Skip to main content

Η νέα δεξιά

Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]

Μια αναμφίβολα ιστορική ημέρα για την ιταλική πολιτική ζωή σήμερα. Για δυο λόγους: Η Τζόρτζια Μελόνι είναι και επισήμως η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας. Φέρνει όμως και στην εξουσία ένα μεταφασιστικό κόμμα που κατάφερε να αποδαιμονοποιήσει.

Τυπικά, η νέα κυβέρνηση Μελόνι θα ξεκινήσει το έργο της την προσεχή Τρίτη, αφού λάβει ψήφο εμπιστοσύνης. Κάτι αναμενόμενο, καθώς ο δεξιός συνασπισμός στον οποίο κυριαρχεί η ακροδεξιά έχει απόλυτη πλειοψηφία τόσο στη Βουλή όσο και στη Γερουσία.

Οσο και αν ανησυχούσε η Ευρώπη για την νίκη της ακροδεξιάς στις ιταλικές εκλογές, φαίνεται οι φόβοι να έχουν ξεχαστεί. Η 45χρονη νέα πρωθυπουργός συγκρότησε μια «καθησυχαστική κυβέρνηση», όπως γράφει ο ιταλικός Τύπος.

Η νέα πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου καθησύχασε τους εταίρους της Ιταλίας, επιβεβαιώνοντας ότι είναι «πλήρως μέρος» της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ. Η σύνθεση της κυβέρνησης Μελόνι αντανακλά άλλωστε την απαίτηση να καθησυχαστούν οι δυτικοί εταίροι, καθώς δίνει ιδιαίτερη προσοχή στα κυρίαρχα υπουργεία. Ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι, μέλος της Forza Italia του Μπερλουσκόνι, θα είναι ο υπουργός Εξωτερικών για να εγγυηθεί το «αγκυροβόλιο» της Ιταλίας στο ευρωπαϊκό και ατλαντικό στρατόπεδο εν μέσω της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης.

Ο Τζιανκάρλο Τζορτζέτι, μέλος της μετριοπαθούς πτέρυγας της Λέγκας που ήταν ήδη υπουργός οικονομικής ανάπτυξης στο υπουργικό συμβούλιο του Μάριο Ντράγκι, είναι ο νέος υπουργός Οικονομικών.

Συσπείρωσε τη δεξιά

Με απλά λόγια: Η μεταφασίστρια Μελόνι συσπειρώνει την δεξιά, κατευνάζοντας κάθε φόβο του συστήματος. Άλλωστε, η νέα πρωθυπουργός γνωρίζει καλά ότι έχει να αντιμετωπίσει ένα «τέρας» και χρειάζεται την ευρωπαϊκή βοήθεια ως μάνα εξ ουρανού : Η Ιταλία αντιμετωπίζει έναν πληθωρισμό ρεκόρ εδώ και 40 χρόνια έφτασε  στο 8,9% σε ένα χρόνο.Έχει επίσης μπροστά της μια έκρηξη του ενεργειακού κόστους που απειλεί την επιβίωση πολλών εταιρειών και η χώρα αναμένεται να εισέλθει σε τεχνική ύφεση το επόμενο έτος, φορτωμένη ένα κολοσσιαίο χρέος που αντιπροσωπεύει το 150% του ΑΕΠ, το υψηλότερο αναλογία στη ζώνη του ευρώ μετά την Ελλάδα. Η ελπίδα της Μελόνι για τον περιορισμό αυτής της κρίσης στηρίζεται  στο σχέδιο ανάκαμψης μετά την πανδημία, ύψους σχεδόν 200 δισεκατομμυρίων ευρώ σε επιχορηγήσεις και δάνεια από την ΕΕ.

Το πιο δύσκολο έργο για την Μελόνι  είναι να διαχειριστεί τους ταραχώδεις συμμάχους της :τον ευρωσκεπτικιστή και φιλορώσο Ματέο Σαλβίνι, ηγέτη της επίσης ακροδεξιάς Λέγκα που επιστρέφει στην κυβέρνηση με το χαρτοφυλάκιο στρατηγικών υποδομών.Αλλά και τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, τον 86χρονο παρακμιακό Καβαλιέρε  και ηγέτη της Forza Italia. Ενώ ο Σαλβίνι απαιτεί να αυξηθούν τα ελλείμματα κατά σχεδόν 30 δισεκατομμύρια ευρώ, ο Μπερλουσκόνι μόλις επαίνεσε τον «φίλο του Βλαντιμίρ Πούτιν, ως έναν άνθρωπο της ειρήνης», ενώ κατηγόρησε το Κίεβο για τον πόλεμο.

Η Μελόνι έχει πάντως  δεχτεί ελάχιστες επιρροές από τους δυο κυβερνητικούς της εταίρους, επιλέγοντας -όπως είπε για τα υπουργεία-τις πιο σημαντικές προσωπικότητες που οφείλουν αυτή τη θέση σε αυτήν και μόνο σε αυτήν.

Χωρίς πυξίδα

Ιταλοί αναλυτές τονίζουν ότι στη γειτονική χώρα μπαίνει σε εφαρμογή ένα πείραμα δημιουργίας μιας  Νέας Δεξιάς. Σε μια περίοδο ,όπου εμφανίζεται η «Συντηρητική παράταξη χωρίς πυξίδα», όπως γράφει η αυστριακή Der Standard.

«Οι συντηρητικοί κλυδωνίζονται σε όλη την Ευρώπη και τον δυτικό κόσμο» σημειώνει η αυστριακή εφημερίδα. Στη Βρετανία οι Τόρις μόλις έχασαν άλλον έναν πρωθυπουργό. Στη Γερμανία οι Χριστιανοδημοκράτες είναι στην αντιπολίτευση. Στην Ιταλία, η δεξιά συντηρητική Forza Italia μοιάζει με τον ιδρυτή της, Σίλβιο Μπερλουσκόνι: μια μούμια με μακιγιάζ. Η ιταλική Χριστιανοδημοκρατία έχει εξαφανιστεί εδώ και καιρό. Στη Σουηδία, ενώ οι Συντηρητικοί μόλις ανέλαβαν την ηγεσία, εξαρτώνται από το ακροδεξιό κόμμα για την επιβίωση της κυβέρνησης.

Και η πιο επικίνδυνη εξέλιξη από όλες: Οι Ρεπουμπλικάνοι στις ΗΠΑ υπό τον Τραμπ έχουν εντελώς αλλάξει και με τη  στροφή τους προς τον δεξιό εξτρεμισμό, αποτελούν ήδη απειλή για τη δημοκρατία.

Το κοινό που έχουν τα περισσότερα παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα –με εξαίρεση το γερμανικό CDU– είναι ότι συνεργάζονται  με ακροδεξιούς λαϊκιστές εταίρους και  σε πολλές περιπτώσεις υιοθετούν την πολιτική τους. Οι Τόρις στη Βρετανία ενέδωσαν στις πιέσεις του ακροδεξιού Νάιτζελ Φάρατζ και του «τσαρλατάνου« του Brexit Μπόρις Τζόνσον. Επιπλέον, είναι προσκολλημένοι σε μια παράλογη,νεοφιλελεύθερη  και ταυτόχρονα ταξικά καθοδηγούμενη οικονομική πολιτική, την οποία οι ίδιες οι αγορές θεώρησαν ως βλακεία στην παρούσα κατάσταση.  Και τώρα το πληρώνουν.

Το αρχικό περιεχόμενο της κεντροδεξιάς- ο συμπονετικός και μετριοπαθής συντηρητισμός, χάθηκε. Στη θέση του επικράτησε ένας ακραίος νεοφιλελευθερισμός. Δεν διστάζουν να παίρνουν ως πρότυπο την αναίσχυντη έλλειψη ενδοιασμού των δεξιών λαϊκιστών, είτε πρόκειται για ξενοφοβία, αυταρχικές στάσεις και τελικά τη  διαφθορά.  Η υιοθέτηση των ακροδεξιών λαϊκιστών μπορεί να φέρει στην κεντροδεξιά μια  αρχική επιτυχία, αλλά τελικά θα οδηγήσει αναπόφευκτα στη συντριβή…