Skip to main content

«Ασήκωτη» η ακρίβεια για επιχειρήσεις και νοικοκυριά

Του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου*

Στον απ’ αριθμόν 1 εχθρό εξελίσσεται η ακρίβεια για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, που βλέπουν καθημερινά τα ταμεία και τις τσέπες τους να αδειάζουν, αδυνατώντας ακόμη και να ανταποκριθούν σε βασικές τους υποχρεώσεις και ανάγκες. 

Από την πρώτη στιγμή η επιμελητηριακή κοινότητα είχε διαβλέψει ότι δεν πρόκειται για ένα πρόσκαιρο φαινόμενο, αλλά ένα κύμα ανατιμήσεων διαρκείας με βαρύτατες οικονομικές συνέπειες.

Σε αυτό συνηγορούν και οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενεργειακή κρίση, που ήρθαν πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας, σύμφωνα με τις οποίες, με βάση τα προθεσμιακά συμβόλαια οι τυπικές τιμές δεκαετίας δεν είναι πιθανό να επιστρέψουν στα επόμενα δυο με τρία χρόνια. Εκτιμάται μάλιστα ότι οι τιμές λιανικής φυσικού αερίου αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω τους επόμενους, ενώ ανάλογα αναμένεται να κινηθούν και οι τιμές ηλεκτρισμού.

Το «σφυροκόπημα» που δέχονται καθημερινά επιχειρήσεις και νοικοκυριά επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία που δίνει κάθε μήνα η ΕΛΣΤΑΤ για τον πληθωρισμό, και καταγράφουν μία διαρκώς ανοδική πορεία. 

Τον Δεκέμβριο ο πληθωρισμός ανήλθε στο 5,1%, με τις τιμές σε ενέργεια και βασικά αγαθά να σημειώνουν το ένα άλμα μετά το άλλο. 

Ενδεικτικά, σε ετήσια βάση, η αύξηση για το ψωμί ήταν 4,9%, για το αρνί και το κατσίκι 19,7%, για τις πατάτες 14,2%, για τα ζυμαρικά  7,6%, για τα πουλερικά 6,6% και για τα φρέσκα ψάρια 6,7%. 

Την ίδια ώρα, οι τιμές των ενεργειακών προϊόντων συνεχίζουν να εκτοξεύονται: 45% στον ηλεκτρισμό, 135,7% στο φυσικό αέριο, 34,1% στο πετρέλαιο θέρμανσης, 21,7% στα καύσιμα και λιπαντικά κλπ. 

Ήδη μεγάλο μέρος των πολιτών δεν καταφέρνει να ανταποκριθεί στις αυξημένες υποχρεώσεις, ενώ το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων έχει εκτιναχθεί. Σύμφωνα με τοποθετήσεις επιχειρηματιών, η αύξηση ξεπερνά το 60%, με τα περιθώρια απορρόφησής της να έχουν πλέον εξαντληθεί. 

Πρόκειται για ένα ασφυκτικό πλέον περιβάλλον, που σε συνδυασμό με τις συνέπειες της πανδημίας, θέτει σε κίνδυνο το μέλλον εκατοντάδων χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για τη στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών για τον Ιανουάριο είναι προς τη θετική κατεύθυνση αλλά δεν επιλύουν το πρόβλημα. Απαιτούνται πιο γενναίες αποφάσεις για να παραμείνουν ζωντανές οι επιχειρήσεις και να μην χαθούν θέσεις απασχόλησης. 

Η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος έχει καταθέσει μία σειρά προτάσεων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας. Αύξηση του ποσοστού επιδότησης στην ενέργεια στο 75%, μείωση του ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης από το 13% στο 6%, μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, καθώς και μέτρα φοροελάφρυνσης, μεταξύ των οποίων η κατάργηση του φόρου επιτηδεύματος. 

Οι απειλές, όμως, για την επιχειρηματικότητα δεν περιορίζονται μόνο στις ανατιμήσεις. Συνεχίζονται τα πλήγματα στο επιχειρείν εξαιτίας της πανδημίας, γι΄αυτό και η επιμελητηριακή κοινότητα ζητάει άμεση αύξηση του αριθμού των δόσεων αποπληρωμής των χρεών της πανδημίας από 72 σε 120, ενίσχυση της ρευστότητας με τη δημιουργία περισσότερων χρηματοδοτικών εργαλείων, αλλά και κατάργηση της υποχρέωσης επιστροφής της Επιστρεπτέας Προκαταβολής.

Υπό αυτές τις συνθήκες ο διμέτωπος αγώνας επιχειρήσεων και επαγγελματιών είναι άνισος και μόνο με την έμπρακτη και ουσιαστική στήριξη της Πολιτείας, μπορούμε να ελπίζουμε στον περιορισμό των απωλειών.  

* Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών