Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Το πετρέλαιο έχει καταστεί περισσότερο από ποτέ θεϊκό δώρο για τη Μόσχα. Παρά τις κυρώσεις, η Ρωσία παράγει και εξάγει σχεδόν όσο πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, σύμφωνα με την έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας. Διαψεύδοντας όλες τις προβλέψεις, η Ρωσία αντλεί 10,8 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα.
Όσα σχεδόν και τον περασμένο Ιανουάριο, πριν τον πόλεμο, που η ημερήσια παραγωγή ήταν 11 εκατομμύρια βαρέλια. Στην πραγματικότητα, η ρωσική παραγωγή πετρελαίου έχει ανακάμψει εδώ και τρεις μήνες, καθώς η Μόσχα αντικατέστησε τους καλούς ευρωπαίους πελάτες της με άλλες αγορές, κυρίως στην Ασία.
Η Ινδία, αλλά και πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής και η Τουρκία, αποτελούν τη νέα διέξοδο για το ρωσικό πετρέλαιο, την ίδια ώρα που η Ευρώπη ετοιμάζεται να επιβάλει σχεδόν πλήρες εμπάργκο από τον ερχόμενο Νοέμβριο. Έχοντας εξασφαλίσει μάλιστα νέες αγορές, η Μόσχα δεν μπαίνει πλέον καν στον κόπο να προσφέρει εκπτώσεις στην τιμή του πετρελαίου, όπως έκανε το χειμώνα και την άνοιξη για να προσελκύσει νέους πελάτες. Ως εκ τούτου, η Ρωσία αναμένει σχεδόν 14 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιπλέον έσοδα εφέτος. Και φυσικά, μέρος των εσόδων αυτών, θα δαπανηθεί για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η Ρωσία έχει συγκεντρώσει τόσα πολλά έσοδα από το πετρέλαιο, έχει πουλήσει τόσο πολύ πετρέλαιο, που μπορεί να αντέξει τα οικονομικά αντίμετρα των Ευρωπαίων ηγετών που – αν και εμφανίζονται αποφασισμένοι – εντούτοις μετά βίας αντιλαμβάνονται τις καταστροφές που περιμένουν την Ευρώπη. Οι τιμές κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας αναπόφευκτα θα αυξηθούν κατά περίπου 60 έως 80% ή ακόμη και θα διπλασιαστούν σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες.
Το ερώτημα προκύπτει λοιπόν, αβίαστα έξι μήνες μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία: Πόσο αποτελεσματικές είναι οι δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας; Στο διάστημα αυτό, ο κόσμος γνώρισε μια ιστορική άνοδο των τιμών της ενέργειας, ο πληθωρισμός επέστρεψε σε επίπεδα που δεν είχαμε δει εδώ και πολλές δεκαετίες και ο φόβος της ύφεσης απειλεί την Ευρώπη. Με τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να βρίσκονται σε όλο και πιο ευάλωτη θέση και ο κόσμος να αναρωτιέται σήμερα αν θα μπορέσει να ζεσταθεί αυτό το χειμώνα.
Παρά τις όποιες πτωτικές τάσεις υπάρχουν σήμερα στις τιμές του πετρελαίου, οι ειδικοί βλέπουν να σταθεροποιούνται σε επίπεδα κοντά στα 100 δολάρια το βαρέλι. Η UBS, από την πλευρά της, είναι πιο «bullish», σύμφωνα με την χρηματιστηριακή ορολογία. Η ελβετική τράπεζα εκτιμά ότι το Brent θα κυμαίνεται στα 125 δολάρια μέχρι το τέλος του έτους.
Η ισχύς του δολαρίου επηρεάζει επίσης τις τιμές. Καθώς οι τιμές του πετρελαίου εκφράζονται σε αμερικανικό νόμισμα, το ισχυρότερο δολάριο καθιστά ακριβότερες τις αγορές από εισαγωγείς των οποίων οι εργασίες πραγματοποιούνται σε άλλο νόμισμα. Η UBS θεωρεί ότι η κινεζική ζήτηση είναι έτοιμη να ανακάμψει, ευνοούμενη από πολιτικές ανάκαμψης, όπως η αύξηση των δημοσιονομικών δαπανών, οι φορολογικές περικοπές ή ακόμη και οι επενδύσεις σε υποδομές. Το ελβετικό κατεστημένο πιστεύει επίσης ότι οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου και του άνθρακα θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τη χρήση του πετρελαίου ως καυσίμου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, κάτι που θα αυξήσει τη ζήτηση.
Πολιτική επιτυχία του Πούτιν
Ωστόσο, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η ρωσική επιτυχία δεν είναι τόσο οικονομική, όσο κυρίως πολιτική. Η Δύση -από την πλευρά της- απέτυχε εντελώς να πείσει τον ΟΠΕΚ+ να αποσυρθεί από τη συμμαχία του με τη Ρωσία. Συνέβη μάλιστα ακριβώς το αντίθετο. Με επικεφαλής τους υποτιθέμενους μεγάλους συμμάχους της Δύσης, δηλαδή τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο ΟΠΕΚ+ αύξησε απλά και μόνο συμβολικά την παραγωγή πετρελαίου των κρατών μελών. Αγνοώντας τις εκκλήσεις του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν που- κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία- μετέβη στο Ριάντ για να πείσει τους Σαουδάραβες να αυξήσουν σημαντικά την παραγωγή πετρελαίου.
Δυστυχώς, όποια και αν είναι η οπτική γωνία της ανάλυσης, ο Βλαντιμίρ Πούτιν βρίσκεται στο δρόμο για να κερδίσει αυτόν τον ενεργειακό πόλεμο. Τα δισεκατομμύρια που κερδίζει η Ρωσία από τις πωλήσεις πετρελαίου, εξασφαλίζουν μάλιστα στον Πούτιν ευρεία αποδοχή από τους Ρώσους πολίτες, όπως δείχνουν και οι μη ελεγχόμενες από το Κρεμλίνο δημοσκοπήσεις.
Οι μεγάλοι χαμένοι είναι τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις στη Γηραιά Ήπειρο, που διερωτώνται: Μέχρι πότε η Ευρώπη θα πυροβολεί τα πόδια της;