Οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα παραμένουν στην πρώτη… σειρά των ραφιών στα σούπερ μάρκετ, με τον Γενικό Δείκτη Τιμών να διατηρείται σε καθοδική πορεία, οδηγούμενος από τις μειωμένες τιμές των προϊόντων ενέργειας, καθώς και τα χαμηλότερα κόστη προμήθειας πολλών πρώτων υλών.
Τι κρατά, όμως, τις τιμές των τροφίμων σε υψηλά επίπεδα; Οι λόγοι είναι πολλοί και σοβαροί, όπως η χρονική υστέρηση με την οποία φθάνουν στις τελικές τιμές προϊόντων οι μειώσεις τιμών πρώτων υλών και ενέργειας, η αναπλήρωση των απωλειών εσόδων που σημειώνουν πολυεθνικοί όμιλοι, λόγω της αποχώρησής τους από τη ρωσική αγορά, αλλά και των μειωμένων όγκων που διακινούν στην Ουκρανία, η υψηλή ζήτηση των τροφίμων, που επί της ουσίας αποτελούν ανελαστικό έξοδο για τους καταναλωτές, και η συγκέντρωση της παραγωγής για αρκετές κατηγορίες προϊόντων σε λίγους και ισχυρούς παίκτες.
Αυτά ως προς την καθημερινότητα της αγοράς, διότι υπάρχει και η καθημερινότητα των καταναλωτών, όπου επίσης παρατηρούνται δυσκαμψίες, με χαρακτηριστικότερη την ελλιπή ενημέρωση για την πραγματική εξέλιξη των τιμών, τη διαφοροποίηση των τιμών από προϊόν σε προϊόν και από αλυσίδα σε αλυσίδα, όπως και τη διαφοροποίησή τους βάσει ποιότητας. Δομικό πρόβλημα αποτελεί και η υποβαθμισμένη καταναλωτική συνείδηση. Ο μέσος καταναλωτής δεν αντιλαμβάνεται ποια είναι η πραγματική δύναμη που κρατά στα χέρια του. Δεν αντιλαμβάνεται ότι το πορτοφόλι του, όσο μικρό κι αν είναι, κρύβει μεγάλη ισχύ, η οποία διογκώνεται πολλαπλασιαζόμενη μέσα από το σύνολο των καταναλωτών.
Όσο κι αν ακούγεται οξύμωρο, η επιβολή… τάξης στις τιμές της αγοράς, πάντα με σεβασμό στη λειτουργία του ανταγωνισμού, εξαρτάται από τον ίδιο τον καταναλωτή, εφόσον παρουσιάζεται περισσότερο συνειδητοποιημένος, δυναμικός, ενημερωμένος, αποφασισμένος να «διαβάσει» τον νόμο ώστε σε κάθε συναλλαγή του με τον οιονδήποτε έμπορο να περνά τη γραμμή του. Kαι η ευθύνη για έναν πιο «διαβασμένο» καταναλωτή ανήκει αποκλειστικά στην πολιτεία.