Από την έντυπη έκδοση
Του Πλάτωνα Τσούλου
[email protected]
Τα φώτα της δημοσιότητας συγκεντρώνει τους τελευταίους μήνες η ενεργειακή ακρίβεια, με την κυβέρνηση να αναζητεί τρόπους και πόρους να περιορίσει τις οικονομικές συνέπειες για τα νοικοκυριά. Οι επιπτώσεις προφανώς και είναι δυσβάστακτες, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και συνολικά για την Ευρώπη, εξ ου και η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε αναζήτηση λύσεων ομαλοποίησης των ενεργειακών ροών και οικονομικής στήριξης κάθε πληττομένου.
Στη… σκιά, ωστόσο, των όσων σοβαρών διαδραματίζονται στο ενεργειακό πεδίο μετά το ξέσπασμα της ρωσο-ουκρανικής κρίσης σιγοκαίει μια ακόμη μεγάλη… φωτιά, που δεν είναι άλλη από αυτή των ανατιμήσεων στα αγαθά καθημερινής ανάγκης.
Η ακρίβεια στα ράφια της λιανικής αποτελεί συνέπεια των ανατιμήσεων στις τιμές χονδρικής, που με τη σειρά τους προκαλούνται από τις ελλείψεις και την έκρηξη τιμών των πρώτων υλών.
Στην Ελλάδα ανατιμήσεις στα αγαθά ευρείας κατανάλωσης καταγράφονται ήδη από τον περσινό Αύγουστο, μετά την κρίση που προκλήθηκε στην εφοδιαστική αλυσίδα και την παραγωγή, η οποία κατά την υποχώρηση της πανδημίας δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση.
Επτά μήνες μετά, ήρθε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, που προκάλεσε ένα νέο, σαφώς σφοδρότερο, κύμα ανατιμήσεων και στα καταναλωτικά αγαθά. Οι εν λόγω αυξήσεις συνδυαζόμενες με τις ανατιμήσεις στην ενέργεια προκαλούν ένα εκρηκτικό μίγμα για το πορτοφόλι του μέσου καταναλωτή, που σύντομα θα αρχίσουμε να συζητάμε ίσως με μεγαλύτερη ένταση έναντι των όσων λέγονται σήμερα για το υψηλό ενεργειακό κόστος. Τότε θα συζητάμε για τις «δίδυμες» ανατιμήσεις ή αν θέλετε για τη «δίδυμη» ακρίβεια (ενεργειακή – καταναλωτική). Αυτό το «τότε» δεν θα αργήσει κι ίσως η κυβέρνηση θα πρέπει να… τρέξει για να προλάβει.