Skip to main content

Αξιολόγηση της ωριμότητας των ευρωπαϊκών δήμων για καλή Διακυβέρνηση

Του Νίκου Ταμπακίδη
Πρώην Δημάρχου Αγίων Αναργύρων
Πρώην Γ.Γραμματέαα Περιφέρειας Ιονίων Νήσων

Η «ετικέτα εξαίρετης Διακυβέρνησης» που προωθεί το Συμβούλιο της Ευρώπης, αποτελεί ένα στοιχείο κρίσιμου ενδιαφέροντος για την Αυτοδιοίκηση. Χρησιμοποιούμε τη φράση «κρίσιμου ενδιαφέροντος» για να τονίσουμε εμφατικά ότι το πνεύμα της διαδικασίας απόκτησης αυτής της ετικέτας αποτελεί βασική συνιστώσα λειτουργείας της Αυτοδιοίκησης.

Μέσα από τα εκατό περίπου σημεία που ζητά να βαθμολογηθούν η προτεινόμενη διαδικασία συγκριτικής αξιολόγησης, αναδεικνύονται εναργώς οι απαραίτητοι σταθμοί στην πορεία προς την ποιοτική αναβάθμιση της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης! Σημειωτέων πως παρά το ότι η ετικέτα ELoGE αφορά στους δήμους, η πρόταση καλύπτει, εννοιολογικά, οποιαδήποτε υπηρεσία της Δημόσιας Διοίκησης.

Παρά την σημαντικότατη χρησιμότητα της διαμόρφωσης των 12 αρχών καλής Διακυβέρνησης στη σύνοδο υπουργών στη Βαλένθια, πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν μπορεί παρά να αποτελούν ένα τμήμα μόνον της απαιτούμενης συνολικής προσπάθειας για την εξασφάλιση «Καλής Διακυβέρνησης». Υπάρχουν ακόμα δύο πολύ σημαντικές συνιστώσες, που μαζί με τις 12 αρχές καλής Διακυβέρνησης, συνιστούν αποτελεσματικούς παράγοντες Καλής Διακυβέρνησης.

Η δεύτερη συνιστώσα του εν λόγω τρίπτυχου είναι να εξετάσουμε την Δημόσια Διοίκηση από την πλευρά του πολίτη. Χρειάζεται να προσδιορίσουμε τη διαλεκτική σύνδεση αφενός των λειτουργικών χαρακτηριστικών των Δημόσιων υπηρεσιών και αφετέρου τη σχέση τους με τον πολίτη. Σε κωδικοποιημένη μορφή, πρέπει να προσδιορίσουμε:

  • Τι περιμένει ο πολίτης από τη Δημόσια Διοίκηση
  • Πότε είναι ευχαριστημένος ο πολίτης από τη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης
  • Ποιοι είναι οι παράγοντες που προσδιορίζουν το είδος και την έκταση των προσδοκιών/απαιτήσεων του πολίτη από τη Δημόσια Διοίκηση

Η παροχή υπηρεσιών είναι πάντοτε ένα δίπολο, του οποίου οι πόλοι έχουν διαφορετικά ενδιαφέροντα, απαιτήσεις και ανάγκες. Μια σύγχρονη Διοίκηση, αν θέλει να ανταποκριθεί στον απαιτητικό ρόλο του σημαντικού συντελεστή κοινωνικής ανάπτυξης και προόδου, οφείλει να εξετάζει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις και των δύο πόλων.

Σε αυτό το πλαίσιο, οποιαδήποτε διοικητική μονάδα δεν μπορεί να είναι εσωστρεφής και αυτάρεσκη. Πρέπει να χρησιμοποιεί μεθόδους και μέσα που θα της επιτρέπουν να καταγράφει, να γνωρίζει, ακόμα και να μετρά ποσοτικά χαρακτηριστικά της εικόνας που έχει ο πολίτης για τη λειτουργία της.

Πρέπει, κατ΄ αρχάς, να γίνει σαφές ότι οι εξελίξεις της τεχνολογίας, έχουν υψώσει τον πήχη όσον αφορά την αποδεκτή από τον πολίτη ποιότητα υπηρεσιών από τη Δημόσια Διοίκηση, τόσο της Κεντρικής πολιτικής εξουσίας όσο και της Αυτοδιοίκησης.

Από την ανάλυση των στοιχείων των πολιτικών αρχών που πρέπει να διέπουν τη Δημόσια Διοίκηση και την ανταπόκρισή τους στις προσδοκίες των πολιτών, είναι βέβαιο ότι θα προκύψει η ανάγκη κάποιων σημαντικών αλλαγών, κάποιων μεταρρυθμίσεων.

Ο προσδιορισμός προβλημάτων και λύσεων χωρίς συγκεκριμένο μέσο εφαρμογής των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, μετατρέπει την μεταρρυθμιστική προσπάθεια σε απλό ευχολόγιο.

Η τρίτη σημαντική συνιστώσα είναι ο προσδιορισμός του μέσου για την εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Το πλέον ενδεδειγμένο μέσο εφαρμογής των Μεταρρυθμίσεων στη Δημόσια Διοίκηση είναι η διαλειτουργικότητα.

Όπως είναι φυσικό, οποιαδήποτε Στρατηγική Μεταρρυθμίσεων δε μπορεί παρά να περιλαμβάνει και συγκεκριμένη προσέγγιση για τον τρόπο των Μεταρρυθμίσεων, ώστε να μην περιοριστεί σε επίπεδο άσκησης επί χάρτου.

Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της σύγχρονης Δημόσιας Διοίκησης είναι ότι αποτελεί – μέσω των δομών και των διαδικασιών λειτουργίας της – ένα πολύτιμο και απαραίτητο συνεκτικό χώρο, έναν καμβά ανάπτυξης και διασύνδεσης των συγκλινουσών δράσεων που απαιτούνται για την υλοποίηση ολοκληρωμένων πολιτικών. Αυτή η συνεκτικότητα του χώρου εφαρμογής πολιτικών από τη σύγχρονη Δημόσια Διοίκηση παράγεται, εν πολλοίς, από τη λειτουργική συνεκτικότητα των δομικών στοιχείων της Δημόσιας Διοίκησης.

Όσοι έχουν μια ευρύτερη εικόνα της λειτουργίας των φορέων Δημόσιας Διοίκησης στη χώρα μας, γνωρίζουν πως οι διάφοροι Δήμοι και Περιφέρειες συλλέγουν, επεξεργάζονται, ταξινομούν και αξιολογούν τα επιχειρησιακά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά, οικονομικά και χωρικά στοιχεία της περιοχής τους με διαφορετικό τρόπο. Σε πολλές περιπτώσεις, οι διαφορές της μεθοδολογίας συλλογής και επεξεργασίας στοιχείων είναι τόσο σημαντικές που καθιστούν πρακτικά αδύνατη οποιαδήποτε σύγκριση ή ομαδοποίηση και αξιοποίηση των λειτουργικών στοιχείων.

Οι διαφορές αυτές παρατηρούνται τόσο μεταξύ δήμων όσο και μεταξύ Περιφερειών. Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχουν σημαντικές διαφορές στον τρόπο ορισμού παραμέτρων και μεθοδολογίας συλλογής στοιχείων ακόμα και μεταξύ υπηρεσιών του ίδιου δήμου ή του ίδιου υπουργείου!

Αποτελεί δήλωση του προφανούς, ότι η μη συγκρισιμότητα στατιστικών στοιχείων που οφείλεται σε διαφορετικές θεσμικές και λειτουργικές διαδικασίες μεταξύ υπηρεσιών, αποτελεί σημαντικότατο αναπτυξιακό πρόβλημα. Με την πανσπερμία μεθοδολογιών και αυθαίρετων – ακόμα και ανοηματικών – κριτηρίων εμποδίζεται η εμπέδωση της απαραίτητης εγκυρότητας, συνοχής και συγκρισιμότητας που οδηγούν στη δημιουργία του απαραίτητου αναπτυξιακού καμβά που πρέπει να παρέχει μια σύγχρονη Διοίκηση.