Να κάτσει ο κουρνιαχτός. Η σφοδρή αντιπαράθεση κυβέρνησης-αξιωματικής αντιπολίτευσης γύρω από το δυσώδες θέμα των υποκλοπών έπιασε κόκκινο. Ό,τι άλλα στοιχεία έχει ο κ. Τσίπρας γύρω από τις παρακολουθήσεις, ας τα δώσει στη δημοσιότητα και κι ας βάλει μπρος τις μηχανές του για τους πολιτικούς στόχους του. Θεμιτοί και κατανοητοί είναι. Ό,τι υπερασπιστικά χαρτιά έχει στα χέρια του ο πρωθυπουργός, ας τα αντιπαραθέσει για να ξεκαθαρίσει η υπόθεση και να πορευτεί στους δικούς του θεμιτούς στόχους. Ό,τι μπορεί ο καθένας τους ας το κάνει τώρα.
Χρόνος δεν υπάρχει. Ούτε μπορεί η χώρα να πορευτεί προς τι κάλπες με τη μονοκαλλιέργεια του predator και των παραγώγων του ούτε η Βουλή μπορεί να συνεχίσει πλέον τις συνεδριάσεις της σε αυτό το κλίμα. Για όποιον δεν το κατάλαβε, υποβιβάστηκε πλέον και ο ρόλος του προέδρου της-αν δεν καταργήθηκε επί της ουσίας. Διαμορφώνονται συνθήκες αποκρουστικής πόλωσης και απαξίωσης προσώπων και θεσμών. Κάποιοι, δηλαδή όλοι, θα πρέπει να σταθούν στο ύψος που ο ρόλος τους απαιτεί.
Το φλέγον πρόβλημα της χώρας είναι η οικονομική και κοινωνική της ανασυγκρότηση. Το επιβάλλει η κατάστασή της, το πριμοδοτεί και η διεθνής ενεργειακή κρίση. Χρειάζονται πλάνα αξιοποίησης του δυναμικού της και των πόρων της. Απαιτείται η αναζήτηση πηγών χρηματοδότησης της επόμενης πεντηκονταετίας. Σ’ αυτό το πλαίσιο χρήσιμο-έως και ευεργετικό-θα είναι να ξεκαθαριστεί τι χρωστάμε αλλά και τι μας χρωστούν. Θα πρέπει με δυο λόγια να γίνει ό,τι ισχύει σε κάθε νοικοκυριό, σε κάθε επιχείρηση που σέβεται τον εαυτό της και τα πλάνα της.
Θέμα 1ον, ενέργεια
Η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων που κρύβονται κάτω από τις ελληνικές θάλασσες έχει ανάψει το ενδιαφέρον φίλων, «φίλων» και εχθρών. Τα μέσα για την άντλησή τους δεν τα έχει η Ελλάδα. Κατέχει όμως τα μέσα και τους τρόπους για την αξιοποίηση και διανομή τους όχι μόνο εντός της επικράτειας αλλά και στους ενδιαφερόμενους εταίρους της. Και θα αποκομίσει τεράστιο όφελος οικονομικό και πολιτικό στη διεθνή αγορά. Εταιρείες-μεγαθήρια από το εξωτερικό έχουν ήδη ενδιαφερθεί και ξεκινήσει τον εντοπισμό της πλήρους έκτασης των κοιτασμάτων. Μελετούν και την αξιοπιστία της ποιότητάς τους.
Είναι σαφές ότι εκείνο που απομένει είναι το μοίρασμα. Ποιος θα πάρει τι και πόσο. Για να γίνει σωστά χρειάζεται συνεργασία πολιτικής ηγεσίας και επιχειρηματικού κόσμου. Απαιτείται αξιοπιστία μεταξύ τους και προϋπολογισμός του εθνικού-κοινωνικού συμφέροντος. Εδώ είναι που έχει μπει σφήνα ο πονηρός και απαιτητικός εξ Ανατολών γείτονας. Δεν μετράει πόσες γιάρδες είναι τα νερά του αλλά πόσες μπορεί να τα απλώσει. Τείχος αδιαπέραστο πρέπει να είναι οι θέσεις της πολιτικής ηγεσίας. Σκέψεις και ιδέες για περίεργες συνεκμεταλλεύσεις και παραχωρήσεις στην Άγκυρα μέχρι κάποιου μεσημβρινού μόνο σε υποταγή στις νέο-οθωμανικές ορέξεις μπορούν να οδηγήσουν.
Θέμα 2ον, Γερμανία (πάλι)
Φλέγον ζήτημα αναδύεται ο επαναπροσδιορισμός των σχέσεων με την χωρίς συνοχή και μέτρο Ευρώπη, η οποία δείχνει να ορέγεται την τύχη της πολυπράγμονος Βαβυλώνας. Όλη με επίκεντρο τη χώρα των «Πάντσερ». Μοιάζει εκ των ων ουκ άνευ η επανατοποθέτηση των σχέσεων με τη Γερμανία, την ώρα που η Πολωνία έβαλε στην ευρωπαϊκή ατζέντα το ζήτημα των επανορθώσεων από τις καταστροφές που υπέστησαν οι χώρες της γηραιάς ηπείρου κατά τον Β΄ΠΠ. Δεν είναι προς περιφρόνηση η διπλωματική νότα της Βαρσοβίας προς 51 χώρες της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και του Συμβουλίου της Ευρώπης ζητώντας την προετοιμασία διεθνούς διάσκεψης, με την οποία θα καθοριστούν επιτέλους οι αποζημιώσεις σε όσους ισοπέδωσε. Περασμένα είναι, ξεχασμένα όχι.
Το περίφημο «γερμανικό θαύμα» της δεκαετίας του ’60 στήθηκε πάνω στην «κατανόηση» των ΗΠΑ εν πρώτοις και της Βρετανίας συνακόλουθα να σπρώξουν στο περιθώριο τις οικονομικές υποχρεώσεις του ηττημένου και να επιβάλουν την επαναθεμελίωσή του. Δικαιολογία; Η αντιμετώπιση (και τότε) της κακιάς Ρωσίας. Το σχέδιο Μοργκεντάου, του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών, το οποίο αρχικά υιοθέτησε ο Ρούσβελτ, για διανομή της γερμανικής βιομηχανίας στους νικητές (σύμφωνα με τον Γ. Σταθάκη 100 αναλογούσαν στην Ελλάδα) ανατράπηκε από τους διαδόχους του. Έτσι, η Γερμανία και τις βιομηχανίες της κράτησε και έγινε χώρα υποδοχής χιλιάδων μεταναστών από τις νικήτριες χώρες, οι οποίες φορτώθηκαν τη δημιουργία του σύγχρονου «θαύματος».
Το τεράστιο αυτό θέμα επαναφέροντας η Πολωνία προκάλεσε τη δημοσιογραφική έρευνα στο γερμανικό Τύπο. Λιτή και φτωχή ήταν η ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών στην ερώτηση που του απηύθυνε η Deutsche Welle: «η θέση της ελληνικής κυβέρνησης για το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων δεν έχει αλλάξει, το ζήτημα παραμένει ανοικτό». Ας μπει κι ένα τέλος όμως όπως επισημαίνει και ο Γερμανός ιστορικός Καρλ-Χάιντς Ροτ στην εφημερίδα Junge Welt, διότι «στη λεγόμενη Συνθήκη Δύο Συν Τέσσερεις (του 1990 μεταξύ ΗΠΑ-Βρετανίας-Γαλλίας-Σοβιετικής Ένωσης), η οποία ντε φάκτο είναι ειρηνευτική συνθήκη, το ζήτημα των επανορθώσεων εξαιρέθηκε. Πρόκειται ξεκάθαρα για κυνισμό. Βάσει του διεθνούς δικαίου οι αξιώσεις δεν παραγράφονται, αλλά αντίθετα εξακολουθούν να υφίστανται δίχως περιορισμούς». Ειδικά για την Ελλάδα παρατηρεί, ότι έχει αρκετούς μοχλούς πίεσης, όπως η χρήση βέτο στις αποφάσεις της ΕΕ ή η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. «Μέχρι αυτή την ώρα όμως οι αρμόδιοι στην Ελλάδα είναι υπερβολικά διστακτικοί».
Το βλέπουμε herr. Εκείνο που δεν έχουμε δει μέχρι στιγμής είναι κάποιος δικός μας να γυρίζει σελίδα. Οι γερμανικές αποζημιώσεις από μόνες τους, με όποια μορφή και αν δοθούν, μπορούν να δώσουν τεράστια ώθηση στην ελληνική οικονομία (και στις άλλες ριγμένες ευρωπαϊκές).