Τα αποτελέσματα της πρόσφατης, σημαντικής συνεδρίασης της Επιτροπής Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (UN IMO / MEPC 74), καθώς και τα εν εξελίξει θέματα και τον τρόπο με τον οποίο η ναυτιλιακή βιομηχανία μπορεί να συμβάλει επιτυχώς στις εξελίξεις, συζήτησαν στο Χονγκ Κονγκ η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (EEE) και η Ένωση Εφοπλιστών του Χονγκ Κονγκ (HKSOA).
Ειδικότερα, στη βάση της μακροχρόνιας κι εξαιρετικής συνεργασίας μεταξύ των δύο ενώσεων, στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στο Διεθνές Ναυτικό Επιμελητήριο (International Chamber of Shipping – ICS), ο πρόεδρος της EEE, Θεόδωρος Βενιάμης, και ο Ιωάννης Λύρας, μέλος των δ.σ. της ΕΕΕ και του ICS, επισκέφθηκαν τα γραφεία της HKSOA, όπου συναντήθηκαν με αντιπροσωπεία της, με επικεφαλής τον πρόεδρό της, Jack Hsu, και είχαν, σύμφωνα με την ΕΕΕ, «εποικοδομητική και εμπεριστατωμένη ανταλλαγή απόψεων».
«Η ναυτιλιακή βιομηχανία αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις και πρέπει να παραμείνει ενωμένη για να μπορέσει να τις αντιμετωπίσει με επιτυχία. Είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι που είχαμε έναν ανοιχτό και γόνιμο διάλογο και σύγκλιση ιδεών με τους Ασιάτες συναδέλφους μας, σε μια σειρά από επίκαιρα περιβαλλοντικά και λειτουργικά ζητήματα και ειδικότερα τις προκλήσεις ασφάλειας, διαθεσιμότητας και άλλων θεμάτων που σχετίζονται με την εφαρμογή του νέου ανώτατου ορίου θείου 0,5% στα ναυτιλιακά καύσιμα και με την περαιτέρω μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τα πλοία» δήλωσε ο κ. Βενιάμης.
«Είναι σημαντικό για δύο μεγάλες εφοπλιστικές ενώσεις από την Ευρώπη και την Ασία να συνεργάζονται για την επίτευξη κοινών στόχων, οι οποίοι αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για το μέλλον της βιομηχανίας μας» είπε από την πλευρά του ο κ. Hsu.
ΕΕΕ και HKSOA χαιρέτισαν, επίσης, την απόφαση της MEPC 74 να εγκρίνει την πρόταση των 28 κρατών-μελών της Ε.Ε. και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα νέο πρόγραμμα εργασίας σχετικά με την αξιολόγηση των συνολικών επιπτώσεων από τη χρήση συστημάτων καθαρισμού καυσαερίων (Exhaust Gas Cleaning Systems – EGCSs) και την εναρμόνιση των κανόνων των κρατών-μελών σχετικά με τις απορρίψεις των εκπλυμάτων των εν λόγω συστημάτων στα ύδατα, λόγω των αντιφάσεων και των αβεβαιοτήτων που σχετίζονται με τη χρήση τους ως ισοδύναμα με την κατανάλωση κατάλληλων καυσίμων περιεκτικότητας θείου 0,5%.
Οι δύο ενώσεις δηλώνουν πως εμμένουν απολύτως στη δέσμευσή τους στις αποφάσεις και διαδικασίες του ΙΜΟ, με σκοπό την επίτευξη μίας ασφαλούς, συνεπούς κι ομαλής εφαρμογής του παγκόσμιου ορίου 0,5% του θείου στα ναυτιλιακά καύσιμα από το 2020 και της απεξάρτησης της παγκόσμιας ναυτιλίας από τον άνθρακα το συντομότερο δυνατό. Ωστόσο, εκφράζουν τις ανησυχίες τους σχετικά με το κόστος των συμμορφούμενων καυσίμων και με πολλά θέματα ασφαλείας και συμβατότητάς τους, τα οποία ευελπιστούν ότι μπορούν να αντιμετωπιστούν πλήρως από τα διάφορα εμπλεκόμενα μέρη πριν από το 2020. Στο πλαίσιο αυτό, οι δύο ενώσεις αναμένουν ότι η Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας του ΙΜΟ (MSC 101) στην εν εξελίξει σύνοδό της (5-14 Ιουνίου) θα ασχοληθεί αποφασιστικά με τα σχετικά θέματα ασφαλείας, έτσι ώστε οι νέοι κανόνες να είναι συμβατοί με τις λειτουργικές ανάγκες των διαφόρων τύπων του ποντοπόρου στόλου.
Όσον αφορά στον μακροπρόθεσμο στόχο της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 50% έως το 2050 σε σύγκριση με το 2008, ασφαλή καύσιμα με χαμηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα ή μη ορυκτά καύσιμα, καθώς και νέες καινοτόμες τεχνολογίες πρόωσης που θα έχουν δοκιμαστεί και θα είναι κατάλληλες για πλοία που διανύουν μεγάλες χρονικές περιόδους στη θάλασσα, θεωρούν ότι πρέπει να είναι στη διάθεση της διεθνούς ναυτιλίας σε παγκόσμια κλίμακα, ώστε οι νέοι περιβαλλοντικοί κανόνες να είναι αποτελεσματικοί και βιώσιμοι, χωρίς να προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού. Αυτά τα νέα καύσιμα και οι τεχνολογίες θα πρέπει να παραχθούν μέσω μεγάλων επενδύσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη, όπου θα εμπλέκονται όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που απαιτούνται. Η ναυτιλιακή βιομηχανία έχει ζητήσει o Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών να διαδραματίσει πιο ενεργό και ηγετικό ρόλο στην πρόοδο αυτής της έρευνας και ανάπτυξης.
Τέλος, οι δύο ενώσεις τόνισαν την επιθυμία τους να συνεχιστούν η στενή συνεργασία τους και οι διμερείς συναντήσεις τους.