Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Δύο πολύ σημαντικές –αν και διαμετρικά αντίθετες- τοποθετήσεις σκιαγραφούν το σκηνικό της αντιπαράθεσης μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία:
Από τη μία πλευρά ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, Λόιντ Οστιν: «Θέλουμε τη Ρωσία αποδυναμωμένη σε σημείο που να μην μπορεί να κάνει τα πράγματα που έκανε με την εισβολή στην Ουκρανία», τόνισε ο επικεφαλής του Πενταγώνου μετά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Κίεβο. Με απλά λόγια, η Ουάσιγκτον προειδοποιεί ότι η δράση που βρίσκεται σε εξέλιξη -τόσο η στρατιωτική όσο και αυτή που επιτελείται μέσω κυρώσεων- αποσκοπεί όχι μόνο στην υπεράσπιση της Ουκρανίας, αλλά και στην αποτροπή άλλων πιθανών επιθέσεων από τη Ρωσία σε άλλα κράτη. Αλλά με αυτόν τον τρόπο η δράση για αυτοάμυνας τείνει να μετατραπεί σε προληπτική δράση, σε αντίθεση με το διεθνές δίκαιο. Μια άποψη που ταυτίζεται όμως -παραδόξως- με την «προληπτική δράση», την οποία επικαλέστηκε ο Βλάντιμιρ Πούτιν (μαζί με άλλους λόγους), για να δικαιολογήσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Απάντηση στον Λόιντ Οστιν, αλλά και στον Πούτιν έδωσε από την άλλη πλευρά, ο πολύπειρος πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, Σέρτζιο Ματαρέλα: «Όσοι λένε ότι ο πόλεμος είναι κεραυνός ,κάνουν λάθος. Μόνο η ειρήνη, η υπομονετική και πρακτική συνεργασία μεταξύ των λαών, μπορεί να οδηγήσει τις συγκρούσεις και την κούρσα των εξοπλισμών, στον διάλογο, τον έλεγχο και την ισόρροπη μείωση των επιθετικών όπλων», δήλωσε ο Ιταλός Πρόεδρος μιλώντας χθες στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο Στρασβούργο. «Χρειαζόμαστε ένα νέο Ελσίνκι και όχι μια νέα Γιάλτα: Διάλογο και όχι επίδειξη δύναμης μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, που πρέπει να καταλάβουν ότι συνεχώς λιγοστεύουν», είπε χαρακτηριστικά ο Ματαρέλα. «Να ανανεώσουμε τις ρίζες της ειρήνης, σε ένα πλαίσιο ασφάλειας και συνεργασίας, ακολουθώντας το παράδειγμα της Διάσκεψης του Ελσίνκι το 1975, που οδήγησε στην Τελική Πράξη από την οποία γεννήθηκε ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Είναι ζήτημα να επιβεβαιωθεί σθεναρά η απόρριψη μιας πολιτικής που βασίζεται σε σφαίρες επιρροής, σε εξασθενημένα δικαιώματα για ορισμένους λαούς και χώρες και, αντ’ αυτού, να διακηρύξει, στο πνεύμα του Ελσίνκι, ίσα δικαιώματα, ισότητα λαών και προσώπων».
Φυσικά, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί πάρα πολύ, μετά τη ρωσική εισβολή, και φαντάζει δύσκολο έως αδύνατο να βρεθεί λύση. Αλλά, η γενίκευση της σύρραξης, όχι μόνο δεν μπορεί να συνιστά λύση, αλλά φέρνει πι0 κοντά τον κίνδυνο ενός πυρηνικού πολέμου, που όλοι ξορκίζουν και απεύχονται. «Η Ρωσία με τη φρικτή εισβολή στην Ουκρανία, επέλεξε να τεθεί εκτός των κανόνων που ελεύθερα τηρούσε, βοηθώντας στην εφαρμογή τους», είπε ο Ματαρέλα. «Αλλά η διεθνής κοινότητα έχει ένα καθήκον: να επιτύχει μια κατάπαυση του πυρός και να ξαναρχίσει με την οικοδόμηση ενός σεβαστού και κοινού διεθνούς πλαισίου που οδηγεί στην ειρήνη», πρόσθεσε.
Η συμφωνία της Γιάλτας μετά τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο, αναγνώρισε ρεαλιστικά την ύπαρξη περισσότερων μεγάλων δυνάμεων, αλλά γρήγορα ο κόσμος κύλησε στον Ψυχρό Πόλεμο για πολλές δεκαετίες. Χρειάστηκε η συμφωνία στο Ελσίνκι για να σφραγιστεί μια νέα εποχή ύφεσης και να ανασάνει ο πλανήτης. Όπως είχε πει ο συνιδρυτής της Ενωμένης Ευρώπης Ρομπέρ Σουμάν, «η ειρήνη δεν μπορεί να διαφυλαχθεί παρά μόνο με δημιουργικές προσπάθειες, ανάλογες με τους κινδύνους που την απειλούν. Εάν επιδιώκουμε κοινούς στόχους, για να κερδίσουμε δεν είναι πλέον απαραίτητο να χάσει κάποιος άλλος. Κερδίζουμε όλοι μαζί»