Skip to main content

Ενεργειακές αυξήσεις: Θα ξεπεραστούν σύντομα;

Από την έντυπη έκδοση

Του Δημήτρη Τζάνα*

Για πολλές δεκαετίες και μέχρι το 1973 η Δύση αγόραζε το πετρέλαιο με μονοψήφιες τιμές ανά βαρέλι και οι αυξήσεις δεν ξεπερνούσαν ετησίως το 2%. Έτσι, η αδιάλειπτη αναπτυξιακή πορεία σχετιζόταν στενά με τη φτηνή προμήθεια της βασικής πρώτης ύλης για την παραγωγή ενέργειας. Ήταν θέμα χρόνου ωστόσο οι πετρελαιοπαραγωγοί χώρες, τα αραβικά μέλη του OPEC από κοινού με την Αίγυπτο, τη Συρία και την Τυνησία να αντιδράσουν. Τον Οκτώβριο του 1973, λοιπόν, ήταν η στιγμή κατά την οποία οι προαναφερόμενες χώρες διακήρυξαν εμπάργκο πετρελαίου προς τη Δύση, οδηγώντας την τιμή του πετρελαίου από τα 3 δολάρια το βαρέλι στα 12 δολάρια. Οδηγηθήκαμε έτσι στο φαινόμενο που έμεινε γνωστό ως «Σοκ του Πετρελαίου» στα μέσα της δεκαετίας του 1970.

Ο χρονολογικός πίνακας των εξελίξεων μέχρι τον Δεκέμβριο του 1974 περιέλαβε δραματικά γεγονότα, ανάμεσά τους την επίθεση της Αιγύπτου και της Συρίας στα εδάφη που είχαν καταλάβει οι Ισραηλινοί στον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967. Το αραβικό εμπάργκο του πετρελαίου, που είχε επεκταθεί ακόμα και σε χώρες της Αφρικής, τερματίστηκε τον Μάιο του 1974, αφού προηγουμένως είχε τερματιστεί ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή (πόλεμος του Γιομ Κιπούρ).

Στο μεταξύ, οι οικονομικές επιπτώσεις ήταν δραματικές, με τον στασιμοπληθωρισμό, που είχε ξεκινήσει στις ΗΠΑ και στον Καναδά, να έχει επεκταθεί σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Οι δυτικές χώρες επέβαλαν δελτίο στη χορήγηση της βενζίνης και του πετρελαίου θέρμανσης, προκαλώντας ουρές στα πρατήρια, η Ολλανδία θέσπισε φυλάκιση για τους σπάταλους καταναλωτές της ηλεκτρικής ενέργειας, ο Βρετανός πρωθυπουργός Έντουαρντ Χιθ ζήτησε από τους Βρετανούς να ζεσταίνουν μόνο ένα δωμάτιο στα σπίτια τους τον χειμώνα και οι διαφημιστές χρησιμοποίησαν το σλόγκαν «Don’t be Fuelish» για να διαμορφώσουν συνετή συμπεριφορά από τους καταναλωτές.

Την ίδια ώρα τα κέρδη από τις πωλήσεις πετρελαίου εκτόξευσαν τα έσοδα των πετρελαιοπαραγωγών χωρών και ιδιαίτερα της Σαουδικής Αραβίας, διαμορφώνοντας ένα νέο περιουσιακό στοιχείο: τα πετροδολάρια, που σύντομα διοχετεύθηκαν στις δυτικές αγορές για τοποθετήσεις σε διάφορα περιουσιακά στοιχεία, συμβάλλοντας στη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων εξωτερικών συναλλαγών των δυτικών οικονομιών. Οι κεντρικές τράπεζες μείωσαν δραστικά τα παρεμβατικά επιτόκιά τους παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός εκτοξευόταν, χωρίς ωστόσο να πετύχουν τη γρήγορη επάνοδο της παγκόσμιας οικονομίας στην κανονικότητα, καθώς η εξωγενής διαταραχή που είχε συντελεστεί ήταν ιδιαίτερα επιβαρυντική.

Με δεδομένο ότι η δύναμη των συνδικάτων την περίοδο εκείνη ήταν μεγάλη, ξεκίνησε ο φαύλος κύκλος των ανατιμήσεων τιμών – μισθών, διαβρώνοντας περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, καθώς η μικρή τεχνολογική πρόοδος της εποχής δεν υποβοηθούσε την αύξηση της παραγωγικότητας. Οι εξελίξεις της περιόδου 1973-1974 αλλά και εκείνες της περιόδου μετά το 1979 κινητοποίησαν τη Δύση σε σχέση με την αναζήτηση τρόπων αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης και των δραματικών επιπτώσεών της.

Έπειτα από τέσσερις δεκαετίες και εν μέσω πανδημίας φτάσαμε στην καθολική συνειδητοποίηση ότι η περιβαλλοντική επιβάρυνση λόγω της υπέρμετρης χρήσης ορυκτών καυσίμων συμβάλλει στην κλιματική αλλαγή και συνιστά μείζονα απειλή για τον πλανήτη. Όλες οι μεγάλες οικονομίες του πλανήτη συνομολογούν πλέον στην ανάγκη για άμεσο ενεργειακό μετασχηματισμό, δηλαδή στη διαδικασία απεξάρτησης από τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα (decarbonisation) και της εισαγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Καθώς, όμως, η διαδικασία αυτή απαιτεί τεράστιες επενδύσεις και σημαντικό βάθος χρόνου για την υλοποίησή τους, προκρίθηκε η επιλογή της αυξημένης χρήσης φυσικού αερίου ως πρώτης ύλης στην ενεργειακή βιομηχανία, ιδιαίτερα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αναπόφευκτα η τιμή του εκτοξεύθηκε, προκαλώντας διάφορες αναταράξεις. Την ίδια ώρα η αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών επιβαρύνει το κόστος παραγωγής, ενώ οι αρρυθμίες της εφοδιαστικής αλυσίδας προκαλούν εκτεταμένες ελλείψεις προϊόντων, καθώς η υπερσυγκέντρωση της παραγωγικής διαδικασίας στην Κίνα αποδεικνύεται «αχίλλειος πτέρνα» της παγκόσμιας οικονομίας.

Πλέον, όμως, όλα είναι διαφορετικά. Τα συνδικάτα, έχοντας μικρό βαθμό διαπραγματευτικής δύναμης, δεν μπορούν να επιβάλουν ένα σπιράλ αναπροσαρμογής μισθών και ανατιμήσεων όπως στη δεκαετία του 1970. Η τεχνολογική πρόοδος έχει αλλάξει δραστικά τον τρόπο της παραγωγικής διαδικασίας, εκτοξεύοντας καθημερινά την παραγωγικότητα. Η παγκοσμιοποίηση επιτρέπει τη διατήρηση συνθηκών χαμηλού πληθωρισμού, παρά τις εκφάνσεις προστατευτισμού, που εκδηλώθηκαν στην περίοδο Τραμπ και εν μέσω πανδημίας.

Οι εξελίξεις τόσο στο πεδίο των ΑΠΕ όσο και στην πολλά υποσχόμενη τεχνολογία του υδρογόνου δημιουργούν προϋποθέσεις για οριστικές λύσεις στο ενεργειακό πρόβλημα, σε εύλογο βάθος χρόνου ασφαλώς. Και οι κεντρικές τράπεζες, από κοινού με τις κυβερνήσεις, εξαντλούν τις παρεμβατικές δράσεις τους ώστε η αποκατάσταση της ευρυθμίας στην παραγωγική διαδικασία και της ομαλότητας στη ροή του διεθνούς εμπορίου να γίνει το γρηγορότερο δυνατό. Οι προηγούμενες κρίσεις, άλλωστε, απέδειξαν ότι οι κύκλοι αναταράξεων στην παγκόσμια οικονομία ολοκληρώνονται πολύ σύντομα. Επομένως είναι πιθανό η μέγγενη των ανατιμήσεων, εξαιτίας κυρίως της αύξησης ενεργειακού κόστους, να ολοκληρώσει τον κύκλο της μετά τον φετινό χειμώνα, αφού όμως δυσκολέψει προηγουμένως τα περισσότερα νοικοκυριά, παρά τα πακέτα ανακούφισης που ήδη λαμβάνονται από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.

* Ο κ. Τζάνας είναι οικονομολόγος