Η τεχνολογική επανάσταση κάνει ολοένα και πιο αισθητή την παρουσία της στη διεθνή ναυτιλιακή σκηνή, επιφέροντας καταλυτικές αλλαγές στη λειτουργία των πλοίων, τόσο σε οικονομικό όσο και σε περιβαλλοντικό επίπεδο.
Με φόντο τις εξελίξεις στην ψηφιοποίηση, η νέα έρευνα της βρετανικής συμβουλευτικής εταιρείας Thetius, σε συνεργασία με τη δανέζικων συμφερόντων πάροχο τεχνολογίας Danelec, αποκαλύπτει τη σημασία των αισθητήρων και της χρήσης δεδομένων για την ενίσχυση της απόδοσης των πλοίων, ενώ ταυτόχρονα το Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ παρουσιάζει μία πρόταση πέντε σημείων για την απανθρακοποίηση της ναυτιλίας.
Όπως επισημαίνεται, όλα έχουν να κάνουν με την «έξυπνη» και ασφαλή διαχείριση του τεράστιου όγκου δεδομένων που τα πλοία και οι εταιρείες συγκεντρώνουν.
Για δεκαετίες, οι μεσημεριανές αναφορές για τη λειτουργία των μηχανημάτων αποτελούσαν τον ακρογωνιαίο λίθο της παρακολούθησης της ορθής λειτουργίας ενός πλοίου και ταυτόχρονα έναν «μπούσουλα» για την επίτευξη της βελτιστοποίησης όλων των απαραίτητων παραγόντων.
Όλα τα δεδομένα μεταφέρονταν χειρόγραφα στο ημερολόγιο μηχανής (engineer’s log book) και στη συνέχεια πραγματοποιούνταν -όπου ήταν εφικτό- οι όποιες διορθώσεις.
Ωστόσο, με την έλευση των συστημάτων δεδομένων υψηλής συχνότητας (high frequency data – HFD) το παιχνίδι αλλάζει. Αυτή η στροφή από τους παλιούς αισθητήρες, όπως τονίζεται, δεν είναι απλώς μια τεχνολογική αναβάθμιση. Είναι ένας μετασχηματισμός που επηρεάζει ριζικά την αποτελεσματικότητα, τη βιωσιμότητα και τη συμμόρφωση με τους νέους κανονισμούς.
Μάλιστα, με φόντο το δίδυμο προκλήσεων που ακούει στο όνομα μείωση του λειτουργικού κόστους και ταύτιση με τα περιβαλλοντικά πρότυπα, τα συστήματα HFD δεν ήταν ποτέ πιο κρίσιμα.
Η τεχνολογική εξέλιξη
Σύμφωνα με τη σχετική έρευνα, πάνω από το 70% όλων των πλοίων στηρίζεται στα noon reports (LFD), τα οποία εδώ και χρόνια αποτελούν την καθημερινή ρουτίνα των ναυτικών.
Αυτές οι μεσημεριανές αναφορές χρησιμεύουν ως αρκετά αξιόπιστη μέθοδος για την παρακολούθηση βασικών μετρήσεων της απόδοσης των πλοίων, όπως η κατανάλωση καυσίμου, η ταχύτητα και οι καιρικές συνθήκες.
Παρέχοντας μια συνεπή καθημερινή επισκόπηση, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διασφάλιση επιχειρησιακής ικανότητας σε όλους τους στόλους.
Όμως, καθώς η τεχνολογία προχωρά, τα συστήματα HFD ενεργοποιούν τη συνεχή συλλογή και ανάλυση δεδομένων. Τα HFD συλλέγουν δεδομένα κάθε λίγα δευτερόλεπτα και τα «μεταφράζουν» σε πρακτικές ιδέες και λύσεις, επιτρέποντας στους ειδικούς να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις σε πραγματικό χρόνο.
Η δύναμη των HFD έγκειται στην ευαισθησία και στην αμεσότητα, επιτρέποντας στους φορείς εκμετάλλευσης πλοίων να κερδίζουν χρόνο για κάθε λειτουργική πτυχή του σκάφους.
Από τη βελτίωση της διαχείρισης κατανάλωσης καυσίμων και την ενίσχυση της ασφάλειας πλοήγησης, έως τις ανάγκες κρίσιμων μηχανημάτων για συντήρηση, οι εφαρμογές της νέας τεχνολογίας καθίστανται ολοένα και πιο επιδραστικές και δεν αποτελούν απλά μια τεχνολογική τάση.
Για παράδειγμα, μια μελέτη του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ) διαπίστωσε ότι τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που βελτιστοποιούν την ταχύτητα κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους, με τη βοήθεια των HFD μπορούν να επιτύχουν τις έγκαιρες αφίξεις Just-in-Time (JIT) μειώνοντας την κατανάλωση καυσίμου και τις εκπομπές CO2 κατά 14% ανά ταξίδι.
Τρόποι μείωσης ρύπων
Εξάλλου, καθώς η πράσινη μετάβαση βρίσκεται στο προσκήνιο, η ναυτιλιακή βιομηχανία καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο ως ένας από τους βασικούς κλάδους της παγκόσμιας οικονομίας.
Για να αλλάξει πορεία και να επιτευχθεί ο στόχος του net zero το 2050, η ναυτιλία θα πρέπει να υιοθετήσει σημαντικές αλλαγές και να αγκαλιάσει μεγάλης κλίμακας καινοτομίες.
Ειδικότερα, σε έρευνα του Portsmouth University καταγράφονται πέντε τρόποι με τους οποίους η βιομηχανία θα μπορούσε να ανταποκριθεί.
- «Slow down»: Το Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ αναφέρει ότι θα πρέπει να γίνει πράξη η τολμηρή κίνηση του «slow down» (αργή πλεύση), για να εξοικονομηθούν χρήματα και να μειωθούν οι εκπομπές ρύπων. Και όχι μόνο. Μια μελέτη του 2021 για το slow steaming στη Μεσόγειο διαπίστωσε ότι η μείωση της ταχύτητας ενός πλοίου μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων κατά 13,6% οδήγησε σε 31% χαμηλότερη κατανάλωση καυσίμου και εκπομπές άνθρακα. Τέτοιες μειώσεις μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερες εάν το πλοίο καίει φυσικό αέριο.
- «Πράσινες μετασκευές»: Το υδρογόνο, η αμμωνία και η μεθανόλη αναφέρονται συχνά ως τα καύσιμα του μέλλοντος για τη ναυτιλία, καθώς και τα τρία προκρίνονται ως «εφικτά», με δυνατότητα μηδενικών εκπομπών στο μέλλον (πράσινα καύσιμα). Στο πλαίσιο αυτό, η μετασκευή του ήδη υπάρχοντος στόλου με στόχο την αλλαγή προωστήριου καύσιμου αποτελεί μια καίρια κίνηση για την πράσινη μετάβαση.
- «Αιολική ενέργεια»: Όπως επισημαίνει το Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ, η αιολική ενέργεια είναι ένας πολλά υποσχόμενος τομέας, καθώς η ναυτιλιακή βιομηχανία προσπαθεί να μειώσει τους εκτιμώμενους 837 εκατ. τόνους άνθρακα που παράγει κάθε χρόνο. Με δεδομένο, μάλιστα, το γεγονός ότι η βιομηχανία δεσμεύτηκε για μηδενικό ισοζύγιο μέχρι ή γύρω στο 2050, η έρευνα τονίζει πως «η αιολική ενέργεια μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά».
- «Cold Ironing»: Το Cold Ironing ή αλλιώς Shore Power είναι μία πρακτική η οποία αφορά την παροχή ηλεκτροδότησης των ελλιμενιζόμενων πλοίων από ξηράς, μέσω σύνδεσής τους στο ηλεκτρικό δίκτυο του λιμανιού. Με την εφαρμογή αυτής της πρακτικής οι ναυτιλιακές εταιρείες συμμορφώνονται με τις αυξανόμενες περιβαλλοντικές κανονιστικές απαιτήσεις και δεσμεύονται για την εφαρμογή στρατηγικών βιωσιμότητας. Επιπρόσθετα, απενεργοποιώντας τις μηχανές τους, οι ναυτιλιακές εταιρείες εξοικονομούν πόρους, μέσω της μείωσης της κατανάλωσης καυσίμων.
- «Κίνητρα και βιώσιμες πολιτικές»: Σύμφωνα με την έρευνα, οι τεχνικές λύσεις είναι απαραίτητες, αλλά δεν μπορούν να είναι ολοκληρωμένες χωρίς κίνητρα και υποστηρικτικές πολιτικές. Όλοι πρέπει να κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος, γιατί η βιωσιμότητα της διεθνούς ναυτιλίας και συνεπώς η ροή του διεθνούς εμπορίου εξαρτώνται από την αποτελεσματική και παραγωγική συνεργασία όλων και ταυτόχρονα την υιοθέτηση ρεαλιστικών λύσεων. Μάλιστα, υπογραμμίζεται πως τα κράτη θα πρέπει να υποστηρίξουν τον ΙΜΟ στην επιτυχή επίτευξη της υιοθέτησης συγκεκριμένων, μεσοπρόθεσμων μέτρων μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (GHG).