Όταν οι Γερμανοί αποφασίζουν να ανοιχτούν στα πέλαγα, τους αιθέρες ή τις στέπες για να κατακτήσουν την ενεργειακή κυριαρχία τους, συνήθως τα κάνουν μούσκεμα. Χάνουν το παιχνίδι και κερδίζουν οι… Αμερικανοί. Καμιά σχέση λοιπόν με το ποδόσφαιρο και την περίφημη φράση του Λίνεκερ.
Ωστόσο, αγνοώντας αυτή τη σκληρή πραγματικότητα, επιχειρούν να επιβάλουν τις δικές τους αξίες στη ΝΑ Μεσόγειο παίζοντας με ξένους παίχτες: την Ελλάδα και την Τουρκία. Γερμανικής έμπνευσης και εποπτείας είναι οι συνομιλίες Αθήνας και Άγκυρας στο Βερολίνο και, όπως λένε διπλωματικές πηγές στη «Ν», δεν πρόκειται να έχουν απολύτως κανένα αποτέλεσμα. Το LNG η Ευρώπη θα το προμηθεύεται από τους Αμερικανούς ή από φίλιες εταιρείες κι ας παγώνει η Γερμανία στην ιδέα και μόνο της ακριβής ενέργειας, νυν και αεί. Η Γερμανία «βλέπει» προς το Κατάρ, αλλά η μετεξέλιξη του νεόπλουτου κρατιδίου σε ενεργειακό πνεύμονα της Ευρώπης δεν ενθουσιάζει ούτε τις ΗΠΑ, ούτε τη Γαλλία, την Ιταλία και άλλους ισχυρούς παίχτες της γηραιάς-πλην καλοστεκούμενης ακόμα-ηπείρου.
Η Άννα-Μαρία Μπούρα και ο Ιμπραήμ Καλίν μπορούν να συζητούν επί μακρόν την ποιότητα και τη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων παρόντος του διπλωματικού συμβούλου του Γερμανού καγκελάριου Γενς Πλέντερ, αλλά οι συνομιλίες τους δεν πρόκειται να έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα. Πρώτον, γίνονται ερήμην των διπλωματικών υπηρεσιών του υπουργείου Εξωτερικών και δεύτερον δεν πρόκειται να επηρεάσουν τις επιλογές του αμερικανικού παράγοντα.
Η πορεία ερευνών του γεωτρύπανου της EXXON Mobil στα θαλάσσια οικόπεδα που ενδιαφέρουν τον αμερικανικό κολοσσό και ειδικότερα στα τεμάχια 5 και 10, δυτικά της Κύπρου, δεν πρόκειται να διακοπεί, για το λόγο ότι η Ουάσιγκτον έχει κάνει τις επιλογές της. Η Γερμανία έχει χαλάσει το παιχνίδι και κανείς, πλην των ιδίων των Γερμανών, δεν θέλουν να την δουν να εξελίσσεται στον ενεργειακό τροφοδότη της Ευρώπης. Ο ίδιος ακριβώς λόγος είναι που δεν έχουν ανασταλεί οι έρευνες της ιταλο-γαλλικής κοινοπραξίας ΕΝΙ-TotalEnergies στα νότια της μεγαλονήσου, από τις οποίες προ ημερών προέκυψε νέο κοίτασμα 3,5 τρισεκατομμυρίων κυβικών ποδιών στον στόχο «Ζευς 1». Όσο άβολα κι αν νιώθει το Βερολίνο από τις προοπτικές της ενεργειακής επιτυχίας των εταίρων του στην ΕΕ, ούτε το πλουμιστό μέγαρο των Ηλυσίων πρόκειται να συγκινηθεί ούτε το κυβερνητικό μέγαρο της Ρώμης.
Κατά τα άλλα οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες σε αυτό το επίπεδο μπορούν να συνεχίζονται και θα συνεχίζονται. Το σενάριο βολεύει όλους:
- Τον Ερντογάν, ο οποίος υπερηφανεύεται στο εσωτερικό ότι και αμφισβητεί τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και σύρει σε συνομιλίες την Αθήνα.
- Την Αθήνα, η οποία δείχνει πρόθυμη στον διάλογο, αλλά χωρίς δεσμευτικό χαρακτήρα.
- Και κυρίως την Ουάσιγκτον που πιέζει την ελληνική κυβέρνηση στο γνωστό μοτίβο «βρείτε τα μεταξύ σας», χωρίς ωστόσο να δίνει στην Τουρκία τη χαρά με την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του Αιγαίου.
Αυτό δε σημαίνει καθόλου ότι δεν θα συνηγορήσει κάποια στιγμή στη διαμόρφωση ενός πλαισίου αφοπλισμού των κοντινών προς τις μικρασιατικές ακτές νησιών, έτσι για να δώσει κάτι στον κακό γείτονα. Την ευαισθησία της Αθήνας θα καλύψει αναθέτοντας στις ήδη ενισχυμένες αμερικάνικες βάσεις την εξασφάλιση του απαραβίαστου των ελληνικών εδαφών και όλα πιθανόν να κλείσουν με πανηγυρικές εκδηλώσεις στο Καμπ Ντέιβιντ ή την αμερικανική Γερουσία, δεν έχει σημασία.
Στο μεταξύ η Ελλάδα θα εξακολουθεί να εξοπλίζεται, προκειμένου να ενισχύσει την αποτρεπτική ισχύ της, προμηθευόμενη νέα αμυντικά συστήματα υπερσύγχρονα και μεγαλύτερου πλέον βεληνεκούς, με τα οποία θα κρατά μακριά τον επίβουλο γείτονα. Ήδη τα εξοπλιστικά προγράμματα τρέχουν… υπερηχητικά: στα 2,49 δισ. ευρώ θα φτάσει το κόστος των γαλλικών μαχητικών Rafale (σύμφωνα με το γενικό λογιστήριο του κράτους), τα 3,5 τα αμερικανικά F-35 (μένει να συμφωνήσει η κατασκευάστρια εταιρεία στην αναβάθμιση της ΕΑΒ), τα 5 δισ. οι γαλλικές Belh@rra, χώρια τα πυραυλικά συστήματα και άλλες υποστηρικτικές μονάδες, χώρια και οι προσφορές της ιταλικής πλευράς για τις δικές της κορβέτες σε συνδυασμό με την αναβάθμιση των ελληνικών ναυπηγείων.
Η καταχρεωμένη Ελλάδα έχει να δώσει πολλά. Ποτέ δεν σταμάτησε να δίνει. Η κρίση των Ιμίων, το 1996, οδήγησε την τότε κυβέρνηση Σημίτη σε ένα ιδιότυπο καθεστώς συμφιλίωσης με τη γείτονα και την επισφράγισή της με το ταπεινωτικό «Ανακοινωθέν της Μαδρίτης», στο οποίο αναγνωρίζονταν «τα ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της κάθε χώρας στο Αιγαίο». Στο πλαίσιο αυτής της περίεργης φιλίας η Άγκυρα ζητούσε όλο και πιο πολλά και η Αθήνα εξοπλιζόταν όλο και πιο βαριά.
Σύμφωνα με συγκεντρωτικά στοιχεία που κατά καιρούς δημοσιεύτηκαν στον Τύπο, κατά τη δεκαετία 1996-2006 μόνο για εξοπλισμούς δαπανήθηκαν πάνω από 25 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς να υπολογιστούν συμπληρωματικά προγράμματα υποστήριξης των οπλικών συστημάτων, νέων ή παλαιότερων. Κατά τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Σπήλιο Σπηλιωτόπουλο επί κυβέρνησης Κ. Καραμανλή, το συνολικό κόστος από το 1996 έως το 2004 ξεπερνούσε τα 51 δισεκατομμύρια.
Φυσικά με τέτοια ποσά κάποιοι έκαναν το ένα πάρτι μετά το άλλο στην Αθήνα μέχρι που τελικά περιορίστηκαν να ξεσκάζουν στον αύλειο χώρο των φυλακών Κορυδαλλού.
Σε αναβαθμισμένες ανέσεις σε ευπρεπέστερα σωφρονιστικά ιδρύματα των Βρυξελλών ευελπιστούν όσοι τελευταία ανακατεύτηκαν με το μαύρο χρήμα του φιλόδοξου Κατάρ.