Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Ενα χρόνο πριν από τη μεταστροφή του και την εγκατάλειψη του μεγαλύτερου μέρους του σοσιαλιστικού οικονομικού προγράμματος με το οποίο είχε κερδίσει τη γαλλική προεδρία το 1981, ο Μιτεράν φτάνει στην Αθήνα για την πρώτη επίσημη επίσκεψη. Διήμερη.
Ηταν 1η Σεπτεμβρίου 1982. Κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο του Ελληνικού τον υποδέχτηκαν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου και ο Πρόεδρος της Βουλής Γιάννης Αλευράς.
Προσφωνώντας τον υψηλό προσκεκλημένο στο επίσημο δείπνο στο Προεδρικό Μέγαρο, ο Καραμανλής, πέρα από τους πολιτιστικούς και ιστορικούς δεσμούς που συνδέουν τους δύο λαούς υπογραμμίζει: «Tο πολιτικό και οικονομικό περιεχόμενο των ελληνογαλλικών σχέσεων… αποδεικνύουν ότι η φιλία και η συνεργασία έχουν θεμελιωθεί σε βάσεις ασφαλείας. Οι πολλαπλοί αυτοί δεσμοί προσλαμβάνουν ιδιαίτερη σημασία σήμερα, που η διεθνής κατάσταση διαμορφώνεται κατά τρόπο πραγματικά επικίνδυνο… σε μια στιγμή που η Ευρώπη αναζητεί τον δρόμο της και έχει ανάγκη από τολμηρές πρωτοβουλίες».
Από τότε πέρασε μία αιωνιότητα και κάτι μέρες, αλλά η Ιστορία κάνει περίεργες βεγγέρες με τους πολιτικούς αστέρες. Ο Αλέξης δεν είναι Ανδρέας, ο Ολάντ δεν είναι Μιτεράν, αν και συνονόματοι, που στεγάζονται στο ίδιο κόμμα (PS), στην Ηρώδου Αττικού δεν μένει ο δωρικός Σερραίος, αλλά σχηματικά η σημερινή «τρόικα» έχει εκλεκτικές συγγένειες μ’ αυτήν του 1982.
Ακόμη και το οικονομικό σκέλος της αλλοτινής επίσκεψης για επενδύσεις ή η στήριξη στο ελληνικό αίτημα για καλύτερους όρους από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα είναι στην ίδια συχνότητα. Κι ας μην έχουν ίδια ταυτότητα. Εγγράφονται, όμως, στη μεγάλη ενότητα «Ελλάς – Γαλλία: Iστορία».
Οιαδήποτε κίνηση στήριξης είναι ευπρόσδεκτη, αλλά σε μια υπόθεση προσανατολισμού και ισορροπίας, ο πραγματισμός περιγράφει μια μέθοδο, αλλά όχι ένα πρόγραμμα. Και πολύ λιγότερο μια φιλοδοξία.