Skip to main content

Για νοικοκυριά και επιχειρήσεις κάθε αύξηση του πληθωρισμού είναι και ένα ακόμα βήμα προς την καταστροφή

Του Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου,
Προέδρου Ε.Ε.Α και Επίτιμου Διδάκτορα ΠΑ.ΠΕΙ.

Ανακοινώθηκαν από την ΕΛΣΤΑΤ τα επίσημα στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιούνιο ξεπέρασε το 12%, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, εξέλιξη αναμενόμενη καθώς τους τελευταίους μήνες υπάρχει συνεχής ανοδική τάση των πληθωριστικών πιέσεων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η αύξηση του πληθωρισμού τον Μάιο είχε φτάσει στο 11,3% και μόλις ένα μήνα μετά, ανέβηκε στο 12,1%. Πρόκειται για μεγάλη διαφορά που επηρεάζει δραματικά και τη λειτουργία των επιχειρήσεων και την προσπάθεια των νοικοκυριών να αντέξουν αυτό το πρωτοφανές κύμα ακρίβειας.  

Μόλις σε διάστημα ενός έτους ο ηλεκτρισμός ακρίβυνε κατά 70,4%, το φυσικό αέριο κατά 117,7%, το πετρέλαιο θέρμανσης κατά 65,1%, τα καύσιμα και τα λιπαντικά κατά 45,6%, το ψωμί και τα δημητριακά κατά 15,9%, τα κρέατα κατά 14,9%, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά κατά 15,5%, τα έλαια και τα λίπη κατά 24,9% και τα λαχανικά κατά 11,3%.

Είναι τεράστιες οι αυξήσεις σε προϊόντα που σχετίζονται με το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών και βέβαια οδηγούν πιο κοντά στην καταστροφή την πλειοψηφία των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

Η εξέλιξη αυτή έχει οδηγήσει ένα μεγάλο μέρος των πολιτών –το 20% συγκεκριμένα- να μειώσουν τις αγορές βασικών αγαθών, σε μία προσπάθεια περιορισμού των εξόδων ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε ανελαστικές υποχρεώσεις. Αυτό έδειξε η πρόσφατη έρευνα που κάναμε ως Επιμελητήριο, σε συνεργασία με την εταιρεία Pulse και είναι πραγματικά ανησυχητικό να βλέπουμε να υποχωρεί το βιοτικό επίπεδο μίας κοινωνίας που εδώ και 12 χρόνια βρίσκεται υπό συνεχή πίεση. Είτε εξαιτίας της επιβολής μνημονίων, είτε λόγων των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας και πλέον υπό την ασφυκτική πίεση των πολύ μεγάλων αυξήσεων.

Το πλέον ανησυχητικό όμως είναι ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν φαίνεται φως στο βάθος του τούνελ. Από τον Σεπτέμβριο η κατάσταση προβλέπεται δυσκολότερη ενώ θεωρώ σίγουρη την αύξηση των «κόκκινων δανείων» και των ληξιπρόθεσμων οφειλών των επιχειρήσεων και των πολιτών σε εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία.

Τα μέτρα στήριξης που έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα, έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή καθώς προσφέρουν μία μικρή ανακούφιση αλλά σε καμία περίπτωση δεν λύνουν το πρόβλημα. Μόνο αν δούμε χαμηλότερες τιμές σε πρατήρια, λογαριασμούς ρεύματος, σε σούπερ μάρκετ και υπηρεσίες μπορεί να αντιστραφεί το κλίμα. Για να επιτευχθεί όμως αυτό, θα πρέπει να εφαρμοστεί διαφορετική πολιτική.

Όπως έχει προτείνει το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών, μόνο με μείωση του ΕΦΚ στα καύσιμα –τουλάχιστον στο ποσοστό της αύξησης των τελευταίων μηνών- και μείωση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά, υπάρχει η περίπτωση να υποχωρήσουν οι υψηλές τιμές στην αγορά. Καλά είναι τα επιδόματα και η όποια κρατική μέριμνα, αλλά χωρίς δραστικά μέτρα δεν θα αντέξουν ούτε οι επιχειρήσεις, ούτε η κοινωνία.