Της Κατερίνας Παπανικολάου,
Κλινική Ψυχολόγος (Μ.SC) – Ψυχοθεραπεύτρια
Το ότι πολίτες υπεράνω υποψίας βρίσκονται κατηγορούμενοι και ένοχοι για παράνομες ή εγκληματικές συμπεριφορές δεν είναι κάτι σπάνιο. Η ηθική δεν έχει χρώμα ταξικό ή κοινωνικοοικονομικό. Το έχουμε συναντήσει πολλές φορές με κρατικούς λειτουργούς που μέλημά τους είναι να προασπίζουν τους νόμους και την τάξη ή ακόμη και με εκκλησιαστικούς λειτουργούς που μέλημά τους είναι η διδασκαλία της ηθικής.
Αναφερόμαστε σε ψυχοπαθητικές προσωπικότητες, που εκδηλώνουν χωρίς ενοχή ανεύθυνη συμπεριφορά, αδιαφορία για τον νόμο, περιφρόνηση ή παραβίαση απέναντι στα δικαιώματα των άλλων. Προσανατολισμένοι στη ικανοποίηση των επιθυμιών τους, δεν έχουν αντικαταστήσει κατά την ανάπτυξή τους την βρεφική αρχή της ευχαρίστησης (θέλω να ικανοποιηθούν όλες οι ενορμήσεις μου) με την αρχή της πραγματικότητας (μερικές ικανοποιήσεις δεν μπορούν να γίνουν, ενώ για κάποιες άλλες μπορεί να χρειαστεί να περιμένει κανείς).
Αυτό όμως που ίσως είναι δύσκολο να συλλάβουμε είναι το πώς μπορεί να συνυπάρχουν στον ίδιο άνθρωπο δύο εκ διαμέτρου αντίθετες συμπεριφορές, Δρ.Τζέκιλ και κύριος Χάιντ. Πώς μπορεί κάποιος που αφιερώνει τη ζωή του στο λειτούργημα της δικαιοσύνης να είναι ταυτόχρονα κατηγορούμενος για αντικοινωνική συμπεριφορά.
Ο Φρόυντ χρησιμοποίησε τον όρο διχασμός του εγώ για να υποδείξει ένα αρκετά παράδοξο φαινόμενο: την συνύπαρξη στους κόλπους του εγώ δύο διαφορετικών ψυχικών στάσεων σε σχέση με την εξωτερική πραγματικότητα, όταν αυτή αντιτίθεται σε ενορμητικές απαιτήσεις. Απ’αυτές, η μεν μία λαμβάνει υπόψιν της την πραγματικότητα, η δε άλλη την απορρίπτει και βάζει στη θέση της παράγωγα της επιιθυμίας. Οι δυο αυτές στάσεις συμπαρατάσσονται χωρίς να επηρεάζει η μία την άλλη.
Δίνοντας λοιπόν μια περιγραφή – και όχι μια ερμηνεία- γίνεται από την προσωπικότητα με διάσχιση της προσωπικής ευθύνης, προκειμένου να υπάρξει ικανοποίηση χωρίς ενοχή. Η ανεπάρκεια του Υπερεγώ – του εσωτερικού δικαστή- είναι εδώ καταφανής.