Του Δημήτρη Κυριακόπουλου
«Τα Μέρη παρέχουν το ένα στο άλλο βοήθεια και συνδρομή, με όλα τα κατάλληλα μέσα που έχουν στην διάθεσή τους, κι εφόσον υφίσταται ανάγκη με τη χρήση ένοπλης βίας, εάν διαπιστώσουν από κοινού ότι μία ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας ενός από τα δύο, σύμφωνα με το ‘Αρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών». Το άρθρο 2 της ελληνογαλλικής συμφωνίας συγκέντρωσε -και όχι άδικα- τα φώτα της δημοσιότητας, μαζί φυσικά με την ανακοίνωση αγοράς τριών πλήρως εξοπλισμένων υπερσύγχρονων φρεγατών Belharra από τη χώρα μας.
Μάλιστα, κυβερνητικές πηγές εκτίμησαν ότι με τη ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής «η Ελλάδα θωρακίζεται έναντι απειλών ιδιαίτερα στην Ανατολική Μεσόγειο».
Πράγματι, με την πρώτη ματιά το συγκεκριμένο μέρος της συμφωνίας παραπέμπει στην προσφορά από την Γαλλία μιάς αδιαπέραστης αμυντικής ομπρέλας. Γιατί ποιός, θεωρητικά, θα τολμούσε να επιτεθεί στην Ελλάδα, όταν θα γνώριζε ότι θα έβρισκε στρατιωτικά απέναντί του και έναν από τους ισχυρότερους στρατούς του κόσμου.
Αλλά, πάλι, με δεύτερες σκέψεις, μήπως έχουμε να κάνουμε με μιά περίπτωση: «too good to be true»; Χωρίς λοιπόν, να παραβλέπουμε τον αποτρεπτικό ρόλο της ύπαρξης επίσημης υπόσχεσης αμυντικής συνδρομής σε επίθεση κατά της Ελλάδας, είναι σκόπιμο ανατρέξουμε στην εφαρμογή ανάλογων διακρατικών αμυντικών συμφωνιών.
Όταν οι Ρώσοι ήταν θεατές της ήττας των Αρμενίων
Πολύ κοντά μας χρονικά (φθινόπωρο του 2020) συναντάμε τη σύγκρουση Αρμενίων-Αζέρων για τη διαφιλονικούμενη περιοχή Ναγκόρνο Καραμπάχ. Στην πολύνεκρη αυτή σύρραξη οι Ρώσοι, παραδοσιακά στενοί σύμμαχοι των Αρμενίων, απλά παρακολουθούσαν και παρενέβησαν εβδομάδες μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, για να επιβάλουν την κατάπαυσή τους, όταν οι Αζέροι είχαν καταλάβει σημαντικό τμήμα του Ναγκόρνο Καραμπάχ και ήταν προ των πυλών της πρωτεύουσάς του, Στεπανακέρτ. Την ίδια ώρα που οι Ρώσοι ήταν θεατές, στα πεδία των μαχών οι Αζέροι είχαν την εξόφθαλμη και καταλυτική υποστήριξη των Τούρκων, σε προσωπικό, αλλά και σε στρατιωτικά μέσα, με τα τουρκικής κατασκευής UAVs (μη επανδρωμένα αεροσκάφη) “Bayraktar”, να αποδεκατίζουν τις αρμένικες δυνάμεις.
Βεβαίως, στο κείμενο αυτό δεν θα ασχοληθούμε με τα αίτια της ηχηρής ουδετερότητας των Ρώσων (πχ λέγεται ότι ο πρόεδρος Πούτιν ήταν ενοχλημένος από φιλοδυτική στροφή του αρμένιου πρωθυπουργού Πασινιάν). Όσο για τις αμυντικές συμφωνίες μεταξύ των δύο χωρών χρονολογούνται από το 1995. Μεταξύ άλλων, βρίσκουμε: «Σύμφωνο Φιλίας, Συνεργασίας και Αλληλοβοήθειας» του 1997, «Σύμφωνο για την αρμενο-ρωσική στρατιά», ενώ το 2010 επεκτάθηκε συμφωνία του 1995 βάσει της οποίας έχει εγκατασταθεί και λειτουργεί στο Γκιουμρί η 102η ρωσική στρατιωτική βάση, με δύναμη 4.000 ανδρών και βασική αποστολή τη φύλαξη των συνόρων μεταξύ Αρμενίας και Τουρκίας. Με τη συμφωνία αυτή παρατάθηκε, η διάρκεια της παρουσίας των ρωσικών δυνάμεων επί αρμενικού εδάφους ως το 2044 και διευρύνθηκε η αποστολή τους. Κοντολογίς, από συμφωνίες, άλλο τίποτα, μόνο που την ώρα της κρίσης έμειναν στα χαρτιά.
Συμπερασματικά, με τα χρόνια αλλάζουν ηγέτες, συμμαχίες, συμφέροντα, γεωπολιτικές θέσεις, προτεραιότητες και στοχεύσεις. Και μιά συμφωνία που φαίνεται σήμερα πανίσχυρη, στη συνέχεια λόγω της αλλαγής συνθηκών, μπορεί να καταστεί ανενεργός, «κενό γράμμα». Συνεπώς, είναι προτιμότερο να κινούμαστε έχοντας ως βασικό σενάριο ότι σε μιά πολεμική σύγκρουση θα είμαστε μόνοι, παρά να επαναπαυόμαστε, θεωρώντας δεδομένο ότι αν χρειαστεί, άλλοι θα παρέμβουν αποφασιστικά στο πεδίο υπέρ μας.