Από την έντυπη έκδοση
Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
Να φτάσει σε μία τριετία τα 1.000 πλοία το ελληνικό νηολόγιο, από 750 που είναι σήμερα, θέτει ως στόχο το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΙΠ) με βάση σχετική εισήγηση του αρμόδιου υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Παναγιώτη Κουρουμπλή, σημεία της οποίας αποκαλύπτει σήμερα η «Ν».
Το ΚΥΣΟΙΠ σε συνεδρίασή του αρχές του καλοκαιριού, με αντικείμενο την κυβερνητική πολιτική στη ναυτιλία, υπογράμμισε ότι βασικοί στόχοι της πολιτικής αυτής είναι η διασφάλιση του σταθερού θεσμικού ναυτιλιακού πλαισίου και η ανάδειξη των πλεονεκτημάτων του ελληνικού μοντέλου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η ενίσχυση του ελληνικού νηολογίου με 1.000 πλοία από 750 που είναι σήμερα, η κατακόρυφη αύξηση της απασχόλησης Ελλήνων ναυτικών ποντοπόρου ναυτιλίας συνολικά κατ’ ελάχιστον στους 10.000 από την ένταξη νέων πλοίων στην ελληνική σημαία, εκ των οποίων οι 2.000 θα είναι ανώτερα πληρώματα και οι 2.000 άλλες ειδικότητες και η κάλυψη ενός σημαντικού μεριδίου της παγκόσμιας ζήτησης (150.000 την επόμενη δεκαετία) για στελέχη πρώτης γραμμής για τις ανάγκες της παγκόσμιας ναυτιλίας από Έλληνες κυβερνήτες, μηχανικούς και τεχνικούς.
Οι παραπάνω στόχοι βέβαια τίθενται εν αμφιβόλω εάν δεν λήξει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για τα ελληνικά ναυτιλιακά συμφέροντα η διελκυστίνδα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού για πλευρές του θεσμικού πλαισίου της ελληνικής ναυτιλίας. Η κυβέρνηση και το υπουργείο Ναυτιλίας, όπως αναγνωρίζει η εισήγηση, θα πρέπει να εξασφαλίσει τη σταθερότητα του φορολογικού καθεστώτος της ναυτιλίας. Παράλληλα, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι, θα πρέπει να διασφαλίσει, όπως αναφέρει η εισήγηση, μία ισορροπία αμοιβών σε ικανοποιητικά, αλλά και ανταγωνιστικά πλαίσια, συμβάλλοντας στην αύξηση της απασχόλησης και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού τόσο στα ανώτερα όσο και στα κατώτερα πληρώματα.
Στο πλαίσιο αυτό το υπουργείο Ναυτιλίας, προστίθεται, θα εντείνει τις προσπάθειες διαμεσολάβησης μεταξύ ΠΝΟ και Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ) για την υπογραφή ΣΣΕ, η οποία είναι σε εκκρεμότητα από το 2010. Στόχος είναι να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση στο πρότυπο του γερμανικού μοντέλου αμοιβών που προβλέπει επιβολή ενός premium (20%-30%) πάνω από τις συμβάσεις της διεθνούς ομοσπονδίας ITF. Επιπλέον θα πρέπει να εξετάσει τη μείωση της φορολόγησης των ναυτικών και να διερευνήσει τη δυνατότητα παροχής κινήτρων για αξιοποίηση συνταξιούχων ναυτικών σε πλοία, όταν υπάρχει διαπιστωμένη έλλειψη ενεργών ναυτικών, αμφότερα σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών και Απασχόλησης.
Στόχος του υπουργείου είναι η ανάσχεση και αντιστροφή της υφιστάμενης πτωτικής τάσης με μια σειρά δράσεων που θα υποστηρίξουν τον στρατηγικό στόχο της ενίσχυσης της ελληνικής σημαίας, με άμεσο αποτέλεσμα την αύξηση της απασχόλησης Ελλήνων ναυτικών και έμμεσο αποτέλεσμα την τόνωση των παρα-ναυτιλιακών δραστηριοτήτων. Αμφότερα, θα τονώσουν την εισροή ασφαλιστικών εισφορών, του ναυτιλιακού συναλλάγματος και τα άμεσα φορολογικά έσοδα. Παράλληλα, στρατηγική προτεραιότητα αποτελεί η αποτελεσματική υποστήριξη και βελτίωση της ναυτικής εκπαίδευσης. Για την υλοποίηση των δράσεων απαιτείται ενημέρωση, εξουσιοδότηση από το ΚΥΣΟΙΠ, τουλάχιστον για τις πιο σημαντικές από αυτές και στενή συνεργασία με τα συναρμόδια υπουργεία.
Η ποντοπόρος
Η ελληνική ποντοπόρος ναυτιλία, με τρέχουσα αξία στόλου στα 90 δισ. δολ., αποτελεί μια πλήρως παγκοσμιοποιημένη επιχειρηματική δραστηριότητα στην οποία η Ελλάδα διακρίνεται επί μακρό χρονικό διάστημα και η οποία ως επί το πλείστον εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες, οικονομικούς και γεωπολιτικούς, αναφέρει η εισήγηση περιγράφοντας το υφιστάμενο status της ελληνικής ποντοπόρου ναυτιλίας. Ο ρόλος του υπουργείου, αναφέρει η εισήγηση του κ. Κουρουμπλή, αφορά τη διασφάλιση ενός συνεκτικού και σταθερού πλαισίου το οποίο θα διατηρήσει και θα αυξήσει τη ναυτιλιακή και παρα-ναυτιλιακή δραστηριότητα στην Ελλάδα και σε διεθνές επίπεδο και θα ενισχύσει τόσο την ελληνική σημαία όσο και την ελληνόκτητη ναυτιλία με αποτέλεσμα την αύξηση της απασχόλησης σε πλοία και γραφεία, άμεσων εσόδων από τις ναυτιλιακές δραστηριότητες και της έμμεσης προστιθέμενης αξίας στο ΑΕΠ. Άμεσα συσχετιζόμενη με την ποντοπόρο ναυτιλία είναι η ναυτική εκπαίδευση, αλλά και η ανάπτυξη της ναυτιλιακής και λιμενικής συστάδας (cluster) με επίκεντρο τον Πειραιά ως ένα αναβαθμισμένο παγκόσμιο ναυτιλιακό κέντρο.
Με βάση στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας, που περιλαμβάνουν και μικρά πλοία (>100 ΚΟΧ) για τον Δεκέμβριο του 2016, η χωρητικότητα των υπό ελληνική σημαία εμπορικών πλοίων, στα οποία περιλαμβάνονται και επιβατηγά, παρουσίασε μικρή αύξηση κατά 0,1%. Στο ίδιο ποσοστό αυξήθηκε και ο στόλος. Αντικατοπτρίζοντας και την τάση των ναυλαγορών μέσα στο 2016, παρουσιάσθηκε 3,6% αύξηση στη χωρητικότητα των ελληνόκτητων δεξαμενόπλοιων και μείωση στη χωρητικότητα των φορτηγών κατά 6,5%. Συνοψίζοντας, τα τελευταία έτη υπήρξε σταθεροποίηση του αριθμού ελληνόκτητων πλοίων και μικρή αύξηση σε χωρητικότητα. Παρ’ όλο που σε χωρητικότητα ο ελληνόκτητος στόλος είναι πρώτος -το 17% του παγκόσμιου στόλου- ο ρυθμός αύξησης του τελευταίου παραμένει σταθερά υψηλότερος από αυτόν του ελληνόκτητου στόλου και ο αριθμός των πλοίων υπό ελληνική σημαία βαίνει συνεχώς μειούμενος. Η σταδιακή φυγή πλοίων από την ελληνική σημαία, κυρίως προς ανοιχτά νηολόγια, όπως των Νησιών Μάρσαλ, δεν αποτελεί μόνον ελληνικό ζήτημα: Η σταδιακή απομάκρυνση πλοίων από τις εθνικές σημαίες στις πιο ανταγωνιστικές (και ενδεχομένως λιγότερο απαιτητικές στο παρελθόν) αποτελεί παγκόσμιο ζήτημα και ονομάζεται από τους αναλυτές «πόλεμος των νηολογίων», υπογραμμίζει η εισήγηση.
Σε παγκόσμια βάση το μερίδιο του ελληνικού νηολογίου ανήλθε στο 4,1%, κατατασσόμενο στην 9η θέση. Οι 196 παραγγελίες νέων ελληνόκτητων πλοίων αποτελούν το 4,9% τον παγκόσμιων παραγγελιών και παράλληλα εταιρείες ελληνικών συμφερόντων είναι πρώτες στις αγοραπωλησίες μεταχειρισμένων ποντοπόρων. Η μέση ηλικία του ελληνόκτητου στόλου είναι 10,3 έτη, έναντι 13,2 έτη του παγκόσμιου.
Παρά τη σχετικά σταθερή πορεία του ελληνόκτητου στόλου, το ναυτιλιακό συνάλλαγμα βαίνει μειούμενο: Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ το ενδεκάμηνο του 2016 ανήλθε στα 7,8 δισ. ευρώ, ενώ το ίδιο διάστημα για το 2015 και το 2014 ανήλθε στα 9,9 και 13,4 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Οι Έλληνες ναυτικοί
Σε σχέση με το ναυτεργατικό δυναμικό, η σχετική απογραφή πραγματοποιείται ανά διετία από τη στατιστική υπηρεσία. Το 2012 ο συνολικός αριθμός Ελλήνων ναυτικών ανερχόταν σε 13.026, ενώ η πιο πρόσφατη διαθέσιμη απογραφή, αυτή του 2014, εμφανίζει 12.663 εργαζόμενους, εκ των οποίων 6.692 σε φορτηγά και δεξαμενόπλοια και 5.971 σε επιβατηγά/τουριστικά. Στις θέσεις εργασίας που δημιουργεί η ποντοπόρος ναυτιλία στην Ελλάδα θα πρέπει κανείς να προσθέσει και εκτίμηση του έτους 2015 για περίπου 16.077 εργαζόμενους σε ναυτιλιακές εταιρείες εγκατεστημένες στην Ελλάδα, εκ των οποίων 14.577 Έλληνες και 1.500 αλλοδαποί.
Το νηολόγιο
Στην εισήγηση δεν περιλαμβάνεται κάποια θέση για τη δημιουργία δεύτερου νηολογίου, θέμα που κατά καιρούς επανέρχεται στην επικαιρότητα. Πρόκειται για μια πρόταση που βρίσκει ριζικά αντίθετους τους θεσμικούς φορείς του ελληνικού εφοπλισμού και εκτιμάται ότι δεν βοηθά ιδιαίτερα όταν είναι σε εξέλιξη σοβαρές διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. για φορολογικά θέματα της ελληνικής ναυτιλίας. Επίσης το ερώτημα που τίθεται βέβαια είναι εάν ένα δεύτερο νηολόγιο θα προβλέπει μειωμένη σύνθεση σε ό,τι αφορά τους Έλληνες ναυτικούς. Εάν συμβεί αυτό δεν υπονομεύεται έτσι το ελληνικό νηολόγιο;
Εργαλεία ενίσχυσης κεφαλαίων
Είναι σαφές ότι η ελληνόκτητη ναυτιλία άντεξε την τελευταία επταετία, διάστημα κατά το οποίο τα ναύλα, ειδικά των ξηρών φορτίων, έβαιναν σε μεγάλο βαθμό μειούμενα. Από την άλλη πλευρά, ο υπό ελληνική σημαία στόλος, παρά τη σταθεροποίηση των τελευταίων ετών, σε μακροπρόθεσμη βάση είναι μειούμενος. Αυτή τη στιγμή και παρ’ όλη τη θετική εισροή από την εθελοντική φορολόγηση του εφοπλισμού, τα έσοδα από φορολογία πλοίων παραμένουν χαμηλά, το ναυτιλιακό συνάλλαγμα και οι θέσεις εργασίας βαίνουν μειούμενα. Την ίδια στιγμή, οι ναυτιλιακές εταιρείες αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας λόγω της κατάστασης των ελληνικών τραπεζών, αλλά και περιορισμού της χρηματοδότησης σε μικρό αριθμό εταιρειών από ξένους οργανισμούς, παραδοσιακούς χρηματοδότες της ναυτιλίας. Στο πλαίσιο αυτό μπορεί να εξετασθεί η διευκόλυνση χρηματοδότησης των ναυτιλιακών εταιρειών και προώθηση νέων εναλλακτικών εργαλείων χρηματοδότησης, όπως ενδεικτικά η εισαγωγή ομολογιακών εκδόσεων στο ΧΑΑ με ταυτόχρονη παροχή δυνατότητας εξαίρεσης από περιορισμούς εξαγωγής κεφαλαίων που προορίζονται για επενδύσεις.
Η ποντοπόρος ναυτιλία εξακολουθεί να αποτελεί, πέραν από έναν τομέα στον οποίον η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση, μια δραστηριότητα η οποία συμβάλλει τόσο άμεσα και έμμεσα στο ΑΕΠ της χώρας με καθαρές εισπράξεις, χωρίς να χρειάζεται επενδύσεις από την πλευρά της Πολιτείας, υπογραμμίζει το υπουργείο Ναυτιλίας.