Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
‘Ηταν ένα έξοχο δείγμα της υψηλής τέχνης της ρητορικής. Ήταν μια εξαιρετική ομιλία, που τα είχε όλα, «μολονότι στη διάρκειά της δεν εμφανίζεται Θεός». Επέστρεψε θριαμβευτικά στον λόγο, για να κρατηθεί από το πεπρωμένο του, ζέστανε τους παριστάμενους, αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρη ότι τμήμα του αμερικανικού (ή ευρωπαϊκού) ακροατηρίου χάρηκε τις λεκτικές κατασκευές και τις λογικές αποστάξεις.
Αμφιβάλλω αν η ένταση στη διατύπωση και ο δομημένος λόγος για τη δημοκρατία και την Ιστορία, την παγκοσμιοποίηση και την πίστη στην πρόοδο, «που κερδίζεται από κάθε γενιά», άγγιξε τους άνεργους υποβαθμισμένων περιοχών, των φτωχών εργαζομένων σε επισφαλείς θέσεις, την κρυμμένη Αμερική που βγήκε από τη σκιά στις κάλπες της 8ης Νοεμβρίου. Γι’ αυτούς, ούτως ή άλλως, ο Μπαράκ Ομπάμα ήταν πολύ εγκεφαλικός, πολύ διανοούμενος, ο πρόεδρος των συμβιβασμών, ο ήσυχος Αμερικανός. Ιt’s all Greek to them «ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας», η ανάλυση στο πολίτευμα και του κόσμου τα δύσκολα. Ίσως, γιατί δεν είναι ένας κόσμος, αλλά πολλοί, και οι θετικές πλευρές δεν μπορεί να εξαντλούνται σε ένα «καλά είναι», καλύτερα από οποιαδήποτε εναλλακτική. Λείπει κάτι, όταν βουλιάζουν. Πώς το ‘λεγε ο Ράσελ; «Τι σχέση έχει άραγε η πείνα με τα συνθήματα; Σχεδόν κανείς δεν ασχολείται με τέτοιου είδους ερωτήματα».
Ασχολείται, μα όσο οι απαντήσεις είναι διαβεβαιώσεις, η υπομονή εξαντλείται. Δεν απελευθερώνει τους έμφοβους η σύσταση «Δεν μπορούμε να κοιτάζουμε προς τα πίσω».
Κοιτάζουν πίσω, περιχαρακώνονται, γιατί «φυσικά υπάρχει αβεβαιότητα», αλλά εν αντιθέσει με τον Αμερικανό πρόεδρο δεν τους «δίνει η Ιστορία ελπίδα». Τι να τους πεις ότι το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται, ότι η μάχη κατά των μολυσματικών ασθενειών είναι όλο και πιο αποτελεσματική, ότι παλιά δεν ήταν καλύτερα; Το δικό τους «παλιά» πάει πίσω μία δεκαετία, δεν ορίζεται από την Ιστορία. Ακόμη, όμως, κι αν ήταν άλλη της κάλπης η ετυμηγορία, ο λαϊκισμός δεν ξορκίζεται με μια ψηφοφορία.
Μπορεί να καταπολεμηθεί μόνο αν ξαναποκτήσει νόημα η πολιτική, όχι στο όνομα της λεγόμενης «συναίνεσης της Ουάσιγκτον» ή στο όνομα της παγκοσμιοποίησης, αλλά γιατί αυτή η διαδικασία «trial and error» έκανε τη Δύση να ξεχωρίζει στην πορεία.