Σύμφωνα με στοιχεία των Clarksons, οι 50 μεγαλύτερες ναυτιλιακές εταιρείες του κόσμου είναι υπεύθυνες για το 52%, περίπου, των νέων παραγγελιών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σε πορεία μεγαλύτερης συγκέντρωσης βρίσκεται ο κλάδος της ναυτιλίας. Μπορεί οι γενικοί αριθμοί -μέσος όρος τεσσάρων πλοίων ανά εταιρεία- να δείχνουν ότι παραμένει ίσως ο πλέον κατακερματισμένος κλάδος της παγκόσμιας οικονομίας, ωστόσο οι παραγγελίες για νέα πλοία έχουν γίνει «είδος» για λιγότερους παίκτες.
Τάση που καταγράφεται τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο, με τις μεγάλες εταιρείες liners που διαχειρίζονται τεράστιους στόλους containerships να κυριαρχούν, όσο όμως και στον ελληνόκτητο στόλο.
Σύμφωνα με στοιχεία των Clarksons, οι 50 μεγαλύτερες ναυτιλιακές εταιρείες του κόσμου είναι υπεύθυνες για το 52%, περίπου, των νέων παραγγελιών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ποσοστό που ανεβαίνει ακόμα περισσότερο όταν συζητάμε για πλοία που θα κάνουν χρήση εναλλακτικών καυσίμων. Σε αυτή την περίπτωση οι 50 κολοσσοί της παγκόσμιας ναυτιλίας ευθύνονται για το 68% των νέων παραγγελιών.
Αλλά και στην Ελλάδα η εικόνα είναι παρόμοια. Σύμφωνα με στοιχεία της Xclusiv Shipbrokers, στο πρώτο εξάμηνο του 2024, 72 ελληνικές εταιρείες είχαν καταθέσει παραγγελίες για νέα πλοία σε ναυπηγεία. Οι 20 από τις 72 ελληνικές εταιρείες (28%) έχουν τοποθετήσει 384 από τις συνολικά 531 παραγγελίες, ενώ το σύνολο των ελληνικών ναυτιλιακών εταιρειών είναι 592, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Petrofin Research.
Λέγεται συχνά ότι η ναυτιλία είναι ένας ιδιαίτερα κατακερματισμένος κλάδος όσον αφορά τον όγκο των εταιρειών που κατέχουν πλοία και αποτελούν τον παγκόσμιο στόλο.
Ωστόσο, μια εξέταση του σημερινού orderbook δείχνει ότι οι επενδύσεις σε νεότευκτα πλοία παρουσιάζουν μεγαλύτερη συγκέντρωση και, ειδικότερα, ότι οι παραγγελίες πλοίων με εναλλακτικά καύσιμα είναι ιδιαίτερα ενοποιημένες, με μικρότερο αριθμό πλοιοκτητών να ηγούνται των επενδύσεων.
Κατακερματισμένος κλάδος
Στο σύνολο του παγκόσμιου στόλου (πλοία 100+ GT), τα περισσότερα από τα 111.000 πλοία αντιστοιχούν σε πάνω από 29.000 εταιρείες. Ο μέσος όρος των τεσσάρων πλοίων ανά εταιρεία δείχνει έναν αρκετά κατακερματισμένο κλάδο, παρά την ύπαρξη πολλών μεγαλύτερων ή πολύ μεγάλων πλοιοκτητών.
Ωστόσο, το βιβλίο παραγγελιών είναι πιο συγκεντρωμένο – πολύ μικρότερος αριθμός πλοιοκτητών έχει πλοία υπό παραγγελία.
Οι περισσότερες από 6.000 μονάδες σε παραγγελία, αναφέρουν οι Clarksons, σήμερα κατανέμονται σε λιγότερους από 1.500 πλοιοκτήτες (σημαντικά λιγότερο από το 10% των ναυτιλιακών εταιρειών έχουν στην πραγματικότητα χωρητικότητα σε παραγγελία).
Επιπλέον, το μέσο μέγεθος του στόλου των πλοιοκτητών είναι 55.000 GT ανά πλοίο, ενώ το μέσο μέγεθος του βιβλίου παραγγελιών είναι πολύ μεγαλύτερο και φτάνει τα 200.000 GT.
Αυτό το μέγεθος για το βιβλίο παραγγελιών έχει ανοδική τάση, αφού το 2013 ήταν στα 70.000 GT. Από τότε έχει αυξηθεί κατά 43% σε GT, αλλά ο αριθμός των πλοιοκτητών με χωρητικότητα σε παραγγελία έχει μειωθεί κατά 49 (από >2.600).
Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ο αριθμός των πλοιοκτητών με παραγγελίες μειώνεται κατά τα τρία τέταρτα, σε 344, όταν εξετάζονται μόνο όσοι έχουν παραγγείλει μονάδες με δυνατότητα εναλλακτικών καυσίμων (ή 413, αν συμπεριληφθούν οι εταιρείες με ready μονάδες εναλλακτικών καυσίμων).
Ένας σχετικά περιορισμένος αριθμός πλοιοκτητών είναι υπεύθυνος για την επένδυση σε τονάζ με χρήση εναλλακτικών καυσίμων, αλλά ο καθένας µε μέσο όγκο παραγγελίας τέτοιων πλοίων άνω των 400.000 GT.
Ο αριθμός αυτός έχει υπερδιπλασιαστεί από την αρχή της δεκαετίας και σήμερα υπερβαίνει κατά πολύ τον τότε συνολικό αριθμό (184 πλοιοκτήτες).
Οι 50 μεγαλύτεροι πλοιοκτήτες με βάση τη χωρητικότητα σε παραγγελία σήμερα αντιπροσωπεύουν το 52% της υπό ναυπήγηση χωρητικότητας, έναντι 30% το 2009-11.
Ακόμα πιο έντονη είναι η συγκέντρωση σε ό,τι αφορά τη χωρητικότητα των πλοίων με δυνατότητα χρήσης εναλλακτικών καυσίμων στις παραγγελίες γύρω από τους μεγαλύτερους επενδυτές. Οι ίδιες 50 κορυφαίες εταιρείες επενδυτών νεότευκτων πλοίων αντιπροσωπεύουν το 68% της χωρητικότητας εναλλακτικών καυσίμων σε παραγγελία.
Το υψηλότερο μερίδιο των παραγγελιών πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και πλοίων μεταφοράς φυσικού αερίου και η πρόσβαση στη χρηματοδότηση έχουν παίξει ρόλο στη μεγαλύτερη συγκέντρωση, μαζί με την αυξανόμενη υιοθέτηση εναλλακτικών καυσίμων σε ορισμένους τομείς και με τα επίπεδα τιμών των νέων πλοίων, με τους χρόνους παράδοσης των ναυπηγείων και με την τεχνολογική αβεβαιότητα, που αποτρέπουν ορισμένους πλοιοκτήτες από επενδύσεις σε νέα πλοία.
Μπορεί ο παγκόσμιος στόλος να εξακολουθεί να είναι ευρέως κατανεμημένος από την άποψη των πλοιοκτητών, αλλά η χωρητικότητα σε παραγγελίες σήμερα και ιδίως σε πλοία με ικανότητα χρήσης εναλλακτικών καυσίμων, δείχνει ότι ένας πολύ μικρότερος αριθμός εταιρειών ηγείται της πορείας.
Στα 284,3 δισ. δολ. η ναυτιλιακή χρηματοδότηση
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Petrofin Research, η ναυτιλιακή χρηματοδότηση από τις 40 συνολικά κορυφαίες τράπεζες στον ναυτιλιακό τομέα το 2023 έφτασε στα 284,27 δισ. δολ., από 282,89 δισ. το 2022.
Ωστόσο ο συνολικός παγκόσμιος τραπεζικός δανεισμός πλησιάζει τα 375 δισ. δολ., δηλαδή περίπου το 62% όλων των τύπων της παγκόσμιας συνολικής χρηματοδότησης πλοίων. Πέρυσι αυτό το ποσοστό ανερχόταν σε 67%.
«Μπορούμε να παράσχουμε ένα προσεκτικό, ενδεικτικό ποσοστό για την παγκόσμια χρηματοδότηση πλοίων, συμπεριλαμβανομένων όλων των μορφών δανεισμού -χρηματοδοτική μίσθωση, χρηματοδότηση εξαγωγών και εναλλακτικοί πάροχοι-, το οποίο ανέρχεται περίπου σε 600 δισ. δολ.», ανέφερε ο ιδρυτής και επικεφαλής της Petrofin, Τεντ Πετρόπουλος.
Την ίδια στιγμή στη χώρα μας η Petrofin εκτιμά ότι φέτος οι ελληνικές τράπεζες θα ξεπεράσουν τις ξένες στη ναυτιλιακή χρηματοδότηση.
Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Πετρόπουλος, «ο κλάδος της χρηματοδότησης από τις ελληνικές τράπεζες εισέρχεται σε μια νέα φάση, όπου η τραπεζική ζήτηση για δάνεια και ο ανταγωνισμός θα καταστούν εντονότερα, ειδικά για πελάτες κορυφαίας κατηγορίας.
Παρά τα ανωτέρω, όμως, οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν πλήρως δεσμευμένες στη ναυτιλιακή χρηματοδότηση και αναμένεται να ξεπεράσουν τις χρηματοδοτήσεις από μη ελληνικές τράπεζες το 2024».
Συνολικά το 2023 ο συνολικός τραπεζικός δανεισμός προς τις ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες έφτασε τα 50,89 δισ. δολ. από 51,9 δισ. δολ. που ήταν το 2022, παρουσιάζοντας μείωση κατά 2%.
Ωστόσο, οι ελληνικές τράπεζες αύξησαν το χαρτοφυλάκιο των ελληνικών ναυτιλιακών δανείων κατά 12,25%, διατηρώντας την ανοδική πορεία από το 2017, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Petrofin.
Άλλωστε οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες είναι στις θέσεις από 2 μέχρι 5 της λίστας.
Η Eurobank κατέχει με βάση τα στοιχεία του 2023 το μεγαλύτερο ναυτιλιακό χαρτοφυλάκιο μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, με 4,003 δισ. δολ., και βρίσκεται στη 2η θέση της συνολικής κατάταξης μετά την UBS (Credit Suisse) με 5,1 δισ. δολ..
Ακολουθούν η Τράπεζα Πειραιώς με ελληνικά ναυτιλιακά δάνεια 3,7 δισ. δολ., η Alpha Bank με 3,69 δισ. δολ. και η Εθνική Τράπεζα με 3,32 δισ. δολ.
Η Aegean Baltic Bank έχει χαρτοφυλάκιο ελληνικών δανείων ύψους 414 εκατ. δολ. και η Ελληνική Τράπεζα έχει διαθέσει 220 εκατ. δολ.
Σύμφωνα με την έρευνα, αξιοσημείωτη είναι και η δυναμική είσοδος της Παγκρήτιας Τράπεζας στα ελληνικά ναυτιλιακά δάνεια, με 74 εκατ. δολ.
Ζήτηση για νεότευκτα
Σύμφωνα με στοιχεία της Xclusiv Shipbrokers, στο πρώτο εξάμηνο του 2024, 72 ελληνικές εταιρείες είχαν καταθέσει παραγγελίες για νέα πλοία σε ναυπηγεία.
Οι 20 από τις 72 ελληνικές εταιρείες (28%) έχουν τοποθετήσει 384 από τις συνολικά 531 παραγγελίες, ενώ το σύνολο των ελληνικών ναυτιλιακών εταιρειών είναι 592, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Petrofin Research.
«Είναι αξιοσημείωτο ότι ορισμένες από τις νέες παραγγελίες, περίπου 3%, έχουν προγραμματιστεί για παράδοση μέχρι το 2028 ή ακόμη και τους πρώτους μήνες του 2030 (gas orderbook).
Αυτό αποτελεί σημαντική αύξηση σε σύγκριση με δύο χρόνια πριν, όταν μόνο 17 πλοία (ή 0,7%) στο βιβλίο παραγγελιών είχαν ημερομηνίες παράδοσης πέραν των τεσσάρων ετών από τότε» επισημαίνουν οι αναλυτές του ναυλομεσιτικού οίκου Xclusiv Shipbrokers.
Σε σχέση με τις εταιρείες, η Xclusiv Shipbrokers τόνισε ότι η Ελλάδα και η Κίνα ηγήθηκαν της αύξησης των εταιρειών που εισήλθαν στην αγορά νεότευκτων πλοίων, με ποσοστό 20% και 18% αντίστοιχα κατά τους τελευταίους 24 μήνες.
«Τον Μάιο του 2022, 60 ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες είχαν πλοία σε παραγγελία. Ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί σε 72. Οι κινεζικές ναυτιλιακές εταιρείες έχουν επίσης σημειώσει σημαντική επέκταση. Τον Μάιο του 2022, 130 κινεζικές εταιρείες είχαν επενδύσει στην αγορά νεότευκτων πλοίων για τους τέσσερις κύριους τομείς. Ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί κατά 18%, με 153 εταιρείες να δραστηριοποιούνται».