Skip to main content

Γιατί αστόχησε η ελληνική καμπάνια για τον εμβολιασμό

Από την έντυπη έκδοση

Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]

Πριν από περίπου έντεκα μήνες, στο θετικό άκουσμα της ανάπτυξης εμβολίων κατά του Covid-19, αυτή εδώ η στήλη σκιαγραφούσε τις προϋποθέσεις για μια επιτυχή επικοινωνιακή εκστρατεία υπέρ του εμβολιασμού στην Ελλάδα. Τελικά, το εγχείρημα δεν φαίνεται να στέφθηκε από επιτυχία, με τη χώρα να κατατάσσεται σήμερα στη 17η θέση της εμβολιαστικής κάλυψης της Ε.Ε., με ποσοστό λίγο πάνω από 60%. Τι έφταιξε λοιπόν και υπολειπόμεθα του μέσου όρου της Ευρώπης και ταυτόχρονα απέχουμε παρασάγγας ακόμη και από κράτη με μεσογειακή κουλτούρα και παρεμφερή χαρακτηριστικά;

Το Μέσο. Η καμπάνια δεν φαίνεται να έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι η Ελλάδα περιλαμβάνεται σταθερά στις χώρες όπου οι πολίτες εμπιστεύονται λιγότερο τα Μέσα Ενημέρωσης. Το πρόβλημα επιτάθηκε από την απουσία (διαφανών) κριτηρίων στην επιλογή των μέσων που ανέλαβαν το κύριο βάρος της εκστρατείας.

Το κοινό-στόχος. Βασική προϋπόθεση για την επιτυχία μιας επικοινωνιακής εκστρατείας είναι ο καθορισμός του κοινού-στόχος και η μελέτη των χαρακτηριστικών του. Όπως όλα δείχνουν, δεν ερευνήθηκε η έκταση (ποσοτικά) και η φυσιογνωμία (ποιοτικά) του πληθυσμού των μη εμβολιασμένων. Έτσι, αντί να δοθεί απάντηση στις αγωνίες και τις ανάγκες των διστακτικών (με την αρωγή και προσώπων-προτύπων) προτιμήθηκε να μεταδίδονται μηνύματα που απλώς έπειθαν τους πεισμένους.

Η τακτική. Ακόμη και σήμερα, η Πολιτεία δεν έχει καταλήξει εάν επιθυμεί να αυξήσει την εμβολιαστική κάλυψη διά της πειθούς, διά της απειλής ή διά της επιβράβευσης. Αμφιταλαντεύεται συνεχώς μεταξύ δύο αντικρουόμενων δογμάτων: του «μαστίγιου και καρότου» και της «ατομικής ευθύνης». Το αποτέλεσμα είναι να θολώνει το μήνυμα και να περιορίζεται η αποτελεσματικότητα της όλης προσπάθειας.

Ο δημόσιος λόγος. Η επικράτηση ενός άκρως διχαστικού δημόσιου λόγου, όπου πολίτες και πολιτικοί μετέτρεψαν τον εμβολιασμό σε πεδίο μάχης. Τα οφέλη της άσκησης κοινωνικής πίεσης για εμβολιασμό μετριάστηκαν (αν δεν αντισταθμίστηκαν) από την πρόκληση αντίρροπων δυνάμεων σε πολίτες που αισθάνθηκαν ότι στοχοποιούνται. Τελικά, η ρητορική μίσους που παρουσιάζει εκατομμύρια Έλληνες ως «ψέκες» όχι μόνο δεν αντιμετώπισε, αλλά επέτεινε το πρόβλημα.