Με στοχευμένες κινήσεις στη διπλωματική σκακιέρα θα πρέπει να κινηθεί η χώρα μας τους επόμενους μήνες, καθώς δεν αναμένονται ουσιαστικές αλλαγές στις ελληνοτουρκικές σχέσεις τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές στη γείτονα. Οι πόρτες στις προσκλήσεις παραμένουν κλειστές, αλλά τα παράθυρα διαλόγου μένουν ανοιχτά, υπό συγκεκριμένες βέβαια προϋποθέσεις, είναι το σαφές μήνυμα που εκπέμπει η Αθήνα. Άλλωστε, ουσιαστικός διάλογος μπορεί να γίνει μόνο στη βάση του διεθνούς δικαίου και όχι με ανυπόστατους ισχυρισμούς και προκλητικές δηλώσεις από την τουρκική πλευρά.
Δεν αποτελεί βέβαια μυστικό πως ο Ρετζεπ Ταγίπ Ερντογάν έχει να αντιμετωπίσει πληθώρα προκλήσεων στο εσωτερικό της χώρας του, ενώ δυσκολεύεται να βρει ευήκοα ώτα στο εξωτερικό για τις θέσεις του. Με αυτά τα δεδομένα δεν αναμένεται μια εντυπωσιακή αλλαγή πλεύσης, αλλά όλα δείχνουν πως τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες θα παραμείνουν αχαρτογράφητα τα νερά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Μέσα λοιπόν σε ένα ρευστό σκηνικό, η Αθήνα αυτό που καλείται να κάνει είναι να δώσει μια διπλή μάχη για τη διπλωματική και αμυντική θωράκισή της. Οι ισχυρές συμμαχίες και τα άνοιγμα σε κράτη της ευρύτερης «γειτονιάς» δείχνουν πως η Ελλάδα μπορεί να παίξει έναν σταθεροποιητικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Ταυτόχρονα βέβαια οι κόκκινες γραμμές της χώρας είναι σαφείς και με ψυχραιμία πρέπει να αντιμετωπίζονται όλες οι εμπρηστικές αναφορές της τουρκικής πλευράς.
Άλλωστε αναλυτές εκτιμούν πως η ρητορική αυτή της τουρκικής πλευράς απέναντι στη χώρα μας μπορεί να μη σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με τις εκλογές που θα γίνουν το 2023 στη γειτονική χώρα, αλλά με ένα ευρύτερο αναθεωρητικό αφήγημα που καλλιεργείται αργά αλλά σταθερά. Επομένως πρόκειται για μια διπλωματική μάχη με διάρκεια.