Μηνύματα αισιοδοξίας για την πορεία της οικονομίας πέρασε, όπως ήταν αναμενόμενο, ο πρωθυπουργός με την πρώτη προεκλογικού χαρακτήρα συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε χθες στα μέσα ενημέρωσης.
Όπως εξήγησε ο κ. Μητσοτάκης, η ελληνική οικονομία, αν και δοκιμάστηκε από την πανδημία αρχικά και τη γεωπολιτική αστάθεια και τον υπερπληθωρισμό στη συνέχεια, έχοντας προηγουμένως γλιτώσει από τις συμπληγάδες της πολυετούς κρίσης χρέους, κατάφερε και κέρδισε την προσοχή των διεθνών επενδυτών, με το ΑΕΠ να καταγράφει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και τα μακροοικονομικά μεγέθη να βελτιώνονται συνεχώς, ενώ υπήρξε δημοσιονομικός χώρος για όλες τις αναγκαίες ενισχύσεις υπέρ των ευάλωτων, ενισχύσεις οι οποίες φαίνεται ότι θα συνεχιστούν και τον Φεβρουάριο. Δεν έλειψαν η «διόρθωση» του κατώτατου μισθού, οι αυξήσεις στις συντάξεις και το ψαλίδισμα εισφορών.
Πέραν, όμως, των θετικών συμπερασμάτων, από τα λεγόμενα του πρωθυπουργού προέκυψαν και ορισμένα άκρως ενδιαφέροντα σχόλια, που κατέδειξαν δυσκολίες διαχείρισης κρίσιμων ζητημάτων της οικονομίας ή και αντιμετώπισης -επαρκώς- χρόνιων παθογενειών της αγοράς.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα η μη ολοκλήρωση της αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, η συνεχιζόμενη… διαφυγή των φοροφυγάδων, ο άνευρος ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών και το συνεχιζόμενο σφυροκόπημα της ακρίβειας με παράλληλη διατήρηση των μισθών σε χαμηλά επίπεδα.
Ενδιαφέρον είχε και η απόσταση που κράτησε ο πρωθυπουργός από το ζήτημα της επαναφοράς των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας ή της διεκδίκησης ποσών που δόθηκαν από το Δημόσιο παράτυπα σε ιδιώτες προμηθευτές με απευθείας αναθέσεις έργων.
Ανεξάρτητα, πάντως, από τα όσα ειπώθηκαν χθες, «ταμείο» για την οικονομία θα γίνει λίγο πριν από τις εκλογές…