Αν κάτι ωθεί αναπτυξιακά κάθε χώρα, είναι το λεγόμενο «φρέσκο χρήμα». Ως φρέσκο χρήμα λογίζουμε το συνάλλαγμα οποιασδήποτε μορφής, από τις μεταφορές, τις εξαγωγές, τον τουρισμό κ.ά., καθώς επίσης τα κεφάλαια προερχόμενα από τις νέες άμεσες ξένες επενδύσεις. Ο συνδυασμός των συγκεκριμένων πηγών είναι που αθροίζει το εισαγόμενο χρήμα, καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό την επόμενη μέρα του ΑΕΠ.
Η Ελληνική οικονομία τα τελευταία λίγα χρόνια, ιδιαίτερα μετά την έξοδό της από τα μνημόνια, έχει το προνόμιο να ενισχύεται αισθητά από εισαγόμενα κεφάλαια, συναλλαγματικά και επενδυτικά.
Κρίνοντας, μάλιστα, από τα όσα πράττει η κυβέρνηση, η προσπάθεια στο μέτωπο των επενδύσεων δεν σταματά, ακόμη και κατά την προεκλογική περίοδο.
Ο αγώνας, εξάλλου, απόκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα απαιτεί οι πρωτοβουλίες προσέλκυσης νέων επενδύσεων να είναι αδιάκοπες και η διατήρηση της θετικής αξιολόγησης επιβάλλει την άσκηση ανάλογων πολιτικών.
Πρόκειται για μια ιδιότυπη εθνική σκυταλοδρομία, που προϋποθέτει ανεξάντλητες αντοχές, γρήγορα αντανακλαστικά και κυρίως απόλυτη σύμπνοια μεταξύ των κομμάτων. Η συνεχής τόνωση των άμεσων ξένων επενδύσεων είναι προς το συμφέρον όλων και ο στόχος κοινός: Η κατάκτηση από την Ελλάδα της πρώτης θέσης ως επενδυτικός προορισμός ισχυρών εθνικών αγορών, όπως των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, των ΗΠΑ ή και της Ιαπωνίας αν και η τελευταία επενδύει στην Ελλάδα σχεδόν αποκλειστικά θεσμικά, τοποθετούμενη σε κρατικούς τίτλους.
Από την έντυπη έκδοση