Στα μέσα Δεκεμβρίου συνεδριάζει η ηγεσία της Fed (στις 13 και 14 του μήνα) και την επομένη (στις 15) το ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Δύο κρίσιμα ραντεβού όπου θα καθοριστεί το περιεχόμενο της νομισματικής πολιτικής στην Αμερική και την ευρωζώνη τους επόμενους μήνες. Κρίσιμες συνεδριάσεις γιατί έρχεται ένα 2023 που αναμένεται να χαρακτηριστεί από ύφεση και υψηλό πληθωρισμό.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Τζερόμ Πάουελ έστειλε ένα σήμα την περασμένη εβδομάδα λέγοντας ότι «επίκειται η στιγμή που θα συγκρατηθεί ο ρυθμός των αυξήσεων των επιτοκίων». Πρακτικά αυτό μεταφράστηκε από τις αγορές ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν μόλις κατά 50 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο, μετά από τέσσερις διαδοχικές αυξήσεις 75 μονάδων .
Οι απόψεις στη Fed δεν είναι πάντως ομόφωνες. Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης, Τζον Γουίλιαμς, επανέλαβε την πεποίθησή του ότι θα χρειαστούν περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων για να αμβλυνθούν τα υψηλά επίπεδα πίεσης στις τιμές. «Εξακολουθώ να πιστεύω ότι έχουμε δρόμο μπροστά μας για το επόμενο έτος και πρέπει να διατηρήσουμε τη νομισματική πολιτική αρκετά σφιχτή», δήλωσε ο Τζον Γουίλιαμς,σε συνέντευξή του στο Fox Business Network, παγώνοντας κάπως τις αγορές.
Αλλά και στην ευρωζώνη και στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, υπάρχουν επίσης βαθιές διαφορές. Ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης Βιλερουά ντε Γκαλό ζήτησε η αύξηση των επιτοκίων να περιοριστεί στις 50 μονάδες βάσης Αλλά η Γερμανίδα Ιζαμπέλ Σνάμπελ μιλώντας σε συνέδριο που διοργανώθηκε από την IG Metall -ένα από τα μεγαλύτερα γερμανικά συνδικάτα -τόνισε την ανάγκη να συνεχιστεί η πορεία σύσφιξης, με την ελπίδα ότι στις αρχές του 2024, η Ευρωζώνη θα έχει μέσο ρυθμό ανάπτυξης και πληθωρισμό περίπου 2% ετησίως. Επομένως, είπε ουσιαστικά η Σνάμπελ η ΕΚΤ δεν πρέπει να ενδώσει στον πειρασμό να χαλαρώσει προς το παρόν το νομισματικό φρένο .
Μόνο που τα «γεράκια» επιμένουν να ξεχνούν ότι έχουμε να κάνουμε με έναν πληθωρισμό που διαφέρει σημαντικά ως προς τις αιτίες του από παλιά.
Από τον περασμένο Φεβρουάριο και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, γίναμε μάρτυρες μιας στρέβλωσης στη συνολική εικόνα των σχετικών τιμών στην οποία είχαμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Κατακόρυφη άνοδος των τιμών της ενέργειας, ακολουθούμενη από άλμα των επιτοκίων και από ξαφνική πτώση του ευρώ έναντι του δολαρίου. Στη ζώνη του ευρώ, αυτές οι ξαφνικές μεταβολές αντιστοιχούσαν σε ισάριθμους κραδασμούς που προήλθαν από το εξωτερικό. Οι αυξήσεις των τιμών και η κερδοσκοπία που απογείωσαν το ενεργειακό κόστος και των πρώτων υλών. Φυσικά αυτά ξεκίνησαν πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά επιδεινώθηκαν από αυτόν. Στη συνέχεια, η αλλαγή της νομισματικής πολιτικής από τη Fed, η οποία αναπόφευκτα απαιτούσε, μαζί με τις υψηλές τιμές της ενέργειας, μια απάντηση από την ΕΚΤ. Και τέλος είχαμε την ενίσχυση του δολαρίου, ενός ασφαλούς καταφυγίου σε περιόδους παγκόσμιας αστάθειας, υποστηριζόμενη και από την αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων.
Μπορεί ο Μίλτον Φρίντμαν να υποστήριζε ότι ο πληθωρισμός είναι πάντα ένα νομισματικό φαινόμενο, το οποίο εξαρτάται από την προσφορά και τη ζήτηση χρήματος. Ωστόσο, οι αλλαγές στο σύστημα των τιμών και μάλιστα εάν γίνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα, συνοδεύονται σχεδόν αναπόφευκτα από αλλαγές στη δυναμική του πληθωρισμού.
Αυτή η εικόνα εγείρει πολλά ερωτήματα για τις πολιτικές που θα χαράξουν οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές νομισματικές αρχές για το 2023 στα μέσα Δεκεμβρίου. Πιθανότατα θα υπάρξει επιβράδυνση στις αυξήσεις των επιτοκίων (το βασικό όπλο που έχουν), αλλά όχι η αρχή μιας μείωσης. Παρά το γεγονός ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται οι τιμές στα περισσότερα προϊόντα των οποίων η ζήτηση δεν μπορεί να μειωθεί και η προσφορά τους εξαρτάται από την εξέλιξη του πολέμου.
Για τις Ηνωμένες Πολιτείες όμως, ο πόλεμος στην Ουκρανία αντιπροσωπεύει μια τρομερή ευκαιρία να βοηθήσουν την αμερικανική οικονομία. Και δυστυχώς να αποδυναμωθεί η Ευρώπη που πορεύεται χωρίς σοβαρή ηγεσία και χωρίς στρατηγική. Ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία μοιάζει ολοένα και περισσότερο με έναν Γόρδιο δεσμό που δεν φαίνεται να λύνεται σύντομα από τις δύο εμπόλεμες πλευρές: Τη Ρωσία από τη μια πλευρά και την Ουκρανία και τις ΗΠΑ από την άλλη, έχοντας την Ευρώπη συμπολεμιστή υπό τη σημαία του ΝΑΤΟ. Εκτός από την κατεστραμμένη Ουκρανία, το δράμα του πολέμου επηρεάζει τις ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες πλήττονται περισσότερο, οικονομικά και κοινωνικά.
Η Ευρώπη όμως απέχει δραματικά από το πνεύμα των ιδρυτών της και ξεχνά ότι ο ύμνος της είναι «η Ωδή στη χαρά» που γράφτηκε από δύο Γερμανούς: από τον μεγάλο Φρίντριχ Σίλερ και μελοποιήθηκε Ο Γόρδιος δεσμός της Ευρώπης.