Διακυμάνσεις, έντονη μεταβλητότητα και μεγάλες προκλήσεις χαρακτήρισαν τις κύριες ναυτιλιακές αγορές για το 2024, σύμφωνα με έρευνα ομάδας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ).
Για τα δεξαμενόπλοια η περασμένη χρονιά χαρακτηρίζεται από σημαντικές γεωπολιτικές εξελίξεις, δυναμικές αλλαγές στην προσφορά και τη ζήτηση και αναδιαμορφώσεις στις εμπορικές ροές.
Παράλληλα, η αγορά ναύλων μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου παρουσίασε σημαντικές διακυμάνσεις, με τον δείκτη Baltic Dry Index (BDI) να αντανακλά συνολικά μια δύσκολη χρονιά.
Σύμφωνα με έρευνα της ομάδας του ΕΚΠΑ με επικεφαλής τον δρ. Μιχάλη Τσατσαρώνη και τους Αργύρη Δημόπουλο, Παναγιώτα Μαρκοπουλιώτη και Μάρθα Γκορίλα, πέρσι η αγορά εμπορευματοκιβωτίων χαρακτηρίστηκε από σημαντικές διακυμάνσεις και αξιοσημείωτες αλλαγές στις τιμές των ναύλων.
Στα LNG αλλά και τα LPG carriers, τέλος, η αγορά χαρακτηρίστηκε από κυμαινόμενες τιμές και προκλήσεις, λόγω της υπερπροσφοράς, των γεωπολιτικών διαταραχών και της εξελισσόμενης δυναμικής της αγοράς.
Μεγάλη επιρροή στα δεξαμενόπλοια
Η κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα και οι διεθνείς κυρώσεις κατά της Ρωσίας επηρέασαν βαθιά την αγορά των δεξαμενόπλοιων, οδηγώντας σε αναδιάρθρωση των δρομολογίων και αύξηση του κόστους, αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έρευνα.
Εν τω μεταξύ, η ζήτηση για αργό πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαίου ενισχύθηκε από την ανάκαμψη της κινεζικής οικονομίας και την αύξηση της παραγωγής από τα μέλη εκτός ΟΠΕΚ.
Η αγορά των chemical tankers παρουσίασε ιδιαίτερη δυναμική, ενώ η μεταφορά καθαρών προϊόντων επηρεάστηκε από τις αυξημένες εξαγωγές από τη Μέση Ανατολή και τη μειωμένη παραγωγή στις ΗΠΑ και την Ευρώπη.
Η γήρανση του παγκόσμιου στόλου και η αυξανόμενη ζήτηση για σύγχρονα πλοία υποκίνησαν ένα κύμα νέων παραγγελιών δεξαμενόπλοιων.
Παράλληλα, οι γεωπολιτικές εντάσεις, όπως οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και οι κυρώσεις στη Ρωσία, συνέχισαν να διαμορφώνουν την αγορά, ενώ τα εξελισσόμενα εμπορικά πρότυπα, συμπεριλαμβανομένης της στροφής της Ινδίας προς το αργό της Μέσης Ανατολής, δημιούργησαν νέα δυναμική.
Παρά τις προκλήσεις, η ζήτηση για clean δεξαμενόπλοια παρέμεινε ανθεκτική, με τις αναδυόμενες αγορές, όπως η Κίνα και η Ινδία, να διατηρούν τον κεντρικό τους ρόλο.
Συνολικά, η αγορά δεξαμενόπλοιων το 2024 χαρακτηρίστηκε από σημαντική μεταβλητότητα, υπογραμμίζοντας την ανάγκη προσαρμογής στις νέες συνθήκες και επενδύσεων σε τεχνολογικά προηγμένα πλοία.
Ο τομέας των επενδύσεων σε νέες παραγγελίες παρουσίασε σημαντικές διακυμάνσεις. Στις αρχές του περασμένου έτους, οι παραγγελίες νεότευκτων δεξαμενόπλοιων αυξήθηκαν κατακόρυφα, ιδίως για πλοία με καύσιμα μεθανόλης και φιλικά προς το περιβάλλον, σηματοδοτώντας μια στροφή προς τη βιωσιμότητα.
Βασικοί παίκτες, όπως η COSCO και η Union Maritime, επένδυσαν ενεργά σε VLOCs, aframaxes και δεξαμενόπλοια LR2, αντανακλώντας την εμπιστοσύνη στα εναλλακτικά καύσιμα και τις σύγχρονες τεχνολογίες.
Παρά το ισχυρό ξεκίνημα, τους καλοκαιρινούς μήνες παρατηρήθηκε επιβράδυνση της δραστηριότητας λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας και του υψηλού κόστους των πρώτων υλών.
Ωστόσο, τα ασιατικά ναυπηγεία ανέφεραν αυξημένες παραγγελίες, ιδίως για τα δεξαμενόπλοια VLCC και LR2, με αξιοσημείωτες συμφωνίες που αφορούσαν την Eastern Pacific Shipping και την Bahri.
Μέχρι το τέλος του έτους, η αναλογία βιβλίων παραγγελιών δεξαμενόπλοιων προς στόλο είχε αυξηθεί στο 10%, λόγω της ζήτησης για ενεργειακά αποδοτικά και φιλικά προς το περιβάλλον πλοία.
Συνολικά, η αγορά νεότευκτων δεξαμενόπλοιων το 2024 αντανακλούσε μια προσεκτική αλλά και στρατηγική προσέγγιση, εξισορροπώντας τη βιωσιμότητα, την κερδοφορία και τη μεταβλητότητα της αγοράς.
Διαλείπουσα ανάκαμψη στα bulk carriers
Ο BDI κατέγραψε πτώση 33% στις αρχές του περασμένου έτους, πέφτοντας στο χαμηλότερο σημείο των 1.308 μονάδων στις 17 Ιανουαρίου, επηρεασμένος από την κινεζική Πρωτοχρονιά και την αδύναμη ζήτηση.
Ωστόσο, η αγορά σημείωσε διαλείπουσα ανάκαμψη, ιδίως τον Απρίλιο και τον Ιούλιο, λόγω της αυξημένης ζήτησης για σιδηρομετάλλευμα, άνθρακα και σιτηρά, καθώς και της αναδρομολόγησης των ναυτιλιακών δρομολογίων μέσω του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων.
Τα capesizes σημείωσαν ιδιαίτερα καλές επιδόσεις, με τις τιμές των χρονοναυλώσεων ενός έτους να διπλασιάζονται σχεδόν από τον Φεβρουάριο του 2023 έως τον Φεβρουάριο του 2024.
Ο Ιούλιος και ο Αύγουστος σηματοδότησαν μια εύρωστη περίοδο για την αγορά, υποστηριζόμενοι από τον υψηλό όγκο εισαγωγών και τις μεγαλύτερες αποστάσεις πλεύσης.
Ωστόσο, από τον Σεπτέμβριο, η αγορά άρχισε να «ψυχραίνεται», καθώς η κινεζική οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε και οι εισαγωγείς προσάρμοσαν τα επίπεδα αποθεμάτων.
Ο Οκτώβριος έφερε πρόσθετες προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μειωμένων εισαγωγών ινδικού άνθρακα και του χαμηλού εξαμήνου για τον BDI.
Τον Νοέμβριο παρατηρήθηκε μια μικρή ανάκαμψη στα capes λόγω της αυξημένης ζήτησης σιδηρομεταλλεύματος, αλλά τα μικρότερα πλοία μεταφοράς χύδην φορτίου συνέχισαν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις.
Οι κανονιστικές αλλαγές και οι εκκλήσεις για αυστηρότερες απαιτήσεις επιθεώρησης ενέτειναν την πολυπλοκότητα στη δυναμική της αγοράς.
Οι εξαγωγές μέσω θαλάσσης μεταλλουργικού άνθρακα αυξήθηκαν κατά 6,3% σε ετήσια βάση, ενώ γεωπολιτικοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, αναδιαμόρφωσαν τις διαδρομές των πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου.
Παρά τις εξελίξεις αυτές, οι αδύναμες κινεζικές εισαγωγές και η σταδιακή ανάκαμψη των διελεύσεων στη Διώρυγα του Παναμά άσκησαν καθοδικές πιέσεις στους ναύλους.
Μέχρι τον Δεκέμβριο, ο δείκτης BDI έφτασε στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2023, αντανακλώντας ένα αδύναμο τέλος σε ένα ασταθές έτος για την αγορά ναύλων μεταφοράς χύδην φορτίων.
Η αγορά νεότευκτων και αυτή των μεταχειρισμένων πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου παρουσίασαν αντίθετη δυναμική.
Η αγορά μεταχειρισμένων ακμάζει, με σχεδόν 700 πλοία να αλλάζουν χέρια, λόγω της ισχυρής ζήτησης για supramaxes, ultramaxes και capesizes.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες ήταν ιδιαίτερα ενεργοί, αντιπροσωπεύοντας σημαντικές αγορές, συμπεριλαμβανομένου του 33% των capesizes και του 28% των supramaxes.
Υπερπροσφορά στα αεριοφόρα
Οι αγορές ναύλων στα LNG carriers και LPG carriers το 2024 χαρακτηρίστηκαν από κυμαινόμενες τιμές και προκλήσεις λόγω της υπερπροσφοράς, των γεωπολιτικών διαταραχών και της εξελισσόμενης δυναμικής της αγοράς.
Οι ναύλοι μεταφοράς ΥΦΑ αντιμετώπισαν καθοδικές πιέσεις σε μεγάλο μέρος του 2024, αντανακλώντας την υπερπροσφορά και τις μειωμένες δυνατότητες εξαγωγών.
Οι τιμές spot για τα πλοία μεταφοράς ΥΦΑ έπεσαν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, φθάνοντας τα 12.000 δολάρια/ημέρα τον Νοέμβριο, πολύ κάτω από το λειτουργικό κόστος των παλαιότερων πλοίων.
Τους καλοκαιρινούς μήνες είχε σημειωθεί προσωρινή ανάκαμψη, με τις τιμές να αυξάνονται στα 63.000 δολάρια την ημέρα τον Ιούνιο, λόγω της εποχικής ζήτησης και των γεωπολιτικών εντάσεων που επηρεάζουν τα δρομολόγια.
Η μειωμένη χωρητικότητα της Διώρυγας του Παναμά ενίσχυσε περαιτέρω τη ζήτηση σε τονοχιλιόμετρα. Παρά τις διακυμάνσεις αυτές, οι μακροπρόθεσμες προοπτικές υποδηλώνουν σταθερότητα, με αυξανόμενο ενδιαφέρον για μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα συμβόλαια για πλοία μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Η αγορά στα LPG carriers παρουσίασε ισχυρή ζήτηση, ιδίως στην Ασία, με κινητήρια δύναμη τις εισαγωγές προπανίου και βουτανίου από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι τιμές των ναύλων παρέμειναν αυξημένες κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, αλλά αγωνίστηκαν να ανακάμψουν τους τελευταίους μήνες λόγω της υπερπροσφοράς και της ασθενέστερης παγκόσμιας ζήτησης.
Οι διαταραχές σε βασικές ναυτιλιακές διαδρομές, συμπεριλαμβανομένης της Διώρυγας του Παναμά, συνέχισαν να
επηρεάζουν την αγορά, οδηγώντας σε στρατηγικές αναδρομολογήσεις και αυξημένο κόστος.
Παρά τις διακυμάνσεις και την πίεση η αγορά νεότευκτων πλοίων LNG και LPG παρέμεινε δυναμική.
Οι νέες παραγγελίες έδωσαν έμφαση στα διπλού καυσίμου και τα φιλικά προς το περιβάλλον σχέδια. Τα πλοία μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου αντιπροσώπευαν το 35% του συνολικού βιβλίου παραγγελιών, υπογραμμίζοντας τη στροφή προς πιο πράσινες τεχνολογίες.
Η αγορά μεταχειρισμένων πλοίων LNG και LPG παρέμεινε ενεργή παρά τις προκλήσεις, όπως η υπερπροσφορά και οι χαμηλοί ναύλοι.
Οι στρατηγικές εξαγορές επικεντρώθηκαν σε σύγχρονα, αποδοτικά ως προς την κατανάλωση καυσίμων πλοία, για να προετοιμαστούν για τα αυστηρότερα περιβαλλοντικά πρότυπα και την αναμενόμενη μελλοντική ζήτηση.
Η υπερπροσφορά πλοίων και η μείωση των ναύλων δημιούργησαν πιέσεις, ιδίως κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2024.
Παρά το υψηλό κόστος κατασκευής νέων πλοίων, η εμπιστοσύνη στην αγορά LNG/LPG ως κρίσιμη συνιστώσα της παγκόσμιας ενεργειακής μετάβασης παρέμεινε ισχυρή.
Εκτίναξη ναύλων στα containerships
Ο δείκτης εμπορευματοκιβωτίων της Κίνας (CCFI) σημείωσε απότομη αύξηση στις αρχές του 2024, με ιδιαίτερα μεγάλες αυξήσεις στις γραμμές προς την Ευρώπη και τη Μεσόγειο, λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων και των επιθέσεων στην Ερυθρά Θάλασσα.
Οι τιμές των ναύλων εκτινάχθηκαν έως και 300%, λόγω της αναδρομολόγησης των πλοίων και της έλλειψης διαθέσιμης χωρητικότητας.
Τους επόμενους μήνες, καταγράφηκε ισχυρή ζήτηση για εμπορευματικές μεταφορές, ιδίως στην Ανατολική Ασία.
Ωστόσο, το δεύτερο εξάμηνο του έτους επηρεάστηκε από τις γεωπολιτικές εντάσεις, με την αναδρομολόγηση μέσω του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας να αυξάνει το κόστος και τους χρόνους διέλευσης.
Μέχρι τον Σεπτέμβριο η αγορά άρχισε να σταθεροποιείται παρά τις συνεχιζόμενες προκλήσεις, ενώ τον Νοέμβριο οι τιμές των ναύλων αυξήθηκαν λόγω των εισαγωγών στις ΗΠΑ και της περιόδου των Χριστουγέννων.
Στο τέλος του έτους τα δρομολόγια από την Κίνα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες παρουσίασαν απότομες αυξήσεις τιμών.
Το έτος έκλεισε με προβλέψεις για συνεχή μεταβλητότητα, λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων και της αβεβαιότητας σχετικά με τους δασμούς των ΗΠΑ.
Στον τομέα των επενδύσεων η αγορά containerships χαρακτηρίστηκε από αυξημένη δραστηριότητα σε νεότευκτα πλοία και σταθερή εστίαση σε πιο αποδοτικά και φιλικά προς το περιβάλλον σχέδια.
Η αύξηση του στόλου έφτασε το 8%, με τις παραδόσεις να αγγίζουν το ρεκόρ των 2,7 εκατομμυρίων TEUs.
Οι τιμές των νεότευκτων πλοίων παρέμειναν υψηλές, με τον δείκτη να κλείνει το έτος στις 105 μονάδες (+38%).
Η αγορά μεταχειρισμένων containerships παρουσίασε πτώση το τελευταίο τρίμηνο, λόγω των αδύναμων ναύλων και της αυξανόμενης προτίμησης για νεότευκτα πλοία.
Συνολικά, οι παραγγελίες νεότευκτων παρέμειναν ισχυρές, λόγω των περιβαλλοντικών κανονισμών και της ανάγκης ανανέωσης του στόλου.