Ζούμε σε μία σπασμωδική εποχή. Μία εποχή γεμάτη ερωτήματα που δύσκολα απαντώνται. Δεν είναι ακόμη γνωστό πόσο θα διαρκέσει ο πόλεμος και είναι ολοένα και πιο δύσκολο να τολμήσουμε να κάνουμε προβλέψεις. Είμαστε, εν ολίγοις, «σε έναν κόσμο σε …αναστολή».
Κατ’ αρχήν, αυτοί που δεν κατάλαβαν τι επρόκειτο να συμβεί πριν ένα χρόνο, ήταν οι σημαντικότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες. Ο καγκελάριος Σολτς σκεφτόταν να συνεχίσει την πολιτική διαλόγου που ξεκίνησε η Μέρκελ. Ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν είχε κηρύξει το ΝΑΤΟ «εγκεφαλικά νεκρό». Και οι δύο έπρεπε να αλλάξουν με οδυνηρό τρόπο γνώμη. Ο πόλεμος στα ανατολικά σύνορα της Γηραιάς ηπείρου ανέτρεψε τα σχέδιά τους: Αλλά και την πρωτοκαθεδρία τους στην Ευρώπη.
Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα έντονα «αντιρωσικό» τμήμα στην Ευρώπη. Ολόκληρη η ανατολική πλευρά «παντρεύεται» με την αμερικανική γραμμή. Φέραμε για οικονομικούς λόγους της Γερμανίας κυρίως, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μια ολόκληρη σειρά χωρών που μπήκαν για να προστατεύσουν την κυριαρχία που ανακτήθηκε μετά από περισσότερο από μισό αιώνα ρωσοσοβιετικής κυριαρχίας.
Χώρες όπως η Πολωνία και άλλες παίζουν ένα παιχνίδι στο οποίο βλέπουν την ευκαιρία να επιφέρουν ένα τεράστιο πλήγμα στη Ρωσία. Ακόμη και με προπαγανδιστικό τρόπο, ακόμη και υπερβάλλοντας την πιθανή απειλή που μπορεί να θέσει η Ρωσία στην υπόλοιπη Ευρώπη ή στο έδαφος του ΝΑΤΟ. Σε αυτές τις χώρες, ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης και των ελίτ, από ιστορία και γεωγραφική θέση, θεωρούν αντικειμενικά τον Πούτιν ως κίνδυνο.
Η παλιά Ευρώπη όμως έχει διαφορετική ιδέα για τις σχέσεις με τη Μόσχα. Η Ρωσία θα συνεχίσει να υπάρχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Συμπληρωματική σχέση
Για το μεγαλύτερο τμήμα της δυτικοευρωπαϊκής κοινής γνώμης, αυτή η απειλή δεν υπάρχει: Αν και καταδικάζουν και σωστά για ηθικούς λόγους τον πόλεμο, δεν αισθάνονται πραγματικά τη Ρωσία ως τέτοια. Είναι πεπεισμένοι οι Δυτικοευρωπαίοι ότι μεθαύριο δεν θα συναντήσουν τον ρωσικό στρατό στη Ρώμη, στο Παρίσι ή στο Βερολίνο, όπως ισχυρίζεται ένας Πολωνός ή κάποιος πολίτης των χωρών της Βαλτικής. Και αν η Ρωσία δεν κάνει απίστευτα πράγματα, όπως να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα, η κοινή γνώμη στη Δυτική Ευρώπη, θα τείνει να κουραστεί και να ζητάει συμβιβαστική λύση μέσω διαπραγματεύσεων.
Οι Δυτικοευρωπαίοι δεν θέλουν να ταπεινώσουν τον Πούτιν, αλλά να του προσφέρουν μια διέξοδο, όπως δείχνουν οι τελευταίες διεργασίες Σολτς και Μακρόν για την εξεύρεση ενός ειρηνευτικού σχεδίου. Αντίθετα, η Αμερική του Μπάιντεν εξακολουθεί να είναι πεπεισμένη ότι ο Πούτιν πρέπει να αποδυναμωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο. Οι Αμερικανοί δεν αποκλείουν καθόλου ότι ο πόλεμος θα μπορούσε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να εκδιώξουν τον Πούτιν από το Κρεμλίνο.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι όμως γεωγραφικά απομακρυσμένες από τη σύγκρουση και ήταν πολύ λιγότερο εκτεθειμένες στη Ρωσία και από ενεργειακή άποψη. Με την επανάσταση του σχιστολιθικού φυσικού αερίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιστρέψει ως καθαρός εξαγωγέας ενέργειας. Άρα μπορούν να προωθούν τα πακέτα και τα σχέδια του Μπάιντεν για την ενίσχυση επιχειρήσεων και νοικοκυριών στην Αμερική.
Αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι η Ευρώπη είναι κοντά στη Ρωσία. Ούτε το γεγονός ότι η Ευρώπη και η Ρωσία είναι …συμπληρωματικές. Η Ευρώπη φτωχή σε πρώτες ύλες αλλά άκρως βιομηχανοποιημένη, έχει αναγκαστικά ως ορίζοντα επιλογής τη Ρωσία, που είναι μεν τεράστια,πλούσια σε πρώτες ύλες αλλά και με αστεία μεταποιητική οικονομία. Δεν ήταν τυχαίο που ένωσε τις δυο πλευρές ,η ενεργειακή σχέση.
Σύμπλεγμα ανωτερότητας
Καταλαβαίνεις πολλά, διαβάζοντας το τελευταίο βιβλίο του διάσημου Ιταλού δημοσιογράφου Τζουζέπε Σαρκίνα, ανταποκριτή της Corriere Della Sera στην Ουάσιγκτον. Ο τίτλος: «Ο αιωρούμενος κόσμος. Ο πόλεμος και η αμερικανική ηγεμονία στην Ευρώπη». Επτά χρόνια διαπιστευμένος στον Λευκό Οίκο ο Σαρκίνα, ψυχολογεί άριστα τους Αμερικανούς: «Πολλοί Αμερικανοί πολιτικοί, είτε είναι κυβερνήτες μιας πολιτείας, βουλευτές ή γερουσιαστές, αργά ή γρήγορα αναπτύσσουν ένα εμφανές σύμπλεγμα ανωτερότητας. Αυτό το φαινόμενο βέβαια είναι ακόμη πιο ορατό με τους προέδρους: Η παγκόσμια υπεροχή της χώρας , με στρατιωτικούς, οικονομικούς και τεχνολογικούς όρους ,τοποθετεί αυτόματα τον κάτοχο του Λευκού Οίκου σε μια κυρίαρχη διάσταση, σε σχέση με όλους τους άλλους αρχηγούς κρατών ή κυβερνήσεων. Ο Ντόναλντ Τραμπ θεωρούσε τον εαυτό του, σύμφωνα με τα λόγια του, «άτομο ανώτερης κατηγορίας και ευφυΐας».
Ο Μπάιντεν θεωρεί τον εαυτό του τον «πιο ειδικό» πολιτικό ολόκληρου του έθνους και, ως εκ τούτου, αυτονόητα, όλου του κόσμου. «Είμαστε οι Ηνωμένες Πολιτείες, τίποτα δεν αποκλείεται από εμάς» επαναλαμβάνει συνεχώς ο Μπάιντεν και προσθέτει: «Είμαστε οι ηγέτες της Δύσης».
Ο Αμερικανός πρόεδρος το εξήγησε πρόσφατα τρώγωντας …πίτσα στους αλεξιπτωτιστές της «82ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας», στη βάση του Ρζέτσοφ, μια πόλη περίπου 100 χιλιόμετρα από τα σύνορα με την Ουκρανία, με την ευκαιρία της επίσκεψης στην Πολωνία: «Είμαστε, είστε στη μέση μιας εποχικής σύγκρουσης; Δεν θέλω να ακούγομαι πολύ φιλοσοφημένος, αλλά έτσι είναι. Είναι μια σύγκρουση μεταξύ δημοκρατίας και ολιγαρχιών. Δεν είστε εδώ μόνο για να ανακουφίσετε τα δεινά του ουκρανικού λαού. Κάτι πολύ μεγαλύτερο κρίνεται εδώ: Ποιος θα κερδίσει ανάμεσα σε εμάς και σε αυτούς; Οι δικές μας ή οι δικές τους αξίες;».
Αν δεν το καταλαβαίνουμε αυτό, δεν καταλαβαίνουμε την Αμερική. Ούτε τον αιωρούμενο κόσμο μας …