Skip to main content

Δεν αξιοποιείται σωστά το τουριστικό προϊόν που διαθέτει η Ελλάδα

Από την έντυπη έκδοση

Στην Έφη Τριήρη
[email protected]

Ισχυρή ανάκαμψη για τη φετινή καλοκαιρινή σεζόν αναμένει ο διευθύνων σύμβουλος της ιρλανδικής αεροπορικής εταιρείας χαμηλού κόστους Ryanair Έντι Γουίλσον, με αυξημένη ζήτηση για ταξίδια, καθώς οι χώρες αποσύρουν τα περιοριστικά μέτρα, με την Ελλάδα ωστόσο να στερείται πολλά πλεονεκτήματα έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών, αφού δεν μπορεί να αξιοποιήσει σωστά την τεράστια και ποικιλόμορφη τουριστική υποδομή της, όπως αναφέρει σε συνέντευξή του στη «Ναυτεμπορική».
Ο κ. Γουίλσον σημειώνει ότι, ενώ βλέπει τεράστιες ευκαιρίες στην Ελλάδα, αυτές μένουν αναξιοποίητες, με τη χώρα να χάνει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες που έχουν αναπτύξει το τοπικό τουριστικό προϊόν τους. 

Σχέδιο ταχείας ανάπτυξης

Η Ryanair έχει ήδη ανακοινώσει ότι μπορεί να συμβάλει στη διόρθωση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και τα οποία αποτελούν μέρος της κυβερνητικής πολιτικής, έχοντας ήδη υποβάλει στην κυβέρνηση σχέδιο ταχείας ανάπτυξης που θα μπορούσε να στηρίξει τον ελληνικό τουρισμό, τη συνδεσιμότητα και τις θέσεις εργασίας σε διάφορες περιοχές της χώρας. Στη διάρκεια της κρίσης, περιφερειακά αεροδρόμια πωλήθηκαν στη γερμανική εταιρεία Fraport και το πρόβλημα, σύμφωνα με τον κ. Γουίλσον, είναι ότι η εταιρεία φροντίζει για τους μετόχους της, αλλά όχι για την ελληνική οικονομία. «Φέτος η Ryanair θα μεταφέρει 6 εκατ. επιβάτες στην Ελλάδα, το 75% εξ αυτών στην περίοδο αιχμής του καλοκαιριού, θα μεταφέρει 39 εκατ. επιβάτες στην Ιταλία και 31 εκατ. επιβάτες στην Ισπανία, με την Ελλάδα να αποτελεί ένα μικρό μόνο τμήμα αυτού που θα μπορούσε να είναι. Για παράδειγμα, Αθήνα και Θεσσαλονίκη θα μπορούσαν να αποτελούν προορισμούς του Σαββατοκύριακου, όπως το Παρίσι, η Λισαβόνα, η Ρώμη, το Δουβλίνο όλους τους μήνες του έτους. Άλλωστε, οι καλές καιρικές συνθήκες ευνοούν τον τουρισμό στην Ελλάδα για περισσότερους μήνες, από Απρίλιο έως Νοέμβριο, τη στιγμή που οι περισσότεροι επιλέγουν μόνο τους τρεις καλοκαιρινούς μήνες, ενίοτε και τον Σεπτέμβριο». 

Η πρόταση που έχει υποβάλει η Ryanair στο υπουργείο Τουρισμού πέρυσι τον Σεπτέμβριο, χωρίς ακόμη να έχει λάβει απάντηση, όπως ανέφερε ο κ. Γουίλσον, είναι η εξής: 
1. Διπλάσιο αριθμό επιβατών από 5 εκατ. σε 10 εκατ. τον χρόνο. 
2. Μείωση της εποχικότητας με πάνω από 2 εκατομμύρια επιβάτες τον χρόνο σε περιόδους εκτός αιχμής. 
3. Ενίσχυση του περιφερειακού τουρισμού με ανάπτυξη στα περιφερειακά αεροδρόμια, που επί του παρόντος δεν εξυπηρετούνται. 
4. Δημιουργία 1 δισ. ευρώ επιπλέον εσόδων από τον τουρισμό για την ελληνική οικονομία. 
5. Μεταφορά επισκεπτών όλο τον χρόνο, όπως έχει ήδη πετύχει η Ryanair σε Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Κροατία, Κύπρο. 
6. Δημιουργία 4.000 θέσεων εργασίας.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Ryanair χαρακτηρίζει αναξιοποίητο το ελληνικό τουριστικό προϊόν, το οποίο -όπως λέει- χρειάζεται πρόσβαση στην αγορά χαμηλού κόστους. Οι συγκρίσεις που κάνει ο κ. Γουίλσον με άλλες χώρες είναι αντιπροσωπευτικές: Στην Ιρλανδία, μία χώρα με 4 εκατ. κατοίκους και στο Δουβλίνο με ένα εκατ. κατοίκους, η Ryanair έχει μία βάση 33 αεροσκαφών, τη στιγμή που στην Αθήνα έχει μόνο δύο αεροσκάφη. Στη Λισαβόνα έχει 7 αεροσκάφη και στο Πόρτο 10, στη Σικελία 10 και στη Σαρδηνία 3. Οι λόγοι για τους οποίους οι περιοχές αυτές έχουν βάσεις με περισσότερα αεροσκάφη από την Αθήνα, εξηγεί, είναι ότι το κόστος πρόσβασης στα ελληνικά αεροδρόμια είναι υπερβολικά υψηλό, με αποτέλεσμα αυτό να περιορίζει, σε τεχνικό επίπεδο, την προσβασιμότητα στις αεροπορικές εταιρείες.  

Μείωση των χρεώσεων

Τι αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος της Ryanair σχετικά με το υψηλό κόστος: «Θα πρέπει να μειώσετε τις χρεώσεις. Για να χρησιμοποιούν οι αεροπορικές εταιρείες τα αεροδρόμια, θα πρέπει να έχουν κίνητρα. Οι χρεώσεις όμως των ελληνικών αεροδρομίων έχουν αυξηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις κατά 40% την τελευταία τριετία. Συνεπώς, οι αεροπορικές επιλέγουν να βάλουν τα αεροσκάφη τους σε άλλες χώρες και το ίδιο έκανε και η Ryanair το περσινό καλοκαίρι. Ζητήσαμε από την κυβέρνηση να αφαιρέσει τον φόρο ανάπτυξης αεροδρομίου ύψους 12 ευρώ ανά επιβάτη τους χειμερινούς μήνες και να τον κρατήσει μόνο τους καλοκαιρινούς και εμείς τότε θα μεγαλώναμε την capacity (χωρητικότητα επιβατικών θέσεων) σε διάφορες περιοχές, όπως ο Βόλος. Αντ’ αυτού όμως κλείσαμε τη βάση μας στη Ρόδο επειδή δεν είχαμε κίνητρο να διατηρούμε εκεί τα αεροσκάφη μας. Έχουμε μία βάση δύο αεροσκαφών στη Θεσσαλονίκη και μία ακόμη δύο αεροσκαφών στην Αθήνα και αναπτυσσόμαστε εκθετικά στην Ελλάδα. Όμως, η κυβέρνηση δεν δίνει κίνητρα, γιατί καθότι τα περισσότερα από τα ελληνικά αεροδρόμια ελέγχονται από τη γερμανική Fraport είναι φυσικό η ιδιωτική εταιρεία να επιδιώκει μεγιστοποίηση του κέρδους της σε βάρος της ελληνικής οικονομίας, εμποδίζοντας τη μείωση του κόστους πρόσβασης». 

Στο ερώτημα εάν η Ryanair σχεδιάζει να δημιουργήσει βάση στην Ουκρανία, παρά την έκρυθμη κατάσταση με τη Ρωσία, ο κ. Γουίλσον έχει βάλει ως στόχο να αυξήσει την επιβατική κίνηση στη συγκεκριμένη χώρα στα 4 εκατ. επιβάτες, επαναλαμβάνοντας ωστόσο ότι προτιμά να δημιουργήσει βάσεις στην Ελλάδα. «Η ελληνική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι θέλει να αναπτύξει τον τουρισμό 12 μήνες τον χρόνο, όμως δεν προσφέρει κίνητρα στις αεροπορικές, τη στιγμή που ο μόνος τρόπος να φθάσεις στην Ελλάδα, που βρίσκεται στην περιφέρεια, είναι το αεροπλάνο. Αθήνα και Θεσσαλονίκη βρίσκονται πολύ πίσω από άλλες ευρωπαϊκές πόλεις αντίστοιχου μεγέθους ως προορισμοί Σαββατοκύριακου επειδή δεν υπάρχουν συνδέσεις. Δεν υπάρχει πρόσβαση χαμηλού κόστους για να ταξιδέψουν μεταξύ διαφόρων προορισμών» προσέθεσε. «Στην Πορτογαλία, έχουμε καταφέρει να μετατρέψουμε τη χώρα σε τουριστικό προορισμό όλο τον χρόνο, το ίδιο και στην Ισπανία. Όμως η Ελλάδα είναι δυστυχώς κολλημένη στη δεκαετία του 1970, να προσελκύει τουρίστες μόνο το καλοκαίρι. Αυτό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα». 
Ο κ. Γουίλσον δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο αύξησης των εισιτηρίων σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, καθότι, όπως είπε, το φετινό καλοκαίρι θα υπάρχουν λιγότερες διαθέσιμες αεροπορικές θέσεις εξαιτίας των κρατικών πακέτων στήριξης και κάποιων πτωχεύσεων στη διάρκεια της πανδημίας, με τη ζήτηση να αναμένεται πολύ υψηλή. Όμως, για την Ελλάδα οι μικροί τουριστικοί πράκτορες δεν κάνουν κάτι ουσιαστικό για τον τουρισμό, καθότι δεν βοηθούν στη διοχέτευση των χρημάτων στην τοπική οικονομία. Το «κλειδί» για την ανάπτυξη, κατά τον κ. Γουίλσον, είναι να προσελκύεις τουρισμό με χαμηλό κόστος, δίνοντας στους τουρίστες τη δυνατότητα να κάνουν αυτό που επιθυμούν, να κάνουν ιστιοπλοΐα, πεζοπορία, να επισκέπτονται αρχαιολογικούς χώρους κ.λπ., δεδομένου ότι υπάρχει απίστευτη δυναμική στην ελληνική τουριστική οικονομία. 

Πρωταρχικός στόχος για όσους ταξιδεύουν με αεροπλάνο, σύμφωνα με τον κ. Γουίλσον είναι η ασφάλεια, η έγκαιρη άφιξη στον προορισμό και προσιτές τιμές προς όλους. «Όταν κάνεις τοπικές πτήσεις, η πρώτη θέση είναι μία πλάνη. Αυτοί που έχουν πολλά χρήματα θέλουν να ξέρουν ότι θα φθάσουν στην ώρα τους, ότι υπάρχουν λογικές τιμές και καλή εξυπηρέτηση. Και όταν φθάσεις στον προορισμό, αυτό που έχει σημασία είναι να αποφασίσεις πού θα ξοδέψεις τα χρήματά σου, πού θα μείνεις και σε ποια μέρη μπορείς να πας από το σημείο στο οποίο βρίσκεσαι. Στην Αθήνα δεν είναι εφικτό αυτό λόγω των τοπικών φόρων, που σημαίνει ότι οι αεροπορικές θα πρέπει να μεταφέρουν τον στόλο τους σε άλλα μέρη της Ευρώπης. Αυτή είναι η ελληνική τραγωδία, να έχεις ένα τόσο καλό προϊόν και να μην μπορείς να αφήνεις τον κόσμο να φθάσει ως εκεί».

Η πράσινη μετάβαση

Όσον αφορά την πράσινη μετάβαση της εταιρείας, ο κ. Γουίλσον σημειώνει ότι ήδη η εταιρεία εργάζεται στα συστήματα των κινητήρων και σε πιο βιώσιμα καύσιμα. «Η Ryanair είναι η πιο πράσινη αεροπορική της Ευρώπης όσον αφορά το capacity με τα αεροσκάφη να εκπέμπουν 16% λιγότερους ρύπους και 40% λιγότερη ηχορύπανση, ενώ τα μεγαλύτερα αεροσκάφη με πιο μεγάλη χωρητικότητα σημαίνουν αποτύπωμα του άνθρακα ανά επιβάτη. Η εταιρεία έχει δεσμευθεί να έχει το 12,5% σε βιώσιμα καύσιμα έως το 2030».

Εν κατακλείδι, το μήνυμα που στέλνει ο κ. Γουίλσον στους Έλληνες ταξιδιώτες είναι ότι τους αξίζει πρόσβαση στην αγορά ταξιδίων χαμηλού κόστους και ότι ο κόσμος που ασχολείται με τον τουρισμό στα νησιά και σε άλλες περιοχές του αξίζει κάτι καλύτερο. «Ρωτήστε την κυβέρνηση γιατί δεν έχει ανταποκριθεί στην επένδυση του 1 δισ. δολαρίων της Ryanair και δεν δίνει κίνητρα στην αεροπορική βιομηχανία για να φέρει και άλλον τουρισμό και να στηρίξει την οικονομία, με αντάλλαγμα τη μεγαλύτερη συνδεσιμότητα με χαμηλότερες τιμές, καθώς οι Έλληνες πληρώνουν πολύ ακριβά τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων των ταξιδίων».