Skip to main content

Kίνδυνοι & Aποτελεσματικότητα του Eμβολιασμού

Των Καθηγητή Κωνσταντίνου Ζοπουνίδη, Ακαδημαϊκού

Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών
Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων
Επίτιμος Καθηγητής Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου
Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France

Δρ. Δημήτρη Μπατάκη

Πολυτεχνείο Κρήτης, Εργαστήριο Financial Engineering
Μ.Sc. LSE International Health Policy, M.Sc. Health Economics and Management

Μανώλη Καρακώστα

M.Sc. Διοίκησης Επιχειρήσεων
Επαγγελματίας Υγείας – Ερευνητής

Η ανακάλυψη του εμβολίου κατά του κορωνοϊού φάνταζε ως η πλέον αποτελεσματική λύση για την αντιμετώπιση και τη λήξη της πανδημίας. Στην Ελλάδα οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν στις 27 Δεκεμβρίου 2020, πρωτίστως στα άτομα μεγάλων ηλικιών, τις ευπαθείς ομάδες και τους υγειονομικούς. Με το πέρασμα των ημερών άνοιγε σταδιακά η πλατφόρμα των ραντεβού και για τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες, μέχρι που στις αρχές του καλοκαιριού όλος ο ενήλικος πληθυσμός είχε πρόσβαση στο εμβόλιο. Όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα, από τα μέσα Απριλίου σημειώνεται πτώση τόσο στον αριθμό των κρουσμάτων όσο και στις εισαγωγές στα νοσοκομεία και τους δια σωληνωμένους. Το φαινόμενο αυτό μπορεί να αποδοθεί στον εμβολιασμό, διότι από τις αρχές Απριλίου η ηλικιακή ομάδα των 65 ετών και άνω, η οποία είναι και η πλέον ευάλωτη, είχε αρχίσει να εμβολιάζεται, γεγονός που αποτυπώνεται στο διάγραμμα. Η πτώση αυτή διήρκησε μέχρι τις αρχές Ιουλίου, από όταν και άρχισε να σημειώνεται αύξηση στους επιδημιολογικούς δείκτες, γεγονός που θα μπορούσε να αποδεικνύει σύμφωνα με τη γνώμη ορισμένων την αναποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της πανδημίας.

Πηγή: https://stelios67pi.eu/eody.html

Όμως, αυτή η άνοδος οφείλεται σε δύο άλλους παράγοντες και όχι στη μη αποτελεσματικότητα των εμβολίων. Αυτοί είναι, πρώτον η αύξηση της κινητικότητας λόγω του καλοκαιριού και του τουρισμού, η οποία συνοδεύτηκε από τη χαλάρωση των υγειονομικών μέτρων και δεύτερον, η μετάλλαξη δέλτα. Τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού αποδείχθηκαν αποτελεσματικά σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό για όλα τα στελέχη του ιού πριν την επικράτηση της ινδικής μετάλλαξης, αλλά όπως σημειώνουν οι ειδικοί, στη αντιμετώπιση του νέου στελέχους έχουν αισθητά μικρότερη αποτελεσματικότητα. Έτσι, από το χτίσιμο τείχους ανοσίας που ήταν ο πρωταρχικός στόχος, οδηγηθήκαμε στη λογική ότι ο πληθυσμός πρέπει να εμβολιαστεί για να νοσήσει όσο το δυνατόν ελαφρύτερα, στη περίπτωση που αυτό συμβεί, αφού σύμφωνα με το CDC, πλέον τόσο οι εμβολιασμένοι όσο και οι ανεμβολίαστοι μεταδίδουν εξ ίσου τον ιό, κάτι που δεν ίσχυε για τα προηγούμενα στελέχη, αφού οι εμβολιασμένοι ήταν λιγότερο μεταδοτικοί.

Φαίνεται λοιπόν από τα προαναφερθέντα, πως ο λόγος αύξησης των επιδημιολογικών δεικτών οφείλεται στη μετάλλαξη δέλτα, η οποία εκτός του ότι είναι περισσότερο μεταδοτική, μειώνει και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων. Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα, ότι ο εμβολιασμός ναι μεν συνεπικουρεί στη καταπολέμηση της πανδημίας, όμως αυτή η προσπάθεια για να έχει αποτέλεσμα θα πρέπει να συνοδευτεί από τη τήρηση των υγειονομικών μέτρων, τα οποία λόγω της μετάλλαξης του ιού είναι ακόμα απαραίτητα. Όμως, εκτός από τον κίνδυνο των μεταλλάξεων, υπάρχει και ο κίνδυνος της δυσπιστίας των πολιτών προς το εμβόλιο, που οφείλεται στο φόβο των σοβαρών παρενεργειών που ενδέχεται να προκύψουν από τη χορήγησή του, γεγονός που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί.

Από την πλευρά των πολιτών μπορεί να υπάρξει δραστηριοποίηση επ’ αυτού, αφού θα ήταν χρήσιμο για τον καθένα πριν του χορηγηθεί το εμβόλιο, να συμβουλευτεί τον προσωπικό του ιατρό και να προβεί σε όσες εξετάσεις κριθούν απαραίτητες, με σκοπό να ελεγχθεί αν η υγεία του βρίσκεται σε κατάσταση που του επιτρέπει να εμβολιαστεί. Αυτό είναι ωφέλιμο, διότι υπάρχουν άνθρωποι που νοσούν από ασθένειες χωρίς να το γνωρίζουν, ενδεχομένως γιατί αυτές βρίσκονται ακόμα σε πρώιμο στάδιο και δεν έχουν εκδηλώσει συμπτώματα. Στην περίπτωση αυτή ίσως προληφθούν τυχόν σοβαρές παρενέργειες από τον εμβολιασμό. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι το εμβόλιο δεν πρέπει να χορηγείται αδιακρίτως σε όλους, όπως γίνεται αντιληπτό από το ΦΕΚ 3794/Β΄/13-8-2021, που περιγράφει ποια άτομα πρέπει να εξαιρούνται του υποχρεωτικού εμβολιασμού, κάτι που έχει επισημάνει και η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην «Ευρωπαϊκή Πύλη Πληροφοριών Εμβολιασμού». Εξ άλλου, στόχος δεν είναι ο εμβολιασμός όλων, αλλά εκείνων που είναι απαραίτητο, για να διασφαλιστεί η δημόσια υγεία και κατ’ επέκταση η ανθρώπινη ζωή.

Από τη πλευρά της η πολιτεία, θα μπορούσε να καλύπτει τις εξετάσεις των πολιτών, όπως πράττει με τα δωρεάν rapid tests, και να συστήσει ένα πρόγραμμα προγνωστικών εμβολιαστικών εξετάσεων. Εκτός του γεγονότος ότι από αυτές τις εξετάσεις θα βρίσκονταν άτομα που δεν θα έπρεπε να κάνουν το εμβόλιο, θα αποτελούσε μια κίνηση που θα αποδείκνυε τη μέριμνα της πολιτείας προς τους πολίτες, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους. Ένας επιπλέον τρόπος αντιμετώπισης, θα μπορούσε να είναι η ακόμα σε μεγαλύτερο βάθος ενημέρωση των πολιτών σχετικά με τα εμβόλια, μέσω των ειδικών επιστημόνων. Ενημέρωση βέβαια έχει υπάρξει, όμως θα ήταν χρήσιμη η εντατικοποίησή της, όπως συνέβαινε με την καθημερινή ενημέρωση για τη πορεία της πανδημίας την πρώτη περίοδο από την εμφάνισή της, καθώς και η παράθεση συγκριτικών στατιστικών στοιχείων των παρενεργειών που δημιουργούνται από τα εμβόλια σε σχέση με την εμφάνιση αυτών εξ αιτίας άλλων παραγόντων, όπως π.χ. του καπνίσματος.

Ο φόβος που έχουν πολλοί άνθρωποι για την υγεία και την ζωή τους πρέπει να είναι σεβαστός και να αντιμετωπιστεί με την ευκρινή και αναλυτική παράθεση δεδομένων και το ενδιαφέρον του κράτους προς τους πολίτες, τρόποι που είναι πολύ πιθανό να αποτελέσουν τα ισχυρότερα όπλα για τη πειθώ των πολιτών. Τέλος, θα πρέπει να γνωρίζουμε πως ο καθολικός εμβολιασμός όλου του πληθυσμού δεν αποτελεί ρεαλιστικό σενάριο, όμως αυτό δεν θα πρέπει να ανησυχεί την πολιτεία ούτε να την κάνει να λάβει σκληρά μέτρα έναντι του μέρους του πληθυσμού που αρνείται να εμβολιαστεί, για τον πολύ απλό λόγο, ότι η ίδια η επιστήμη είναι κοντά στη παρασκευή φαρμάκου κατά του ιού, όπως και νέων πιο εξελιγμένων εμβολίων, τα οποία νομοτελειακά θα είναι ποιοτικότερα, γεγονός που είναι αρκετό για να πείσει και τους πλέον επιφυλακτικούς.