Skip to main content

Το δύσκολο δημοσκοπικό τοπίο στο ΚΙΝΑΛ

Από την έντυπη έκδοση

Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]

Η επικείμενη αλλαγή ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής, μετά τον πρόωρο θάνατο της προέδρου του Φώφης Γεννηματά, προκαλεί αυξημένο πολιτικό ενδιαφέρον και συνακόλουθη «ζήτηση» για έρευνες κοινής γνώμης. Δημοσκοπήσεις δηλαδή που καλούνται να φωτίσουν τους υπάρχοντες συσχετισμούς στην εκλογική βάση του κόμματος και να καταγράψουν τη δυναμική που αναπτύσσεται προϊούσης της προεκλογικής εκστρατείας.  Η διερεύνηση, όμως, των εκλογικών τάσεων σε ένα μικρό -ως προς τα εκλογικά ποσοστά- κόμμα δεν είναι εύκολο ζήτημα. Κυρίως εξαιτίας του μικρού και πιθανώς μη αντιπροσωπευτικού αριθμού των ψηφοφόρων του που εντοπίζονται σε ένα τυχαίο δείγμα του συνολικού πληθυσμού. Το γεγονός ότι η συμμετοχή στις εσωκομματικές ψηφοφορίες είναι πάντα χαμηλότερη από εκείνη των βουλευτικών εκλογών καθιστά το εγχείρημα ακόμη δυσκολότερο. 

Υπό αυτά τα δεδομένα, κάθε έρευνα πρέπει να σχεδιαστεί κατάλληλα ώστε να διασφαλιστεί ότι όσοι εκφράζουν μια άποψη υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου είναι πραγματικοί ψηφοφόροι (ή φίλοι) του κόμματος και σκοπεύουν πράγματι να συμμετάσχουν στις εσωκομματικές εκλογές. Σε αντίθετη περίπτωση η μέτρηση μπορεί να καταγράφει κάτι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που εμφανίζεται στα αποτελέσματα. 

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σε αυτές τις περιπτώσεις φυσικά είναι να καταγραφεί μόνον η δημοτικότητα ενός υποψηφίου στον ευρύτερο πληθυσμό. Ψηφοφόροι δηλαδή όλων των άλλων κομμάτων ή πολίτες που δεν ασχολούνται με τις εκλογικές διαδικασίες. Είναι προφανές, βέβαια, ότι η γνώμη αυτών των πολιτών δεν επιτρέπει την εξαγωγή αξιόπιστων συμπερασμάτων για το εκλογικό αποτέλεσμα στο Κίνημα Αλλαγής. 

Το ζήτημα δεν είναι αθώο. Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις, αλλά ιδίως στις περιπτώσεις εκλογών δύο γύρων, οι προσδοκίες που καλλιεργούνται ενδέχεται να επηρεάσουν αποφασιστικά την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών. Μπορεί να λειτουργήσει δηλαδή η λογική της «χαμένης ψήφου» σε κάποιον που «αποκλείεται να περάσει στον δεύτερο γύρο» ή σε κάποιον που «υπερέχει τόσο ώστε να μη χρειάζεται στήριξη στον πρώτο γύρο». Με άλλα λόγια, θα ήταν συνετό να αντιμετωπίζει κανείς με καλοπροαίρετο σκεπτικισμό όσα θα ακούγονται από δω και πέρα.