Από την έντυπη έκδοση
Του Παναγιώτη Μπούντρου
Ορκωτός ελεγκτής, αναπληρωτής γενικός διευθυντής, Ελεγκτικό Τμήμα, KPMG
Tον Μάιο του 2014 εκδόθηκε από το Συμβούλιο των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων («IASB») το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 15 – Εσοδα από συμβάσεις µε πελάτες το οποίο αναμένεται να υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση εντός του πρώτου τριμήνου του 2016.
Το νέο πρότυπο είναι το αποτέλεσμα της κοινής προσπάθειας του Συμβουλίου των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και του Αμερικανικού Συμβουλίου των Χρηματοοικονομικών Λογιστικών Προτύπων («FASB») να αναπτύξουν κοινές απαιτήσεις σχετικά με τις αρχές αναγνώρισης εσόδων, ώστε να βελτιωθεί η συγκρισιμότητα μεταξύ εταιρειών που δραστηριοποιούνται είτε στον ίδιο είτε σε διαφορετικούς κλάδους, καθώς και μεταξύ εταιρειών που συντάσσουν οικονομικές καταστάσεις με διαφορετικά λογιστικά πρότυπα (ΔΠΧΑ, US GAAP).
Εισάγεται η έννοια ενός νέου μοντέλου αναγνώρισης εσόδων βάσει πέντε βασικών βημάτων, τα οποία επιγραμματικά είναι τα εξής:
Βήμα 1: Προσδιορισμός της σύμβασης για την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών.
Βήμα 2: Προσδιορισμός των υποχρεώσεων (performance obligations) που απορρέουν από τη σύμβαση με τον πελάτη.
Βήμα 3: Καθορισμός του τιμήματος συναλλαγής.
Βήμα 4: Κατανομή του τιμήματος συναλλαγής στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση.
Βήμα 5: Αναγνώριση εσόδου καθώς η εταιρεία ικανοποιεί τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τη σύμβαση με τον πελάτη.
Το νέο πρότυπο, καθώς επιφέρει την κατάργηση όλων των προηγούμενων προτύπων και διερμηνειών σχετικά με την αναγνώριση των εσόδων, αναμένεται να έχει σημαντική επίδραση στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της παραγωγής και εμπορίας τροφίμων, ποτών και καταναλωτικών προϊόντων.
Συγκεκριμένα, οι εταιρείες θα πρέπει να εκτιμήσουν πώς θα επηρεαστούν οι οικονομικές τους καταστάσεις, τα πληροφοριακά τους συστήματα και γενικότερα οι διαδικασίες τους από την εφαρμογή του νέου προτύπου και να ενημερώσουν έγκαιρα τα ενδιαφερόμενα μέρη (μετόχους, τράπεζες, προμηθευτές, πελάτες) στην περίπτωση που οι βασικοί χρηματοοικονομικοί δείκτες ή οι επιχειρηματικές τους πρακτικές αλλάξουν.
Ενδεικτικά, επίδραση από την εφαρμογή του προτύπου ενδέχεται να υπάρξει:
* Στον καθορισμό του τιμήματος της συναλλαγής για την πώληση προϊόντων από χορηγούμενες εκπτώσεις και παροχές προς τους πελάτες για την επίτευξη στόχων οι οποίες μπορεί να είναι αξιακές ή να χορηγούνται με τη δωρεάν διάθεση προϊόντων.
Οι παροχές αυτές αποτελούν εμπορικά κίνητρα («trade incentives»), που σύμφωνα με το νέο πρότυπο θεωρούνται μεταβλητοί παράγοντες οι οποίοι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στον προσδιορισμό του τιμήματος της συναλλαγής και να συμπεριληφθούν στα έσοδα στον βαθμό που εκτιμάται πως η επίτευξη των στόχων του πελάτη είναι πολύ πιθανή.
* Στην αναγνώριση ως εξόδων ή στοιχείων μειωτικών των εσόδων, των παροχών προς τους λιανοπωλητές για την τοποθέτηση προϊόντων της εταιρείας στα καταστήματά τους («slotting fees»), καθώς και των παροχών για προωθητικές ενέργειες και δαπάνες συν-διαφήμισης.
Σύμφωνα με το νέο πρότυπο, η εταιρεία θα πρέπει να εξετάζει κατά πόσο λαμβάνει μια διακριτή υπηρεσία από τον λιανοπωλητή και σε αυτή την περίπτωση να αναγνωρίζει τις εν λόγω παροχές ως έξοδα κατά τον χρόνο πραγματοποίησής της.
Διαφορετικά, αυτές οι παροχές θα αναγνωρίζονται μειωτικά των εσόδων καθώς θα αποτελούν κίνητρο πώλησης («sales incentive»).
* Στον χρόνο αναγνώρισης των εσόδων από την κατά παραγγελία παραγωγή προϊόντων («contract manufacturing arrangements»).
Συγκεκριμένα, τα εν λόγω έσοδα δύναται να αναγνωρίζονται κατά τον χρόνο που η εταιρεία εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση με τον πελάτη και όχι κατά την παράδοση των προϊόντων στον πελάτη.
* Στην αντιμετώπιση των εγγυήσεων που χορηγούνται σε πελάτες κατά την πώληση καταναλωτικών προϊόντων ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της εγγύησης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι λιγότερο από ένα χρόνο μετά την έκδοση του προτύπου, τα ανωτέρω συμβούλια αποφάσισαν να εκδώσουν τροποποιήσεις στο νέο πρότυπο σχετικά με την αναγνώριση εσόδων από τη χορήγηση αδειών («licenses») και τον προσδιορισμό των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση.
Οι αλλαγές θα επιδιώξουν να ξεκαθαρίσουν κάποια θέματα εφαρμογής του νέου προτύπου σε ορισμένους κλάδους όπως αυτός των μέσων μαζικής ενημέρωσης, των φαρμακευτικών προϊόντων, λογισμικού και τηλεπικοινωνιών.
Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θα αντιπροσωπεύουν διευκρινίσεις για το νέο πρότυπο και δεν θα έχουν ως στόχο να αλλάξουν τις βασικές αρχές του προτύπου.
Το νέο πρότυπο θα εφαρμόζεται υποχρεωτικά από τις εταιρείες στις ετήσιες λογιστικές περιόδους που ξεκινούν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2018, ωστόσο οι εταιρείες μπορούν να το εφαρμόσουν και νωρίτερα.
Ενώ η ημερομηνία έναρξης ισχύος μπορεί να φαίνεται πολύ μακριά, οι αποφάσεις σχετικά με το πότε και πώς θα γίνει η μετάβαση στο νέο πρότυπο πρέπει να ληφθούν σύντομα.
Μια γρήγορη απόφαση θα επιτρέψει στις εταιρείες να αναπτύξουν ένα αποτελεσματικό σχέδιο εφαρμογής και να ενημερώσουν έγκαιρα τα κύρια ενδιαφερόμενα μέρη τους.