Skip to main content

Μνημονιακοί πονοκέφαλοι

Από την έντυπη έκδοση

Του Πάνου Φ. Κακούρη
[email protected]

Με βάση τις αποφάσεις των ανωτάτων δικαστηρίων, που έχουν εκδοθεί και εκείνων που εκκρεμούν, η συντριπτική πλειονότητα των εισπρακτικών μέτρων και των μειώσεων δαπανών, που επιβλήθηκαν στη διάρκεια των μνημονίων, από το 2010 έως το 2018, ήταν αμφίβολης συνταγματικότητας.
Πρόκειται για περικοπές συντάξεων, που επιβλήθηκαν σε πολλές και διάφορες φάσεις της μνημονικής περιπέτειας, για περικοπές αποδοχών, αλλά μόνο των ειδικών μισθολογίων κ.λπ.
Οι περισσότεροι προσφεύγοντες δικαιώθηκαν, ενώ κάποιες αποφάσεις είχαν ευρύτερη εφαρμογή, αλλά όχι για όλους, καθώς τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι στενά.
Τώρα, μάλλον με καθυστέρηση, έρχεται να αμφισβητηθεί η συνταγματικότητα, επώδυνων φόρων, που επιβάρυναν την επίμαχη περίοδο, με αρκετά δισ. ευρώ, μισθωτούς, συνταξιούχους και επιτηδευματίες.
Πρόκειται για την ειδική εισφορά αλληλεγγύης και το τέλος επιτηδεύματος, οι οποίοι επιβλήθηκαν ως «προσωρινοί» έκτακτοι φόροι, αλλά, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, μονιμοποιήθηκαν και εφαρμόζονται ήδη για τουλάχιστον μια δεκαετία.
Η «Ν» αποκαλύπτει σήμερα ότι για τη νομιμότητα των δύο φόρων θα αποφανθεί η δικαιοσύνη.
Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι θα καταργηθεί πλήρως η ειδική εισφορά αλληλεγγύης από το 2023, αλλά οι προσφυγές αφορούν και αναδρομικά, για προηγούμενα έτη, που κοστίζουν.
Για το τέλος επιτηδεύματος δεν γίνεται, επισήμως, καμία νύξη, ως προς την τύχη του, αλλά ίσως τη λύση, τη δώσουν τα δικαστήρια.
Πρόκειται για έναν «πονοκέφαλο» του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, αφού εάν δικαιωθούν οι προσφεύγοντες, υπάρχει κίνδυνος το κόστος να ανέλθει σε 1,9 δισ. ευρώ ή 1% του ΑΕΠ.
Αν διακοπεί η ροή των συγκεκριμένων εσόδων προς τα κρατικά ταμεία, θα πρέπει να αναζητηθούν «ισοδύναμα» μέτρα, προκειμένου να μη διευρυνθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα. Και δεν είναι εύκολο, σε μια περίοδο έντονης κρίσης και αβεβαιότητας, λόγω της πανδημίας, και του ρωσο-ουκρανικού πολέμου.