Προβληματισμό και ανησυχία στη διεθνή ναυτιλία προκαλούν οι πολιτικές προστατευτισμού του νεοεκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, που εξήγγειλε χθες δασμούς 25% σε εισαγωγές από Μεξικό και Καναδά και επιπλέον 10% για την Κίνα.
Παρά το γεγονός ότι η αμερικανική αγορά υποδέχτηκε θετικά τους εμπορικούς δασμούς Τραμπ, δεν έγινε το ίδιο και στον ναυτιλιακό κλάδο, ο οποίος είδε πολλές από τις μετοχές του στην εισηγμένη αμερικανική αγορά να υποχωρούν.
Στην αγορά δεξαμενόπλοιων οι αναλυτές της BreakWave σε ανάρτησή τους στο διαδίκτυο τόνισαν ότι παρ’ όλη τη συζήτηση περί ενεργειακής ανεξαρτησίας στις ΗΠΑ, η αμερικανική πλευρά εξακολουθεί να πραγματοποιεί εισαγωγές αργού πετρελαίου 2-3 εκατ. βαρελιών mbd ημερησίως.
Επισημαίνουν επίσης ότι ο μεγαλύτερος προμηθευτής τους είναι μακράν ο Καναδάς, που παρέχει 4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα mbd, ή περίπου το 25% της αμερικανικής ζήτησης.
Όπως τονίζει η Clarksons η εφαρμογή ενός δασμού στον Καναδά θα μπορούσε να αυξήσει το κόστος διύλισης στις ΗΠΑ, επηρεάζοντας ενδεχομένως τα περιθώρια κέρδους αλλά και τις συνολικές εξαγωγές αμερικανικού αργού και προϊόντων.
Στον τομέα της ναυτιλίας εμπορευματοκιβωτίων η Xeneta δήλωσε ότι οι επιχειρήσεις σπεύδουν να εισάγουν στις ΗΠΑ προκειμένου να μπορέσουν να αποφύγουν τους υψηλότερους δασμούς πριν από την ανάληψη καθηκόντων του Αμερικανού προέδρου στις 20 Ιανουαρίου.
Ήδη οι εισαγωγείς και οι εξαγωγείς των ΗΠΑ προετοιμάζονται για την αύξηση των ναύλων στον τομέα μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.
Την περασμένη Τρίτη, ημέρα που ο πρόεδρος Τραμπ προανήγγειλε την επιβολή δασμών, ο χρηματιστηριακός δείκτης Dow Jones σημείωσε ράλι και έκλεισε σε υψηλό για δεύτερη συνεχόμενη μέρα, στις 44.860 μονάδες, ενώ ο S&P έφθασε σε νέο peak στις 6.021 μονάδες. Ο τεχνολογικά βαρύς Nasdaq έκανε «άλμα» κατά 0,6%.
Ωστόσο, δεν ήταν το ίδιο και στον τομέα της ναυτιλίας και για τις εισηγμένες εταιρείες. Τα σχόλια αναζωπύρωσαν τους φόβους για εμπορικούς πολέμους και προκάλεσαν απώλειες σε άλλους στρατηγικούς τομείς, όπως οι ξένες και εγχώριες αυτοκινητοβιομηχανίες.
Από την πλευρά των δεξαμενόπλοιων, η Frontline του John Fredriksen, που αποτελεί το καμπανάκι για το αργό, σημείωσε «βουτιά» άνω του 5%, ενώ η DHT Holdings, που ειδικεύεται στα VLCC, υποχώρησε κατά 2,5%.
Ο διαφοροποιημένος διαχειριστής δεξαμενόπλοιων International Seaways, με έδρα τη Νέα Υόρκη, υποχώρησε κατά 3%, ενώ η Teekay Tankers κατά 1%.
Από την άλλη, ο γίγαντας του κλάδου Scorpio Tankers υποχώρησε λίγο πάνω από 1%.
Ξηρό χύδην φορτίο
Η κατάσταση δεν ήταν καθόλου καλύτερη στο ξηρό χύδην φορτίο, όπου ο μεγαλύτερος παίκτης, η ελληνική Star Bulk Carriers, έχασε πάνω από 3% κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Η Golden Ocean Group έχασε 2%, ενώ η Genco Shipping & Trading, με έδρα τη Νέα Υόρκη, έχασε 1,4%.
Στα εμπορευματοκιβώτια, η βαριά σε μεταβλητότητα ισραηλινή εταιρεία τακτικών γραμμών Zim έχασε πάνω από 5% την ημέρα μετά την είδηση ότι ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής Idan Ofer επιδιώκει την ολοκλήρωση της αποχώρησής του από την εταιρεία.
Οι πάροχοι εμπορευματοκιβωτίων Costamare και Danaos, από την Ελλάδα, σημείωσαν πτώση 3% και 2% αντίστοιχα.
«Τα δεδομένα της Xeneta -της πλατφόρμας πληροφοριών για τις θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές- δείχνουν ότι την τελευταία φορά που ο Τραμπ αύξησε τους δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές κατά τη διάρκεια του εμπορικού πολέμου το 2018, οι τιμές των θαλάσσιων μεταφορών εμπορευματοκιβωτίων αυξήθηκαν περισσότερο από 70%».
«Καμπανάκι» αυξήσεων από την Xeneta
Η XENETA δήλωσε ότι οι επιχειρήσεις σπεύδουν να εισάγουν για να αποφύγουν τους υψηλότερους δασμούς, καθώς οι εισαγωγείς και οι εξαγωγείς των ΗΠΑ προετοιμάζονται για την αύξηση των τιμών ναυτιλίας ωκεάνιων εμπορευματοκιβωτίων.
Η εταιρεία σημειώνει ότι μια επανάληψη του 2018 είναι απίθανη, με τις προ-φορτώσεις των εισαγωγών να διαδραματίζουν μεγαλύτερο ρόλο αυτή τη φορά.
Ο επικεφαλής αναλυτής της εταιρείας Peter Sand ανέφερε ότι η αβεβαιότητα γύρω από τα αποτελέσματα των εκλογών έφυγε γρήγορα από τη μέση, ενώ η κατάσταση πλέον εστιάζεται σε σχεδιασμούς προκειμένου να αντιμετωπιστεί η μετάβαση στο νέο δασμολογικό καθεστώς.
Η Xeneta προειδοποίησε ότι οι δασμοί που επιβάλλονται από άλλα έθνη και εμπορικά μπλοκ, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα μπορούσαν να οδηγήσουν τις τιμές σε υψηλότερα επίπεδα.