Στην πορεία για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, που είναι μια δαπανηρή και μακρόχρονη διαδικασία, η πυρηνική ενέργεια μπαίνει ολοένα και περισσότερο στο «κάδρο» της ναυτιλιακής βιομηχανίας, αλλά και των Ελλήνων πλοιοκτητών.
Ένα από τα πιο ενθαρρυντικά εγχειρήματα προέρχεται από τη βρετανική εταιρεία Core Power, η οποία προωθεί ένα mega-project πυρηνικού αντιδραστήρα, ικανού να μεταμορφώσει -όπως υπόσχεται- τη ναυτιλία.
Με φόντο, λοιπόν, τις φιλοδοξίες για μια νέα «ρότα» του κλάδου προς ένα καθαρό ενεργειακό μέλλον, ο διευθύνων σύμβουλος της Core Power, Mikal Boe, και ο Έλληνας επικεφαλής της ταχέως αναπτυσσόμενης ομάδας των πυρηνικών μηχανικών (Senior Nuclear Engineer), Ιωάννης Κουράσης, μιλούν στη «Ν», αποκρυπτογραφώντας τα σχέδια της εταιρείας, αναλύοντας τα οφέλη και καταγράφοντας τις ανησυχίες και τις ρυθμιστικές αλλαγές που απαιτούνται.
Πλέον, η ναυτιλία, στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης, κατακλύζεται από σχέδια αξιοποίησης της πυρηνικής ενέργειας. Τι μπορεί να προσφέρει η Core Power στην πορεία προς την απανθρακοποίηση του κλάδου και τι τεχνολογίες αναπτύσσει;
Mikal Boe: «Η ναυτιλία σήμερα αντιμετωπίζει μια φαινομενικά αδύνατη πρόκληση, να μειώσει κατά 70% τις εκπομπές έως το 2040. Στόχος είναι καθαρότεροι ουρανοί, ωκεανοί, ακτές, λιμάνια και αλυσίδες εφοδιασμού. Ωστόσο, η απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα, την πηγή ενέργειας που μας χάρισε η σύγχρονη ναυτιλιακή βιομηχανία, είναι μια πρόκληση κλίμακας.
Η πυρηνική ενέργεια έρχεται ως προφανής λύση, με μηδενικές εκπομπές, αυξημένη ενεργειακή απόδοση και επιβεβαιωμένη αξιόπιστη λειτουργία στη θάλασσα. Περισσότεροι από 700 αντιδραστήρες πεπιεσμένου ύδατος (PWR) έχουν λειτουργήσει αξιόπιστα σε πολεμικά σκάφη από το 1950 μέχρι και σήμερα.
Ο κύριος λόγος που δεν βλέπουμε ευρεία εμπορική χρήση αυτού του τύπου αντιδραστήρα στη ναυτιλία σήμερα είναι η έλλειψη δυνατότητας εμπορικής ασφάλισής του, κυρίως για την είσοδο σε λιμένες.
Η νέα πυρηνική λύση που αναπτύσσουμε είναι ριζικά διαφορετική από τους PWR, ώστε να επιτευχθεί προσιτή εμπορική ασφάλιση, μαζί με επιπρόσθετα ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά. Αυτή η νέα τεχνολογία είναι ο Ταχύς Αντιδραστήρας Τηγμένου Χλωριούχου Άλατος (Molten Chloride Fast Reactor – MCFR), o οποίος υπόσχεται χαρακτηριστικά όπως ενισχυμένη ασφάλεια και ευκολότερη εμπορική ασφάλιση, λόγω της λειτουργίας σε χαμηλότερες πιέσεις και πολύ υψηλή διαθεσιμότητα, εξαιτίας της υγρής φύσης του καυσίμου που μπορεί να ανεφοδιάζεται κατά τη λειτουργία του αντιδραστήρα.
H Core Power είναι ο ηγέτης του κλάδου στον ΟΟΣΑ, αναπτύσσοντας όχι μόνο την τεχνολογία, αλλά ολόκληρο το πρόγραμμα υλοποίησης των Εμπορικών Πυρηνικών Εφαρμογών Ναυσιπλοΐας (ΕΠΕΝ), που περιλαμβάνει τα πυρηνικά πλοία αλλά και τους πλωτούς πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας.
Οι μηχανικοί μας είναι πλήρως ενταγμένοι στα έργα σχεδιασμού με τους συνεργάτες μας, ώστε να επιτευχθεί η ορθή εφαρμογή της πυρηνικής τεχνολογίας σε θαλάσσιο περιβάλλον, εδραιώνοντας την τεχνική και οργανωτική εξειδίκευσή μας σε αυτή την ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά.
Ως πρώτο μέσο συνεργασίας μας με ναυτιλιακές έχουμε το Corporate Program, μέσω του οποίου δίνεται η δυνατότητα σε ενδιαφερόμενες εταιρείες να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα, εργαλεία, σχέδια και οικονομικά μοντέλα μας.
Η συμμετοχή στο πρόγραμμα, το οποίο είναι ανοιχτό και σε ελληνικές ναυτιλιακές, συμπεριλαμβάνει επίσης συχνή ενημέρωση για την πρόοδο των έργων μας, εξαιρετική ευκαιρία για όσους θέλουν να συμμετάσχουν στο συναρπαστικό μέλλον».
Η εταιρεία έκλεισε τον δεύτερο γύρο χρηματοδότησης με 100 εκατ. και είναι καθ’ οδόν για τον στόχο των 500 εκατ. στον επόμενο γύρο. Ποιο χρονοδιάγραμμα έχει τεθεί από την εταιρεία για την υλοποίηση των εφαρμογών;
M.B.: «Η ανάπτυξη και πιστοποίηση νέας πυρηνικής τεχνολογίας είναι “ακριβό άθλημα”, άλλα το έπαθλο είναι μεγάλο. Η Συνολικά Απευθυνόμενη Αγορά (Total Addressable Market) για τα πυρηνικά πλοία και τους πλωτούς πυρηνικούς σταθμούς, παγκοσμίως, ξεπερνά τα 5 τρισ. δολάρια. Οι επενδυτές μας αποτελούνται από μεγάλα ονόματα του εφοπλιστικού κόσμου, και από την Ελλάδα, μεγάλα ναυπηγεία, εμπορικούς οίκους, ιδιοκτήτες φορτίου, και τράπεζες. Αυτοί είναι στρατηγικοί επενδυτές, που θα μπορέσουν να είναι μελλοντικοί πελάτες και οι τελικοί χρήστες των εφαρμογών μας.
Δουλεύουμε με ένα χρονοδιάγραμμα που προβλέπει την αρχική αδειοδότηση εφαρμογών μέχρι το 2028 και τους πρώτους πλωτούς πυρηνικούς σταθμούς για βιομηχανικούς πελάτες, όπως data centers και παράκτιες υποδομές, στις αρχές της δεκαετίας του 2030, ενώ τα πρώτα νέα πυρηνικά πλοία ακολουθούν στα μέσα της δεκαετίας».
Το κόστος της νέας τεχνολογίας χαρακτηρίζεται από πολλούς ως απαγορευτικό. Θεωρείτε πως υπάρχει ενδιαφέρον από την πλευρά των ναυτιλιακών εταιρειών;
M.B.: «Σχεδόν όλες οι μεγάλες ναυτιλιακές εταιρείες εξετάζουν σοβαρά τα πυρηνικά σήμερα, κάποιες πιο φανερά, κάποιες λιγότερο. Υπάρχει, επίσης, μεγάλο ενδιαφέρον για τους πλωτούς πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας, οι οποίοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου, με το οποίο μπορούν να συντεθούν τα πράσινα καύσιμα.
Η πυρηνική ενέργεια χαρακτηρίζεται από υψηλά κεφαλαιουχικά κόστη, αλλά αφού εγκατασταθεί παρέχει καθαρή ενέργεια με εξαιρετική αξιοπιστία, σε προσιτές τιμές. Το αρχικό κόστος επίσης μειώνεται δραστικά όσο αυξάνεται ο αριθμός των εφαρμογών που κατασκευάζονται, κάτι που μπορεί να γίνει πραγματικότητα αξιοποιώντας την κατασκευή σε ναυπηγεία.
Θα πρέπει να εξηγήσουμε, επίσης, ότι το επιχειρησιακό μοντέλο θα είναι διαφορετικό. Η ιδιοκτησία και διαχείριση του αντιδραστήρα μπορεί βάσει νόμων να γίνει μόνο από εταιρεία που είναι πιστοποιημένος πυρηνικός ιδιοκτήτης/λειτουργός (licenced nuclear owner and operator), όχι από μια σημερινή ναυτιλιακή.
Συμπερασματικά, ο πλοιοκτήτης μάλλον θα μισθώνει το πλοίο από τον πυρηνικό λειτουργό ή θα είναι συνιδιοκτήτης. Η ευθύνη και η διαχείριση του πυρηνικού συστήματος θα αναλαμβάνεται από τον πυρηνικό λειτουργό και η ναυτιλιακή εταιρεία θα έχει τον επιχειρησιακό έλεγχο.
Ένα τέτοιο μοντέλο, ειδικά με την τεχνολογία του MCFR, θα είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικό για συγκεκριμένα είδη εμπορίου και πλοίου, αλλά όχι για όλα.
Αναγνωρίζουμε ότι κάποια καύσιμα, όπως το LNG, θα παραμείνουν ανταγωνιστικά για πολλά χρόνια ακόμα. Όμως, για εκείνα τα εμπορεύματα για τα οποία η πυρηνική ενέργεια θα συμφέρει, θα είναι μάλλον η πρώτη επιλογή, καθώς θα έχει τεράστια ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις μηχανές καύσης. Αυτά περιλαμβάνουν μειωμένο κόστος λειτουργίας, αυξημένα έσοδα από τη μεταφορά περισσότερου φορτίου με μεγαλύτερες ταχύτητες και τη δυνατότητα παροχής ενέργειας στα λιμάνια. Όλα αυτά με μηδενικά τέλη διοξειδίου.
Τα πυρηνικά πλοία που σχεδιάζουμε σήμερα έχουν εξαιρετικά χαμηλές συχνότητες παύσης λειτουργίας για ανεφοδιασμό. Εξαιτίας του υγρού πυρηνικού καυσίμου, μπορεί να μη χρειαστεί ούτε μια παύση λειτουργίας για ανεφοδιασμό, σε όλη τη ζωή ενός πλοίου. Αυτά είναι τα συντριπτικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, παρά το υψηλό αρχικό κόστος».
Κατά τη γνώμη σας αρκεί το ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο για την εφαρμογή του νέου project;
Ιωάννης Κουράσης: «Η ρύθμιση των ΕΠΕΝ απαιτεί συνδυασμό διεθνών και κρατικών πλαισίων, πυρηνικών και ναυτικών θεσμών. Ένα σημαντικό μέρος του αναγκαίου πλαισίου έχει θεσπιστεί, αλλά έχει ανάγκη εκσυγχρονισμού, για να μπορεί να εφαρμοστεί με τις σημερινές τεχνολογίες και πρακτικές ασφάλειας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ψήφισμα Α491 (ΧΙΙ) του ΙΜΟ από το 1981, το οποίο είναι ουσιαστικά απαρχαιωμένο, τόσο σε θέματα πυρηνικής τεχνολογίας και διεθνών πρακτικών πυρηνικής ασφάλειας, όσο και σε κανόνες.
Μέσω του διεθνούς οργανισμού NEMO (Nuclear Energy in Maritime Organization), που ιδρύσαμε φέτος, συνεργαζόμαστε με τα κράτη-μέλη του ΙΜΟ και του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) για την επικαιροποίηση αυτών των κανονισμών.
Η αποστολή του NEMO είναι να συμβάλει στη δημιουργία ενός κοινού ρυθμιστικού πλαισίου μεταξύ των πυρηνικών και ναυτικών αρχών, που θα περιλαμβάνει την ασφάλεια, την προστασία και την εμπορική ασφάλιση.
Όλοι οι μεγάλοι νηογνώμονες έχουν ξεκινήσει να αναπτύσσουν κανονισμούς για τις ΕΠΕΝ. Φέτος, ο ΑΒS εξέδωσε τον πρώτο σύγχρονο κανονισμό νηογνώμονα για πλωτούς πυρηνικούς σταθμούς».
Πόσο έτοιμη είναι η Ελλάδα να υποδεχτεί και να ρυθμίσει τέτοιες εφαρμογές στα εθνικά ύδατα;
Ι.Κ.: «Οι μεγαλύτεροι αναγνώστες σας ίσως θυμούνται το NS Savannah, το πρώτο εμπορικό πυρηνικό πλοίο, που έπλευσε στον Πειραιά το 1965 και το επισκέφθηκαν εκατοντάδες Έλληνες πολίτες συμπεριλαμβανομένων αρκετών σχολείων του Πειραιά. Αυτό βέβαια έγινε υπό την αιγίδα των ΗΠΑ.
Αν θέλουμε σε κάποιες δεκαετίες η Ελλάδα να μπορεί να έχει ΕΠΕΝ στα ύδατά της και να αξιοποιήσει την πυρηνική ενέργεια γενικότερα, θα χρειαστεί να αναπτύξουμε ένα εθνικό πυρηνικό πρόγραμμα ακολουθώντας τους διεθνείς κανονισμούς, με την υποστήριξη του ΔΟΑΕ.
Οι συζητήσεις στη χώρα μας για ένα τέτοιο μέλλον ξεκίνησαν παραγωγικά φέτος από την Athlos Energy, του δρ. Χιώνη και του δρ. Βλασσόπουλου. Σε αυτόν τον διάλογο συμβάλλει επίσης το ελληνοαμερικανικό ινστιτούτο DEON με τον δρ. Λάσκαρη. Οι προαναφερθέντες έχουν δεκαετίες εμπειρίας με την πυρηνική ενέργεια στο εξωτερικό, όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες.
Προσωπικά, συνεργάζομαι με τον τομέα Πυρηνικής Τεχνολογίας του ΕΜΠ, σε ερευνητικό έργο ανάπτυξης ψηφιακού προσομοιωτή αντιδραστήρα, με σκοπό την εκπαίδευση των Ελλήνων φοιτητών, μελλοντικών μηχανικών, χειριστών και ρυθμιστών.
Υπάρχει επίσης η εμπειρία της ρύθμισης, λειτουργίας και απόσυρσης του ερευνητικού αντιδραστήρα στον Δημόκριτο, μια απαραίτητη βάση που θα χρειαστεί να επεκταθεί».
Τι προδιαγραφές ασφαλείας έχουν οι τεχνολογίες που αναπτύσσετε με τους συνεργάτες σας και κατά πόσο θα πρέπει να ανησυχούμε για ένα ατύχημα, μια διαρροή;
Ι.Κ.: «Σήμερα, η πυρηνική ενέργεια είναι μια από τις ασφαλέστερες μορφές παραγωγής ενέργειας, με δείκτη θνησιμότητας αντίστοιχο αυτού των ΑΠΕ. Η πυρηνική βιομηχανία έφτασε σε αυτόν τον εξαιρετικό βαθμό ασφαλείας εξαιτίας της αυστηρής ρύθμισής της, των μαθημάτων από τα ατυχήματα, και της έμφασης που δίνεται στην ασφάλεια από νωρίς στον σχεδιασμό (Safety by Design).
Για να αδειοδοτηθεί οποιοσδήποτε πυρηνικός σταθμός σήμερα, θα πρέπει αποδεδειγμένα να τηρεί τις τρεις βασικές αρχές πυρηνικής ασφάλειας, κατά την κανονική λειτουργία αλλά και σε τυχόν συνθήκες ατυχήματος, για να ελαχιστοποιήσει τον πιθανό κίνδυνο στον άνθρωπο και στο περιβάλλον: 1. Έλεγχος της αντιδραστικότητας, 2. Ψύξη του πυρηνικού καυσίμου, 3. Συγκράτηση ραδιενεργών υλικών και θωράκιση ακτινοβολίας.
Από πολύ νωρίς στον σχεδιασμό των εφαρμογών μας, λαμβάνουμε υπόψη σενάρια όπως σύγκρουση, πλημμύρισμα, βύθιση, ολική απώλεια ισχύος, και σχεδιάζουμε ώστε οι τρεις αρχές ασφαλείας να τηρούνται υπό όλες αυτές τις συνθήκες. Αυτό δεν είναι κάποια μοναδική πρωτοβουλία της Core Power, αλλά το εξαιρετικά υψηλό standard της πυρηνικής βιομηχανίας που ισχύει για όλους τους σχεδιαστές.
Μια ακόμα βασική αρχή σχεδιασμού των πυρηνικών σταθμών είναι ο πλεονασμός των συστημάτων άμυνας (Defense in Depth). Η αποφυγή διαρροής, που αναφέρατε, αποτρέπεται σε περίπτωση ατυχήματος από δεκάδες συστήματα/φραγμούς, το καθένα από τα οποία μπορεί ανεξάρτητα να την εμποδίσει. Μέχρι και το ίδιο το καύσιμο και οι φυσικές του ιδιότητες είναι σχεδιασμένες για ασφάλεια και αποφυγή διαρροής σε περιπτώσεις ατυχήματος (Accident Tolerant Fuel). Οι εξελικτικοί αντιδραστήρες με τους οποίους δουλεύουμε έχουν επιπρόσθετα χαρακτηριστικά ασφαλείας, που βασίζονται στην παθητική ασφάλεια».
Ποιες είναι οι προβλέψεις για τα πυρηνικά απόβλητα;
Ι.Κ.: «Τα πυρηνικά απόβλητα, το χρησιμοποιημένο πυρηνικό καύσιμο και τα ραδιενεργά υλικά ρυθμίζονται και ελέγχονται αυστηρά από διεθνείς κανονισμούς, στους οποίους θα εντάσσονται προφανώς και οι ΕΠΕΝ. Όλα τα υλικά μέτριας και υψηλής ραδιενέργειας ελέγχονται, θωρακίζονται και συγκρατούνται πλήρως καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας και απόσυρσης – δεν αποβάλλονται στο περιβάλλον.
Το χρησιμοποιημένο πυρηνικό καύσιμο ανακυκλώνεται σε κάποιες χώρες, όπως η Γαλλία, και μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί σε αντιδραστήρες, καθώς περιέχει ακόμα το μεγαλύτερο μέρος της αρχικής του ενέργειας. Σε κάποιες άλλες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, φυλάσσεται στους ίδιους τους σταθμούς μέχρι να δοθεί μακροχρόνια λύση από το κράτος για τη φύλαξή του σε γεωλογικές αποθήκες.
Ο MCFR σχεδιάζεται για την εφαρμογή ενός “κλειστού κύκλου” καυσίμου, όπου το χρησιμοποιημένο πυρηνικό καύσιμο ανακυκλώνεται και επαναχρησιμοποιείται, με ακόμα λιγότερα κατάλοιπα.
Θα ήθελα να επισημάνω ότι ο φόβος της κοινής γνώμης για τα πυρηνικά απόβλητα είναι δυσανάλογος του πραγματικού ρίσκου, ειδικά σε σχέση με τα απόβλητα άλλων βιομηχανιών. Παγκοσμίως, περίπου 15 εκατ. φορτία με ραδιενεργό υλικό μεταφέρονται κάθε χρόνο, σε αποστάσεις πολλών εκατ. χιλιομέτρων, χωρίς καμία περίπτωση βλάβης στην υγεία ή στο περιβάλλον».