Οι λεγόμενοι «Beltway insiders» – το πολιτικό κατεστημένο που ζει στην Ουάσιγκτον – στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, καλούν τους Αμερικανούς να δουν τον πόλεμο αυτόν ως τον αγώνα για τη δημοκρατία και τη φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη πραγμάτων.
Αυτή η επιχείρηση ταιριάζει με τις τακτικές των νεοσυντηρητικών, που επιχείρησαν το ίδιο στον παγκόσμιο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και συνέβαλαν τα μέγιστα στον πόλεμο στο Ιράκ που κράτησε σχεδόν μια δεκαετία και στον πόλεμο στο Αφγανιστάν που κράτησε 20 ολόκληρα χρόνια.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πόλεμοι στην Κορέα, το Βιετνάμ, το Ιράκ και το Αφγανιστάν ήταν τελικά εξαιρετικά αντιδημοφιλείς. Ωστόσο, οι ΗΠΑ πολέμησαν στην Κορέα για τρία χρόνια, στο Ιράκ για σχεδόν εννέα χρόνια και στο Βιετνάμ και στο Αφγανιστάν για σχεδόν 20 χρόνια.
Αν προσθέσουμε σε αυτούς τους πολέμους την οικονομική κατάρρευση του 2008 που στοίχισε πολύ, αλλά περισσότερο στην παγκόσμια μεσαία τάξη, πρέπει να γίνει κατανοητό γιατί τέτοιου είδους εκστρατείες αποτελούν τελικά τη βάση για μεγάλα κινήματα – τόσο στα αριστερά όσο και στα δεξιά.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες για παράδειγμα, η άνοδος του κεντροαριστερού γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς και του Ντόναλντ Τραμπ, τροφοδοτήθηκε εν μέρει από τον συνεχιζόμενο σκεπτικισμό για τους συνεχείς πολέμους από τις ελίτ που βρίσκονται στο τιμόνι της εξωτερικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών.
Θα πίστευε κανείς ότι αυτές οι ελίτ θα είχαν πάρει το μάθημά τους με τόσους πολέμους, αλλά η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αναθέρμανε τη φαντασία τους για μια νέα παγκόσμια εκστρατεία .
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κοινό ανησυχεί για έναν παρατεταμένο πόλεμο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε περισσότερους θανάτους και σε μια άμεση αντιπαράθεση των Ηνωμένων Πολιτειών με τους Ρώσους.
Οι πολίτες ενδιαφέρονται ολοένα και περισσότερο για διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου το συντομότερο δυνατό, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει τελικά παραχωρήσεις και για τις δύο πλευρές.
Οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι πολίτες έχουν το δικαίωμα να κουράζονται από τη σύγκρουση και να θέλουν να τελειώσει.
Είναι στραβό το κλήμα
Δεν είναι όμως καλό το κλίμα. Ήταν στραβό το κλήμα το έφαγε και ο γάιδαρος, λέει ο λαός.
Ο Γενς Στόλτενμπεργκ, Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, όπως και το Κογκρέσο ,ένιωσαν την επείγουσα ανάγκη να κάνουν γνωστό πώς τα αποθέματα όπλων των ΗΠΑ και της Ευρώπης μειώνονται σημαντικά επικίνδυνα και ανησυχητικά, μετά τις συνεχείς προμήθειες προς την Ουκρανία. Επομένως, πρέπει να παραχθούν περισσότερα όπλα.
Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ήταν πολύ χαρούμενη που εγγυήθηκε τη δέσμευση της Ένωσης για μια πρόσθετη προσπάθεια στον τομέα του πολέμου .
Το CNN επιβεβαίωσε πώς ο ουκρανικός στρατός θα εκπαιδευτεί στη χρήση πυραύλων Patriot στη στρατιωτική βάση Fort Sill στην Οκλαχόμα, πιστοποιώντας επίσημα την άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ στη σύγκρουση. Ο Πούτιν από την άλλα πλευρά αφού απέτυχε με τον «στρατηγό Αρμαγεδδωνα» Σοροβίκιν, άλλαξε αρχηγό στον πόλεμο μήπως και εμφανίσει κάτι σαν νίκη στον ρωσικό λαό.
Δυστυχώς, ενώ οι απλοί πολίτες ζητούν ειρηνευτικές συνομιλίες, ο κόσμος ετοιμάζεται για πόλεμο. Με μια πολεμική οικονομία που βασίζεται στην παραγωγή ολοένα και πιο εξελιγμένων οπλικών και αμυντικών συστημάτων.
Αποτυχία των κυρώσεων
Θα πρέπει να αναρωτηθούμε σοβαρά και ουσιαστικά εάν η πολιτική κυρώσεων είχε έστω και την παραμικρή επιτυχία στην αντίπαλη πλευρά. Οχι μόνο με το αν αναγκάζεται ο Πούτιν να υποχωρήσει, αλλά και σε σχέση με την ιστορία των κυρώσεων κατά του Ιράν, της Κούβας και άλλων χωρών.
Τέτοια μέτρα οδήγησαν πάντα στην εξαθλίωση του πληθυσμού, ενώ οι σκληροπυρηνικοί στην εξουσία έπαιρναν το πάνω χέρι. Παρεμπιπτόντως, είναι ενδιαφέρον να θυμήσουμε ότι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου δεν υπήρχαν οικονομικές κυρώσεις κατά της Σοβιετικής Ένωσης – μόνο ένα μποϊκοτάζ στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας.
Η Δύση παραμένει παγιδευμένη στη δική της σπείρα κλιμάκωσης και υπολογίζει ανοιχτά ή κρυφά στην αλλαγή καθεστώτος στη Μόσχα, τελικά σε ένα πραξικόπημα ή σε μια επαναστατική λύση. Αλλά οι επαναστατικές έννοιες βασίζονται πάντα στη βία. Παίζεις με πολλά άγνωστες μεταβλητές και με τον κίνδυνο του χάους.
Το κοινό ευρωπαϊκό σπίτι δεν μπορεί να οικοδομηθεί στα αιματοβαμμένα πεδία του πολέμου, αλλά στη διπλωματική κοινή λογική και στην ιδέα μιας κοινής αρχιτεκτονικής ασφάλειας για όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς. Ισως μόνο η σοφία της Ειρήνης της Βεστφαλίας μπορεί να βοηθήσει. Επιστροφή δηλαδή στο 1648. Οταν δύο πόλεμοι, ο Τριακονταετής (1618-1648) στα εδάφη κυρίως της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ο 80κονταετής του Ισπανικού Στέμματος και των Κάτω Χωρών (1568-1648) έφτασαν στο τέλος τους στο σημαδιακό αυτό έτος με την υπογραφή της λεγόμενης Ειρήνης της Βεστφαλίας.
Ουσιαστικά δεν ήταν «μία» αλλά μια σειρά συνθηκών που υπεγράφησαν τόσο στο Μίνστερ όσο και στο γειτονικό Όσναμπρικ της τότε Βεστφαλίας. Συνθήκες, οι οποίες μέχρι σήμερα αποτελούν ορόσημο για την εγκαθίδρυση της «βεστφαλιανής τάξης πραγμάτων» και την ανάδυση της έννοιας του κυρίαρχου κράτους, όπως το γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
«Διδακτέα ύλη»
Στη Βεστφαλία τέθηκαν και τα θεμέλια της σύγχρονης διπλωματίας, της συστηματικής διπλωματικής μεθόδου ως μέσου επίλυσης διαφορών, τερματισμού πολέμου και μακροημέρευσης της ειρήνης. «Η Ειρήνη της Βεστφαλίας αποτελεί μέρος της διδακτέας ύλης των διπλωματών» αναφέρει ο Ρούπρεχτ Πόλεντς, ειδικός σε θέματα Εξωτερικής Πολιτικής. Διπλωμάτες από όλο τον κόσμο έχουν γαλουγηθεί με το «βεστφαλικό δόγμα», όπως λέει ο Πόλεντς, δηλαδή με την ιδέα της κυριαρχίας εθνικών κρατών, τα οποία συνυπάρχουν και συνδιαλέγονται στη βάση κοινών κανόνων διεθνούς δικαίου. Αλλά αυτό σημαίνει πώς αρχίζουμε να παίρνουμε σοβαρά τις ανάγκες αμοιβαίας ασφάλειας. Να αποδεχόμαστε τις διαφορές μας και να τις ρυθμίζουμε μέσω διαπραγματεύσεων. Πρώτα απ’όλα όμως, τα όπλα πρέπει να σιωπήσουν…