Δύο συγκεκριμένες προτάσεις, προκειμένου το ναυτιλιακό cluster της Ευρώπης να σταματήσει να χάνει μερίδια στην παγκόσμια αγορά από τον ανταγωνισμό, καταθέτουν από κοινού οι Ευρωπαίοι εφοπλιστές και η Sea Europe.
H Ένωση Ευρωπαίων Εφοπλιστών (ECSA) και η Sea Europe, η οποία εκπροσωπεί τα ευρωπαϊκά ναυπηγεία και τους κατασκευαστές ναυτιλιακού εξοπλισμού, προτείνουν από κοινού να ενταχθεί η αλυσίδα αξίας στη ναυτιλία τόσο στην Ευρωπαϊκή Βιομηχανική Στρατηγική για τη Ναυτιλία όσο και στο Επενδυτικό Σχέδιο για τις Βιώσιμες Μεταφορές.
Με βάση τα στοιχεία που έδωσε προχθές στη δημοσιότητα η ECSA από δύο μελέτες που εκπονήθηκαν από Deloitte και CE Delft, η ευρωπαϊκή ναυτιλία μπορεί να παραμένει παγκόσμια υπερδύναμη, ωστόσο η Ασία έρχεται δυναμικά και αυξάνει τα μερίδιά της με ταχύτερους ρυθμούς από την Ευρώπη, η οποία πλέον αντιπροσωπεύει το 35% της χωρητικότητας του παγκόσμιου στόλου από 38,5% το 2018. Επισημαίνεται, επίσης, ότι περίπου το 60% του ευρωπαϊκού τονάζ είναι ελληνικών συμφερόντων. Από την άλλη πλευρά, τα προβλήματα είναι μεγαλύτερα στον τομέα των ναυπηγείων, αλλά και σε αυτόν των κατασκευαστών ναυτιλιακού εξοπλισμού.
Στην Ευρώπη κατασκευάζονται πλέον μόνο κρουαζιερόπλοια και ειδικού τύπου πλοία, καθώς και πολεμικά. Τα μεγάλα εμπορικά πλοία κατασκευάζονται σχεδόν αποκλειστικά στις κλίνες της Κίνας, της Ιαπωνίας, αλλά και της Νοτίου Κορέας.
Οι τρεις χώρες, μάλιστα, επιδοτούν τη ναυπηγική δραστηριότητα, σε αντίθεση με την Ευρώπη, η οποία τις έχει απαγορεύσει σταδιακά από τη δεκαετία του ’90. Η εξέλιξη αυτή κάνει δυσκολότερο και το έργο των κατασκευαστών ναυτιλιακού εξοπλισμού, αφού τα μεγάλα ναυπηγεία της Ασίας προκρίνουν συνήθως τις τοπικές επιχειρήσεις.
Η πρόταση
Οι δύο ενώσεις καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμπεριλάβει τον ναυτιλιακό τομέα -δηλ. ναυτιλία, ναυπηγεία και κατασκευαστές εξοπλισμού- στην Ευρωπαϊκή Βιομηχανική Στρατηγική για τη Ναυτιλία, καθώς και στο Επενδυτικό Σχέδιο για τις Βιώσιμες Μεταφορές. Και οι δύο καλούν επίσης την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκδώσει δράσεις με αντίκτυπο.
«Σήμερα, οι Ευρωπαίοι εφοπλιστές, τα ευρωπαϊκά ναυπηγεία και οι κατασκευαστές ναυτιλιακού εξοπλισμού ενώνουν τις δυνάμεις τους και καλούν την Επιτροπή να συμπεριλάβει τον ναυτιλιακό τομέα στην επερχόμενη Ευρωπαϊκή Βιομηχανική Ναυτιλιακή Στρατηγική και στο Επενδυτικό Σχέδιο για τις Βιώσιμες Μεταφορές. Η ευρωπαϊκή ναυτιλία είναι μια ιστορία επιτυχίας. Η Ευρώπη αντιπροσωπεύει το 35% του παγκόσμιου στόλου έναντι του μεριδίου 15% του παγκόσμιου ΑΕΠ της Ε.Ε.», επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην κοινή τους δήλωση. Και οι δύο πρωτοβουλίες θα πρέπει να διασφαλίσουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής ναυτιλίας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για ένα ισχυρό και ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό ναυτιλιακό βιομηχανικό σύμπλεγμα, σημειώνουν χαρακτηριστικά.
«Η αντιμετώπιση του διευρυνόμενου χάσματος καινοτομίας στην Ευρώπη είναι ο μόνος τρόπος για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής βιομηχανικής βάσης. Η οικονομική στήριξη από τα έσοδα του εθνικού και του ευρωπαϊκού συστήματος εμπορίας ρύπων πρέπει να ενισχύσει την υιοθέτηση καθαρών τεχνολογιών και καυσίμων», δήλωσε ο Σωτήρης Ράπτης, γενικός γραμματέας της ECSA.
«Η Ευρώπη χρειάζεται ισχυρά, καινοτόμα και παγκοσμίως ανταγωνιστικά ναυπηγεία και κατασκευαστές ναυτιλιακού εξοπλισμού. Κατέχει παγκόσμια ηγετική θέση στους πολύπλοκους τύπους πλοίων και στην κατασκευή ναυτιλιακού εξοπλισμού, αλλά πρέπει να είναι πιο ανθεκτική και λιγότερο εξαρτημένη από ξένα κράτη. Μια αποτελεσματική βιομηχανική ναυτιλιακή στρατηγική, που θα επιτρέψει στην Ευρώπη να εδραιώσει την τρέχουσα παγκόσμια ηγετική της θέση. Ανακτώντας παράλληλα στρατηγικές αγορές και επωφελούμενη από αναδυόμενα τμήματα, είναι ζωτικής σημασίας για την εμπορική και ναυτική και ναυπηγική βιομηχανία της Ευρώπης και την οικονομική ασφάλεια, είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον της Ευρώπης», δήλωσε ο Christophe Tytgat, γ.γ. της Sea Europe.
Οι επιμέρους τομείς
Πιο συγκεκριμένα, η κοινή δήλωση συνιστά: Ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας του ευρωπαϊκού τομέα της ναυτιλιακής μεταποίησης (δηλαδή των ευρωπαϊκών ναυπηγείων και των κατασκευαστών ναυτιλιακού εξοπλισμού) μέσω μιας αποτελεσματικής ευρωπαϊκής βιομηχανικής ναυτιλιακής στρατηγικής. Ένας πιο ανταγωνιστικός ευρωπαϊκός τομέας της ναυπηγικής βιομηχανίας θα ωφελήσει επίσης ολόκληρο το ευρωπαϊκό ναυτιλιακό σύμπλεγμα και θα αποτελέσει κλειδί για την επίτευξη των κλιματικών στόχων της Ε.Ε. και του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού.
Διατήρηση ενός διεθνώς ανταγωνιστικού ευρωπαϊκού ναυτιλιακού τομέα μέσω ενός ισότιμου διεθνούς ρυθμιστικού και φορολογικού πλαισίου.
Στήριξη των ευρωπαϊκών ναυπηγείων και των Ευρωπαίων κατασκευαστών ναυτιλιακού εξοπλισμού μέσω οικονομικών κινήτρων, που δίνουν ώθηση με την ενθάρρυνση της ζήτησης, μέσω εθελοντικών συστημάτων, των πλοίων χαμηλών και μηδενικών εκπομπών, των μετασκευών και των καθαρών τεχνολογιών στην Ευρώπη, καθώς και με την παροχή κινήτρων για επενδύσεις για την αναβάθμιση των διαδικασιών των ναυπηγείων και της ναυτιλιακής κατασκευής, για την περαιτέρω ενίσχυση της αποδοτικότητας των ναυπηγείων και των διαδικασιών ναυτιλιακής κατασκευής.
Εισαγωγή δεσμευτικών υποχρεώσεων για την παραγωγή και την κατασκευή καθαρών καυσίμων στην Ευρώπη, σύμφωνα με τους στόχους της Πράξης για τη Βιομηχανία Καθαρού Μηδενός, μέσω του επενδυτικού σχεδίου για τις βιώσιμες μεταφορές. Η βεβαιότητα σχετικά με τα καθαρά καύσιμα θα προωθήσει τις επενδύσεις στη ναυτιλιακή μεταποιητική βιομηχανία της Ευρώπης.
Διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση -τόσο δημόσιας όσο και ιδιωτικής- για γαλάζιες επενδύσεις προς υποστήριξη της ενεργειακής και ψηφιακής μετάβασης. Ειδικότερα, τα έσοδα από το ΣΕΔΕ της Ε.Ε. -τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο- θα πρέπει να διοχετευθούν καλύτερα στην ενεργειακή μετάβαση του ναυτιλιακού τομέα, αλλά και στη στήριξη των επενδύσεων σε καθαρά καύσιμα, στην τόνωση της ζήτησης για πλοία και τεχνολογίες χαμηλών και μηδενικών εκπομπών στην Ευρώπη, καθώς και στη στήριξη της αναβάθμισης των ναυπηγείων και των διαδικασιών ναυπηγικής κατασκευής.
Διαφορετικά χρηματοδοτικά εργαλεία, μεταξύ άλλων με τη συμμετοχή τραπεζικής χρηματοδότησης, εγγυήσεων, κεφαλαιαγορών και ιδιωτών επενδυτών, θα πρέπει να διευκολύνουν τον καλύτερο επιμερισμό του κινδύνου των καινοτόμων και μεταβατικών έργων.