Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Όποιος είναι έξω από τη γραμμή του πυρός, πολλά για τον καπνό ξέρει. Εμείς, οι άκαπνοι, που παρακολουθούμε από το γραφείο ή τον καναπέ και πυροβολούμε από το πληκτρολόγιο, ξέρουμε τα πάντα και τίποτα. Το μέγα θέμα -ο πόλεμος- γίνεται θέαμα και οι σφαίρες επιρροής με τις σφαίρες χτυπούν ήδη 17 μέρες.
«Ω να μπορούσανε, λέει, τα οργανωμένα κράτη να διαμορφώσουν μια δημόσια ζωή με νόμους σαν αυτούς που διέπουν το άτομο. Να επιφοιτούσε στα κοινά η ψυχή, και μια διαταγή του υπουργείου Υγείας να ξαπόστελνε στα εργοστάσια επεξεργασίας απορριμμάτων όλες τις πενταροδεκάρες των συμφερόντων, για να βγουν έστω και λίγα γραμμάρια ομορφιάς… Κοντολογίς, να μπορούσαν και τη σημασία των λαών να τη μετράνε όχι από το πόσα κεφάλια διαθέτουνε για μακέλεμα, όπως συμβαίνει στις μέρες μας, αλλά απ’ το πόση ευγένεια παράγουν, ακόμη και κάτω από τις πιο δυσμενείς και βάναυσες συνθήκες…»
Σε τούτο τον μηχανισμό του εξορκισμού, που περιγράφει ο ποιητής («Τα δημόσια και τα ιδιωτικά», εκδόσεις Ίκαρος), γυρεύω ασυλία, βλέποντας αυτή τη μαύρη τρύπα, που καταβροχθίζει ανθρώπους, πόρους, οικονομίες, ιδέες, συνειδήσεις, κυρώσεις, ακυρώσεις, ενέργεια. Και είναι γνωστό από την αστροφυσική πως όσο περισσότερα αντικείμενα καταπίνουν οι μαύρες τρύπες, τόσο τους ανοίγει η όρεξη.
Δεν θέλω να πω για τον πόλεμο που αποκτηνώνει, για τη μεγιστοποίηση του μίσους, για την καταδίκη στην άβυσσο, για τις μεσοτοιχίες του κόσμου, για τη στρατηγική της σύγκρουσης, για φτηνές κατασκευές και θλιβερές φωτοβολίδες ή για χθεσινούς εχθρούς που κλείνουν το μάτι ο ένας στον άλλον σήμερα πονηρά. Δεν θέλω να μιλήσω για κερδισμένους, οικονομικά και (γεω)πολιτικά. Θέλω να πω για αντοχές. Ανθρώπων, κοινωνιών, κρατών, θεσμών. Ακριβές αντοχές σε δυσανάγνωστες εποχές.