολικός, ενώ άλλοι διακηρυγμένοι στόχοι όπως η περίφημη «αποναζιστικοποίηση» είναι μάλλον ένα ρητορικό σχήμα καθώς ακροδεξιά σχήματα λειτουργούν στην ίδια τη Ρωσία αλλά και τον επαγγελματικό της στρατό, χωρίς αυτό να αντικρούει ότι όντως ναζιστικοί κύκλοι έχουν τον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού στην Ουκρανία από το 2014 και μετά . Η Δύση μπορεί να συσπειρώνεται γύρω από την Ουκρανία και αυτό να προκαλεί κόστος σε τεχνικά μέσα, χρήματα και ανθρώπινο δυναμικό στη Ρωσία, αλλά ένα μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κόσμου, χώρες με σημαντική οικονομική δύναμη και ιδιαίτερα η Κίνα διατηρούν και ενισχύουν τις σχέσεις τους με τη Ρωσία, η επιρροή της τελευταίας σε αυτές αυξάνει έτι περαιτέρω, ως αντίβαρο προς την ηγεμονική πολιτική των ΗΠΑ που τις πλήττει. Το όνειρο των Αμερικανών νέο-συντηρητικών για τον «Νέο Αμερικανικό Αιώνα» φαίνεται να συντρίβεται στις πεδιάδες της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, η οποία περίπου 30 χρόνια πριν ηττήθηκε πολιτικά από τις ΗΠΑ.
2) Πέρα από τις μεγάλες πολιτικές αλλαγές που συντελέστηκαν σε ένα χρόνο, διαφαίνονται και σημαντικές οικονομικές συνέπειες. Αντί να καταρρεύσει η ρωσική οικονομία λόγω των κυρώσεων, όπως περίμεναν οι εμπνευστές τους, φαίνεται πως ισχυροποιείται. Η ισοτιμία του ρουβλιού και η πορεία του χρέους της Ρωσίας αυτό φαίνεται να δείχνουν. Από την άλλη πλευρά, διαφαίνεται καθαρά το τέλος της παγκόσμιας κυριαρχίας του δολαρίου στις διεθνείς αγορές, τουλάχιστον της ενέργειας. Ενώ ένας νέος κύκλος οικονομικής κρίσης φαίνεται να ανοίγει για τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Το κόστος παραγωγής λόγω ενέργειας αυξάνει έως σημαντικά (όπως είχε γίνει, αλλά με άλλο τρόπο το 1973), επιχειρήσεις εγκαταλείπουν τη Γερμανία για να μετακομίσουν στις ΗΠΑ, την Ουγγαρία, την Τουρκία και άλλες χώρες. Έτσι η ρωσική ενέργεια γίνεται πιο φτηνή και καθιστά επί του παρόντος πιο ανταγωνιστική την οικονομία της, όπως και την οικονομία άλλων χωρών που χρησιμοποιούν τη ρωσική ενέργεια. Κάτι που ευνοεί ιδιαίτερα την Κίνα αλλά και την Ινδία, η οποία μεταπωλεί με κέρδος το ρωσικό πετρέλαιο στη Δύση. Κάτι που όπως φαίνεται κάνουν και δυτικοί επιχειρηματίες συμπεριλαμβανομένων και Ελλήνων. Έτσι η Δύση εξακολουθεί να καίει δυτικό πετρέλαιο, αλλά σε αυξημένες τιμές, όπως άλλωστε και αμερικανικό αέριο. Σε κάθε περίπτωση, ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος μπορεί να διεξάγεται στην Ευρώπη, αλλά τα αποτελέσματά της θα φανούν ένθεν κακείθεν του Ειρηνικού ωκεανού. Έτσι, η οικονομική ενίσχυση της ρωσικής οικονομίας, αυτοτελώς ή και μέσα από τις διεθνείς της συνεργασίας είναι πολύ πιθανό να επανενισχύει τον πολιτικό της ρόλος και τις επιδιώξεις της.
Ακριβώς όμως επειδή η Ρωσία αναβαθμίζει τη θέση της σε έναν νέο κόσμο, και καθώς η ηγεσία Πούτιν εκφράζει τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της ρωσικής ολιγαρχίας (όπως ο Ζελένσκι εκφράζει τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της ουκρανικής ολιγαρχίας και των δυτικών ελίτ), ο κόσμος αυτός δεν είναι ευσταθής και ειρηνικός, αλλά ευμετάβλητος με πολλαπλασιασμό και διασπορά των συγκρούσεων εκτός και εντός των χωρών της Ευρασίας. Ο Ρωσο-ουκρανικός πόλεμος (το ιστορικό και τη λογική του οποίου μπορεί να δει στο εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του Oliver Stone ) είναι ένας πόλεμος που διεξάγουν δια αντιπροσώπων οι ρωσικές και δυτικές-ουκρανική ελίτ. Απ’ αυτόν τον πόλεμο δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα οι απλοί πολίτες του μόχθου.
3) Δεν είναι διόλου αμελητέες οι αλλαγές που συντελέστηκαν στον πολιτιστικό (και συνάμα πολιτικό) τομέα και κυρίως στα ΜΜΕ. Η Δύση πάντα καυχιόταν για την ελευθερία του Τύπου και των ΜΜΕ, για το μότο (που λανθασμένα αποδίδεται στον Βολταίρο) «Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες». Ήταν το ηθικό της πλεονέκτημα και ένα από τα κύρια επιχειρήματα της υπεροχής της απέναντι σε αυταρχικά καθεστώτα, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας. Από τη στιγμή που με πολιτική απόφαση σταμάτησε η εκπομπή ρωσικών μέσων ή άρχισαν οι διακρίσεις δημοσιογράφων που εργάζονται σε ρωσικά μέσα ή θεωρούνται ύποπτοι για συμπάθειες προς τη Ρωσία και απομακρύνονται από τις θέσεις τους, η Δύση έχασε αυτό το πλεονέκτημα. Χωρίς αυτό χάνει σημαντικό μέρος της ελκυστικότητάς της. Χωρίς αυτό η ΕΕ από-ευρωποποιείται. Χωρίς αυτό δεν απομακρύνεται, αλλά αντίθετα προσεγγίζει τη Ρωσία.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η ρωσοφοβία. Η ρωσοφοβία ήρθε να αντικαταστήσει το φόβο της «Ισλαμικής τρομοκρατίας» ο οποίος αντικατέστησε το φόβο του κομμουνισμού στο μοντέλο της προπαγάνδας των Χέρμαν και Τσόμσκι. Ένας νέος μακαρθισμός πλανιέται πάνω από την Ευρώπη. Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα της ρωσοφοβίας είναι όχι η καταπολέμηση οτιδήποτε είναι ρωσικού αλλά οποιουδήποτε δυτικού δημιουργού, καλλιτέχνη κ.ά. τολμάει να επικαλείται τη ρωσική κουλτούρα του παρελθόντος ή του παρόντος. Ο μεγάλος αντίκτυπος της ρωσοφοβίας δεν θα πλήξει την ίδια τη Ρωσία αλλά τις δυτικές χώρες και τον πολιτισμό τους.
4) Τέλος, ίσως είναι απαραίτητο να δούμε τι μέλλει γενέσθαι με τα στρατιωτικά εργαλεία και το οπλοστάσιο της Δύσης. Ήδη ένα μεγάλο μέρος του οπλισμού πολλών δυτικών χωρών έχει εξαντληθεί στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο ενώ η παραγωγή και το κόστος της δυσχεραίνουν την αντικατάσταση του, παρότι οι παραγγελίες της κυβέρνησης των ΗΠΑ, αλλά και της Ρωσίας, συνεχίζονται. Εξ ου και ο αυξανόμενος δισταγμός ή και η μειούμενη/μετ’ εμποδίων στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία. Το δεδομένο αυτό, μαζί με τη μετατροπή του ΝΑΤΟ σε καθαρά επιθετικό οργανισμό και σε συνδυασμό με τις αυξανόμενες διαφωνίες για το χειρισμό της ουκρανικής κρίσης οδηγεί σε αργά αρχικά αλλά διακριτά βήματα απομάκρυνσης ή έστω διαφοροποίησης κάποιων χωρών. Το έχουν πράξει η Ουγγαρία, η Τουρκία, η Βουλγαρία κ.ά. χώρες με διάφορους τρόπους. Το νόημα είναι σαφές. Από στρατιωτική άποψη το ΝΑΤΟ δεν είναι πλέον τόσο ισχυρό όπως ήταν παλιότερα λ.χ. στους πολέμους της Γιουγκοσλαβίας ή στο Ιράκ κι αυτό ενδέχεται να ανοίξει την όρεξη και άλλων διεκδικητών των θέσεων περιφερειακής υπερδύναμης. Μέρος της δύναμής του ΝΑΤΟ αναλώθηκε στον πόλεμο δια αντιπροσώπων εναντίον της Ρωσίας. Οι γκρίνιες στο εσωτερικό της Συμμαχίας μπορεί να επεκταθούν και να ενταθούν. Άγνωστο τι μπορεί να σημάνει αυτό όχι μόνο στη Δύση αλλά και για τις αντιδράσεις της Ρωσίας και των δικών της συμμάχων. Έτσι, όσο το ΝΑΤΟ και η Ρωσία αναλώνονται στρατιωτικά στην μεταξύ τους αντιπαράθεση, τουλάχιστον στην περιοχή των συμβατικών όπλων (η Ουκρανία αντιμετωπίζεται από τη Δύση απλώς ως ένα ομιλών όπλο, ως πολεμικός δούλος δηλαδή) η Κίνα παραμένει ανεπηρέαστη. Η πιθανή εξασθένιση και των δυο είναι προς όφελός της.
Συνολικά λοιπόν ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος αλλάζει ριζικά τον μετα-ψυχροπολεμικό κόσμο ή, πράγμα που είναι το ίδιο, αποτελεί την σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι αυτής διαδικασίας αλλαγής που ξεκίνησε από τις αρχές του 2000. Τώρα πράγματι ο κόσμος μπαίνει σε αχαρτογράφητα, όσο και επικίνδυνα, νερά.